Αντιπολιτική;

Αγγελική Σπανού 18 Απρ 2014

Είναι μια δύσκολη και ενδιαφέρουσα συζήτηση που ξεκίνησε από τη στιγμή που το Ποτάμι άρχισε να κυλάει, ορμητικά, ανάμεσα στα κόμματα: Μήπως η αποδοκιμασία/απόρριψη -γενικά- του πολιτικού συστήματος οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς; Μήπως το αποτέλεσμα είναι ίδιο είτε εκφραστές του αντικομματισμού είναι ακραίοι λαϊκιστές είτε μετριοπαθείς ευρωπαϊστές;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κρίση εμπιστοσύνης στη σχέση πολιτών και πολιτικού συστήματος δοκιμάζει τα όρια του κοινοβουλευτισμού και του δημοκρατικού πολιτισμού. Εχουν σπάσει οι αρμοί, έχει χαθεί ο κώδικας συνεννόησης, αφού πέραν του πελατειακού όλα τα άλλα ήταν ατροφικά, είναι πολύ έντονη η τάση εκδίκησης και η τιμωρητική διάθεση απέναντι σε όσους μετέχουν στην υπόθεση της εξουσίας και ευθύνονται λιγότερο ή περισσότερο για τη χρεοκοπία. Είναι επίσης προφανές ότι η πολιτική ελίτ δεν δείχνει καμία διάθεση ουσιαστικής αλλαγής (κουλτούρας, αξιών, αισθητικής, επιδιώξεων) και προσπαθεί με μανία να συντηρήσει τα κεκτημένα της μεταβάλλοντας απλώς τις συνταγές επικοινωνίας. Είναι πολύ χαρακτηριστική η απροθυμία αποχώρησης από τη δημόσια σφαίρα ακόμη και προσώπων που έχουν κλείσει δύο, τρεις και τέσσερις δεκαετίες επαγγελματικής δραστηριότητας στα κοινά. Είναι εξίσου ενδεικτική η διάθεση των πρωταγωνιστών να προωθήσουν συγγενείς, φίλους, αυλικούς και το νέο αίμα του κομματικού σωλήνα προκειμένου να επιδειχθεί μια απατηλή ανανέωση που εξαντλείται σε ηλικιακή φρεσκάδα αναντίστοιχη της παλαιότητας ιδεών, αντιλήψεων, ύφους, ήθους, συμπεριφοράς, τρόπου ομιλίας και σκέψης.

Όχι μόνο αυτό, αλλά ο παλαιοκομματισμός δεν δείχνει καμία πρόθεση συμμόρφωσης και διόρθωσης, αλλά, αντίθετα, εργάζεται για την επιβίωση των δομών πάνω στις οποίες αναπτύχθηκε η ελληνική φούσκα: Το κοινωνικό μέρισμα από το πρωτογενές πλεόνασμα μοιράζεται με τη γνωστή προεκλογική επιδοματική λογική, πάρε ένα εφάπαξ μπόνους για να ψηφίσεις και μετά βλέπουμε, συνεχώς ανακοινώνονται προσλήψεις συμβασιούχων με εξευτελιστικούς μισθούς που όμως θα μπουν σε μια ομηρεία αναμένοντας την ανανέωση της σύμβασης αργοσχολώντας σε κάποιον ΟΤΑ, οι πρόωρες συνανταξιοδοτήσεις συνεχίζονται σαν να έχουμε τα πλέον εύρωστα ταμεία του δυτικού κόσμου και η υπόσχεση είναι για περισσότερο κρατισμό εφόσον το επιτρέψουν οι δημοσιονομικές συνθήκες, για παροχές δηλαδή που θα μοιράζονται από το Δημόσιο ανάλογα με τις πολιτικές οδηγίες.

