Αντίστροφη μέτρηση

Χρήστος Λιόλιος 02 Νοε 2023

Προβληματίζει η ξαφνική ηρεμία στα προσφάτως φουρτουνιασμένα νερά του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται άραγε για αλλαγή πίστας στο εσωκομματικό παιχνίδι εξουσίας, που διεξάγεται πλέον σε κλειστές συσκέψεις και σε διαδρόμους, ή μήπως είναι η νηνεμία πριν τη μεγάλη καταιγίδα που έρχεται; Οι μέρες που ακολουθούν θα φέρουν μαζί τους και την απάντηση. Στο μεταξύ, ας προσπαθήσουμε να βάλουμε την ιστορία στη σειρά.


Γάμος από συμφέρον

Ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς μπήκε στη ζωή μας το 2004, λίγο πριν τις εκλογές της 7ης Μαρτίου, βιαστικά και πρόχειρα, ως συμμαχία κομμάτων, σχηματισμών και ανθρώπων που άνηκαν σε ένα ευρύ φάσμα του χώρου (ανανεωτικοί, τροτσκιστές, μαοϊκοί, νεοσταλινικοί και -οι γενικά και αόριστα- αντικαπιταλιστές). Αν και η μεταξύ τους όσμωση είχε ξεκινήσει το 2001, μέσω των Ευρωπαϊκών Κοινωνικών Φόρουμ και του Χώρου Διαλόγου και Κοινής Δράσης, στην πραγματικότητα ποτέ δεν κατάφεραν να βρουν προγραμματικά σημεία ταύτισης. Ο ένας ανεχόταν τον άλλον και περίμεναν όλοι μαζί και ξεχωριστά να βγουν πολιτικά κερδισμένοι. Εξάλλου, η -τελικά προσωρινή- διάλυση της συμμαχίας λίγους μήνες αργότερα, ενόψει των ευρωεκλογών και της διχογνωμίας στο βασικό ζήτημα της Ευρώπης, φανερώνει του λόγου το αληθές.


Η κρίση ως “ευκαιρία”

Ακριβώς αυτή η έλλειψη υπαρκτών προγραμματικών συμπτώσεων ήταν που κρατούσε επί πολλά χρόνια τον ΣΥΡΙΖΑ σε χαμηλά ποσοστά. Μέχρι που ήρθε η οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση που τα σάρωσε όλα και με ορόσημο τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012 και μέσα σε ένα κλίμα απαξίωσης, φόβου, οργής, πολιτικών φτωχοποίησης και λαϊκισμού, ο ΣΥΡΙΖΑ, με επικεφαλής πλέον έναν νέο σε ηλικία πολιτικό, κατάφερε να γίνει αξιωματική αντιπολίτευση. Τότε μάλιστα η συμμαχία, σβήνοντας με μια μονοκονδυλιά τη διαχρονική “πίστη” της στην απλή αναλογική, έγινε ενιαίο κόμμα προκειμένου, σε περίπτωση εκλογικής πρωτιάς, να εκμεταλλευτεί το μπόνους των 50 εδρών. 

Η αρχή της ανόδου

Από εκείνο το σημείο και έπειτα η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη. Με απαρχή τις ευρωεκλογές του 2014 και αφού ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αναπτύξει όλη του την αντιπολιτευτική στρατηγική πάνω σε ανέξοδες υποσχέσεις, μεγάλα λόγια και εύκολα συνθήματα, στις αρχές του 2015 ήρθε η άνοδός του στην εξουσία. Ακολούθησε το καταστροφικό πρώτο εξάμηνο των δήθεν διαπραγματεύσεων, που με τη σειρά του οδήγησε στο (ψευδο)δημοψήφισμα του Ιουλίου και τελικά στην -επιβεβλημένη- κωλοτούμπα η οποία κράτησε τη χώρα στην Ευρώπη. Και όλα αυτά με μια συμμαχία ριζοσπαστικής αριστεράς και ψεκασμένης λαϊκοδεξιάς και με τον παντοδύναμο και αδιαμφισβήτητο αρχηγό -και πρωθυπουργό πλέον- να έχει το ελεύθερο να διαχειρίζεται όπως επιθυμεί τις τύχες της κυβέρνησης και του κόμματος. 


