Δ??εν θυμάμαι πότε και ποιος ήταν ο πρώτος που μίλησε για «αυριανισμό». Ποιος δηλαδή ήταν αυτός που μετέφρασε τον τίτλο μιας εφημερίδας σε έναν όρο που σηματοδοτούσε το ήθος μιας ορισμένης κοινωνικής συμπεριφοράς. Δεν ξέρω επίσης, καθότι δεν είμαι ιστορικός, αν υπάρχει κάτι αντίστοιχο στην Ιστορία. Γιατί ο «αυριανισμός» υπήρξε κάτι διαφορετικό και από τον «κίτρινο Τύπο» και από τα σκανδαλοθηρικά ταμπλόιντ. Ηταν μια ολόκληρη νοοτροπία που ξεκινούσε από την πολιτική και, διά των τριχοειδών αγγείων του δημοσίου βίου, άπλωνε τους τοξικούς χυμούς του ακόμη και στις πιο αφανείς πτυχές της κοινωνίας.
Στη δεκαετία του ’80, όταν ο πασοκισμός βρισκόταν στην κορύφωσή του, η εφημερίδα «Αυριανή» πουλούσε διακόσιες πενήντα χιλιάδες φύλλα ημερησίως και είχε τη δυνατότητα να στείλει στον εισαγγελέα ή να διαπομπεύσει οποιονδήποτε έβαζε στο στόχαστρο. Η δημοφιλία της, αν και είχε να κάνει με την κυριαρχία του Ανδρέα Παπανδρέου και με τον αυτοχαρακτηρισμό της ως «η εφημερίδα που γκρέμισε τον καραμανλισμό» δεν περιοριζόταν στην πολιτική που υποστήριζε. Είχε βρει τον τόνο και είχε καταφέρει να εκφράσει μια νοοτροπία που άγγιζε τα πιο βαθιά στρώματα στο υπέδαφος της συλλογικής ψυχής.
Ποια ήταν τα υλικά της; Κατ’ αρχάς η προφορικότητα. Κείμενα τυπωμένα μεν, γραμμένα δε στον ασθμαίνοντα τόνο του ανθρώπου που προσπαθεί να επιβάλει τη φωνή του στη βαβούρα του καφενείου. Μια προφορικότητα την οποία εξέφραζε η προχειρότητα της εμφάνισης, ένα κασέ σαν κουρελού, σχόλια που εμφανίζονταν ως ειδήσεις, κακοτυπωμένες φωτογραφίες. «Η αλήθεια είναι απλή και όσο πιο ωμή τόσο το καλύτερο» ήταν η θέση που μεταφερόταν στο υποσυνείδητο του αναγνώστη. Μια θέση που συμβάδιζε με τον φθόνο απέναντι στις ελίτ, την απαξίωση της μόρφωσης που ταυτιζόταν με τους κουλτουριάρηδες και την ανάδειξη του «λαού» σε απόλυτο κριτή. Η μετονομασία των πιο συντηρητικών ενστίκτων της ελληνικής κοινωνίας σε πρόοδο.
Ποιος ήταν ο λαός; Μα ακριβώς όποιος δεν ήταν μορφωμένος κι όποιος αισθανόταν αδικημένος. Αν σ’ αυτά τα υλικά προσθέσουμε και την ξενοφοβία, την αποστροφή προς οτιδήποτε δεν εντάσσεται στα όρια του «λαού», του δικού μας εννοείται, τη δαιμονοποίηση της δεξιάς ως υπηρέτη των ελίτ, έχουμε μια επαρκή εικόνα της ψυχής του «αυριανισμού». Το καταγγελτικό ύφος, κοινός χαφιεδισμός, εννοείται ήταν το απαραίτητο όχημα όλων αυτών των υλικών. Η «Αυριανή» υπήρχε για να καταγγέλλει πάντα κάποιον που βρισκόταν απέναντι και να αθωώνει κατά συνέπεια όποιον δεν κατήγγελλε και εαυτήν στον ρόλο του κατήγορου. Ενα έντυπο λαϊκό δικαστήριο. Η ναυαρχίδα του στόλου που αποψίλωσε την ελληνική κοινωνία από την ανάγκη για παιδεία – μια αποψίλωση με καταστροφικά αποτελέσματα στην ίδια την εκπαίδευση.