Με αυτά τα δεδομένα, είναι προφανές ότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη σχέση πολιτών και πολιτικού συστήματος είναι δύσκολη και επομένως υπάρχει έδαφος για τις πολιτικές δυνάμεις που δείχνουν τον άλλο δρόμο, πέρα από τα κόμματα και τους μηχανισμούς τους. Αλλοι απλώς λαϊκίζουν και παίζουν με τα ένστικτα του αγριεμένου πλήθους, ζητώντας κατεδάφιση του υπάρχοντος σκηνικού και ό,τι γίνει, άλλοι ακολουθούν το δρόμο του πολιτικού ορθολογισμού για να υποστηρίξουν ότι ήρθε η ώρα να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους οι ερασιτέχνες, όσοι δηλαδή έκαναν άλλη δουλειά -με επιτυχία- πριν εμπλακούν στις δημόσιες υποθέσεις και στρέφονται στην πολιτική για να προσφέρουν, όχι για να υπάρξουν.

Οι γενικεύσεις και οι απλουστεύσεις είναι έτσι κι αλλιώς ο χειρότερος τρόπος ανάλυσης της πραγματικότητας, των σχέσεων, ακόμη και του εαυτού μας. Δεν είναι όλοι οι πολιτικοί κακοί ή άχρηστοι, δεν είναι όλα τα κόμματα από τη φύση τους επιβλαβή για την κοινωνική υγεία, δεν είναι το «νέο» ζήτημα χρονολογίας ούτε ενδυματολογικής επιλογής, δεν σηματοδοτούν οι ρυτίδες τον πολιτικό αναχρονισμό και δεν έχουν τις λύσεις όσοι απλώς δεν έχουν φθαρεί συμμετέχοντας στο πολιτικό παιχνίδι όπως παιζόταν μέχρι τώρα.

Από την άλλη, δεν γίνεται τίποτα με τους ίδιους και τους ίδιους, με τα ίδια λόγια και τα ίδια μυαλά, τους ίδια τηλεοπτικά δίδυμα να καβγαδίζουν και τους ίδιους σοφούς να διδάσκουν, πολύ περισσότερο δεν πάει άλλο με τις ίδιες διαδικασίες, τα οδοφράγματα που στήνουν τα κόμματα για να προστατεύουν την ηγεσία και την κλίκα, χρειάζεται οπωσδήποτε ένα γερό ταρακούνημα στο σύστημα, να αλλάξει ο αέρας, να μπει οξυγόνο, να αλλάξουν θέση τα πράγματα, να ανατραπούν βεβαιότητες, να καταρρεύσουν τα αυτονόητα, να διαμορφωθούν νέα δεδομένα, να μην ξέρουμε από πριν τι θα ειπωθεί και ποιο επιχείρημα θα αντιταχθεί – η έκπληξη είναι από μόνη της σχεδόν επαναστατικό στοιχείο όταν πρόκειται για τέλμα.

Η αντιπολιτική παράγεται από τους επαγγελματίες πολιτικούς, τους δοκιμασμένους. Η αντιπολιτική βρίσκεται στις θέσεις που είναι διαφορετικές προεκλογικά και διαφορετικές μετεκλογικά, στις ιδεολογίες που καλύπτουν την αδυναμία τους πίσω από μνημόνια, στα προγράμματα που κρύβουν την ανυπαρξία τους πίσω από τη διαρκή μετάθεσή τους σε ένα άδηλο μέλλον, στην κενολογία των βερμπαλισμών, στη σκοπιμότητα της πόλωσης για να υπάρχει ο ένας μέσα από την αντιπαλότητα με τον άλλο.

Η αντιπολιτική, είτε μιλάμε για εκδοχές του μπερλουσκονισμού και του γκριλισμού, είτε για άλλου είδους φαινόμενα, είναι η αιτία και όχι η συνέπεια, προηγείται και δεν ακολουθεί. Οι επαγγελματίες της πολιτικής, επιμένοντας αμετανόητα στη συντήρηση του status quo που τους ταιριάζει, δουλεύουν για την αντικατάστασή τους, για το σάρωμα του κόσμου τους, για το γκρέμισμα ενός σάπιου βασιλείου. Η πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν (Ποτάμι) δεν θα μπορούσε να γίνει επιτυχημένο σύνθημα χωρίς την πολιτική με το συγκεκριμένο κομματικό παρελθόν.