Μια χαμένη θητεία

Μέχρι που η αλλοπρόσαλλη κυβερνητική θητεία, με τα συνεχή πισωγυρίσματα, τους ερασιτεχνισμούς και την έλλειψη ουσιαστικής στρατηγικής, έφεραν την κοινωνική, πολιτική και τελικά εκλογική απαξίωση του κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο αρχηγός του είχαν πάψει να αρέσουν σε όσους κάποτε άρεσαν και δεν κατάφεραν ποτέ να αρέσουν σε όσους ποτέ δεν άρεσαν. Τελευταία απέλπιδα προσπάθεια ήταν η Συμφωνία των Πρεσπών, που αν και έλυνε θαρραλέα ένα ζήτημα χρόνων, τελικά αποδείχθηκε ότι ο μόνος λόγος που προσπάθησαν για αυτή ήταν προκειμένου να διχάσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους και να δώσουν δικαιολογία σε όσους έψαχναν εναγωνίως να μπουν στο “καράβι” του ΣΥΡΙΖΑ. 


Ο... ξένος αρχηγός

Και φτάνουμε στο σήμερα. Μετά από συνεχείς ήττες ο μέχρι πρότινος αδιαμφισβήτητος ηγέτης αποσύρθηκε και άφησε τους συντρόφους του να κάνουν τις επιλογές τους. Επιλογές όμως πάνω σε όσα ο ίδιος με τους συνεργάτες του, αλλά και την ανοχή όλων, είχε επιμελώς χτίσει: ένα κόμμα αρχηγικό, με απονευρωμένα όργανα, χωρίς γείωση στην κοινωνία, χωρίς επιρροή σε συνδικάτα και αυτοδιοίκηση. Προς τι λοιπόν η ένταση, οι εκατέρωθεν επιθέσεις και οι χαρακτηρισμοί του τελευταίου διαστήματος; Τίποτε περισσότερο από το μούδιασμα που προκάλεσε η άλωση του κόμματος από έναν… ξένο.


Μη πειστική αγωνία

Κανένα από τα στελέχη που ανησυχούν για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ υπό τη νέα ηγεσία δεν θα ένιωθε ενόχληση αν το κόμμα εξακολουθούσε μεν να είναι αρχηγικό, με άτυπες πρωινές συσκέψεις να έχουν αντικαταστήσει τα θεσμοθετημένα όργανα και με μηδαμινές εκλογικές επιδόσεις στις τοπικές κοινωνίες και τους επαγγελματικούς κλάδους, αν συνεχιζόταν η ελεγχόμενη εναλλαγή των τάσεων στην κομματική εξουσία. Έτσι, καθόλου πειστική δεν ακούγεται η όψιμη κριτική στη διαδικασία εκλογής του προέδρου -αλλά και της Κ.Ε. θυμίζουμε- από τη βάση, από ανθρώπους μάλιστα που συμμετείχαν πρόθυμα ως υποψήφιοι διεκδικητές της θέσης του αρχηγού.


Τώρα είναι αργά...

Ακριβώς αυτό το αρχηγικό και πολιτικά απονευρωμένο κόμμα, με τον ηγέτη του να μιλάει... αδιαμεσολάβητα με τη βάση, εκμεταλλεύτηκε ο “ξένος” που κατάφερε να τους “πάρει το κόμμα” και εκεί βασίζεται η ουσία της σημερινής εσωκομματικής σύγκρουσης. Κάποιοι συμφώνησαν, ανέχτηκαν και έκαναν τα “στραβά μάτια” επειδή οι αποφάσεις πάρθηκαν από κάποιον που νόμιζαν γνωστό τους. Τώρα, από στελέχη σε ένα κόμμα που μέχρι πρότινος δεν είχε αρχηγό, κινδυνεύουν να γίνουν στελέχη χωρίς κόμμα.