Ξέρω πως σε πολλούς θα σηκωθούν οι τρίχες της κεφαλής τους, όμως δεν μπορώ να μην επισημάνω πως το έδαφος που υποδέχθηκε τον σπόρο του «αυριανισμού» είχε ήδη γονιμοποιηθεί από τον «μακρυγιαννισμό». Η χολώδης προφορική γραφή του αγωνιστή που έμαθε γράμματα για να εκφράσει τον πόνο του, που αισθανόταν αδικημένος γιατί θεωρούσε πως η πολιτεία δεν τον αντάμειψε ως όφειλε, ο φθόνος απέναντι στον εγγράμματο Μαυροκορδάτο και το μίσος απέναντι στους ξένους, Βαυαρούς ή Φραντσέζους, υπήρξε το κοινωνικό μανιφέστο της προοδευτικής μεταπολίτευσης. Ο χρόνος φθείρει τις αξίες και ο «αυριανισμός» λειτούργησε ως παραφθορά του μακρυγιαννισμού. Αν ήξερε ο Σεφέρης όταν έκανε την περίφημη ομιλία του στο Κάιρο…
Σήμερα η εφημερίδα δεν υπάρχει πια και ελάχιστοι αναφέρονται στον «αυριανισμό». Ισως γιατί δεν είναι πλέον διακριτός, ίσως γιατί έχει επιβληθεί σε όλο το φάσμα του δημόσιου βίου μας. Οι «Αγανακτισμένοι» που υπήρξαν η τελευταία θεαματική εμφάνιση του «αυριανισμού» πέρασαν από την πλατεία στα υπουργεία. Μούντζωναν τη Βουλή, όμως μια χαρά βολεύτηκαν στα έδρανά της. Οι ελίτ ούτως ή άλλως είναι απαξιωμένες, η αριστεία θεωρείται ρετσινιά, η κυβέρνηση κοντά έναν χρόνο τώρα καταγγέλλει, ο υπουργός Παιδείας θέλει να κλείσουν τα ιδιωτικά, η κυβερνητική εκπρόσωπος καταδικάζει την κ. Σαββαΐδου ερήμην της δικαιοσύνης και τον ρόλο της «Αυριανής» τον έχει αναλάβει ο Λαζόπουλος.
Μόνον που στα χρόνια που μας κυβερνούσε ο «αυριανισμός» υπήρχαν ακόμη αντιστάσεις στο εκδικητικό του μένος και τη βουλιμία του για εξουσία. Υπήρχε και το περίφημο «ευρωπαϊκό πλαίσιο» στο οποίο το ΠΑΣΟΚ έμαθε να λειτουργεί χάρη κυρίως σ’ έναν πεφωτισμένο ηγέτη του, τον Κώστα Σημίτη. Σήμερα όμως; Σήμερα που οι δεσμοί μας με την υπόλοιπη Ευρώπη γίνονται όλο και πιο προβληματικοί, σήμερα που οι σχέσεις μας με την πολιτισμένη Δύση συρρικνώνονται στη λογιστική του χρέους; Σήμερα το ψυχολογικό υπόβαθρο που καλλιέργησε τον «αυριανισμό» μεταμορφώνεται σε έναν ολοκληρωτισμό με δημοκρατικά προσχήματα.
Λέμε «ολοκληρωτισμός» και στο μυαλό μας έρχονται τεθωρακισμένα και στρατιωτικές περίπολοι. Δεν σκεφτόμαστε όμως τον έλεγχο των ραδιοτηλεοπτικών μέσων που επιχειρεί ο κ. Παπάς. Ούτε το γεγονός ότι ένας άνθρωπος έπαιζε την Ελλάδα στα ζάρια επί εφτά μήνες, όπως ο κ. Βαρουφάκης, για να ανεβάσει το κασέ του. Εγραφε τις προάλλες ο Στέφανος Κασιμάτης πως η Ελλάδα δεν θα γίνει Βενεζουέλα επειδή δεν έχει Ινδιάνους. Εχει όμως αυριανιστές, κοινωνικά στρώματα που φθονούν την αριστεία σε όλα τα επίπεδα και με την εξουδετέρωση των μεσαίων τάξεων έχουν τη δύναμη να επιβάλουν τον ολοκληρωτισμό τους.