Αντιπολίτευση της «κακιάς ώρας»

Γιώργος Πανταγιάς 26 Αυγ 2020

Ο τρόπος που πολιτεύεται ένα μεγάλο κόμμα, το οποίο βρίσκεται στην αντιπολίτευση είναι δείκτης αξιοπιστίας, φερεγγυότητας και αποτελεσματικότητας. Κατ? αρχάς αποτυπώνει την ταυτότητα και τους προσανατολισμούς του. Το κυριότερο, δείχνει τον βαθμό προσαρμογής του στη ζώσα πραγματικότητα. Πρωτίστως, όμως, φανερώνει τη δυνατότητα κυβερνησιμότητάς του. Αλλά και το διαμέτρημα της ηγετικότητας του επικεφαλής του.

Έτσι μπορούμε να κρίνουμε και να αξιολογήσουμε την αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του. Με μια πρώτη αποτίμηση φαίνεται πως έναν χρόνο μετά την απώλεια της εξουσίας δεν έχει βρει τα αντιπολιτευτικά του πατήματα. Ούτε επιδεικνύει κάποια εύστοχη και συνεκτική στρατηγική. Ο λόγος κι η εικόνα του δεν παραπέμπουν σε κόμμα εξουσίας. Περισσότερο θυμίζουν κακέκτυπο άλλων εποχών και σχήμα διαμαρτυρίας.

Ο Αλέξης Τσίπρας μοιάζει αμήχανος και μπλοκαρισμένος. Την ηγετική του παράσταση απομειώνουν οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις και εξάρσεις. Προσπαθώντας δε να εξισορροπήσει διαμετρικά αντίθετες απόψεις, επιλέγει τον μέσο όρο. Ο συγκερασμός αντικρουόμενων αντιλήψεων σε καμιά περίπτωση δεν θεμελιώνει αποτελεσματική αντιπολιτευτική γραμμή. Το χειρότερο, αντιστρατεύεται την αξία και την εμβέλειά του, αναλώνοντας το πολιτικό του κεφάλαιο. Η δημοσκοπική καθίζηση το επιβεβαιώνει. Κάθε άλλο παρά τυχαία είναι. Η στείρα και καταγγελτική πρακτική αποδεικνύεται ατελέσφορη.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, πολιτευόμενος εκτός οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, αδυνατεί να εισπράξει ακόμη και την κριτική που δέχεται η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για τις αστοχίες και τις λανθασμένες επιλογές της. Στην ευρύτερη κοινή γνώμη καταγράφεται ως ένα κομματικό σχήμα παλαιάς κοπής. Η αυτοπαγίδευσή του σε υποδείγματα του παρελθόντος τον φέρει σε διάσταση με το τωρινό πολιτικό περιβάλλον.

Η πλειονότητα του εκλογικού σώματος, έπειτα από τη δεκαετή κρίση και την πανδημία, επιζητά πλέον μετριοπάθεια, πραγματισμό και προπαντός ρεαλιστικές προτάσεις. Άλλωστε, στο πεδίο αυτό οφείλει την κυριαρχία του ο σημερινός πρωθυπουργός.

Ο ιδεολογικοπολιτικός εξοπλισμός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρίθει από παλιές, δοκιμασμένες και αποτυχημένες συνταγές. Ο κρατισμός, ο λαϊκισμός κι ο εθνικισμός δεν συνθέτουν προοδευτικές πολιτικές. Αντιθέτως, είναι βαθιά συντηρητικές και αποπνέουν μούχλα.

Το πρόβλημα γίνεται οξύτερο κι από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο τμήμα του στελεχικού του δυναμικού αποτελείται από ιδεοληπτικούς παλαιοκομματικούς. Αλλά και από πολιτικούς πρόσφυγες που προήλθαν από το βαθύ και αναχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, καθώς και από τη συντηρητική Δεξιά. Ο εναγκαλισμός όλων αυτών με τον ΣΥΡΙΖΑ επιτείνει περαιτέρω την εκτίμηση πως πρόκειται για έναν πολτοποιημένο σχηματισμό, στερούμενο καθαρού και ισχυρού προοδευτικού στίγματος. Οι θέσεις και οι απόψεις που ασπάζονται τα διάφορα στελέχη του δεν συγκροτούν σύγχρονη στρατηγική πρόταση, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του μετασχηματισμού, τον οποίο προτάσσει ο Αλέξης Τσίπρας.

Οι οξείες βολές για τους κυβερνητικούς χειρισμούς στα καίρια ζητήματα της υγειονομικής κρίσης και των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν στοιχειοθετούν δημιουργική αντιπολίτευση. Πόσω μάλλον υπεύθυνη και προοδευτική πολιτική. Έτσι βλέπουμε να στενεύουν οι κοινωνικοί και πολιτικοί ορίζοντες του ΣΥΡΙΖΑ, εμποδίζοντας τον να δημιουργήσει γέφυρες επικοινωνίας με ευρύτερες κατηγορίες πολιτών.

Η κυβερνητική του θητεία αποτιμήθηκε και αποδοκιμάστηκε. Το ίδιο και η πρωθυπουργία του Αλέξη Τσίπρα. Το αποτύπωμά τους στη διακυβέρνηση του τόπου –θετικό ή αρνητικό- δεν διαγράφεται. Όπως επίσης δεν παραβλέπονται και οι σκιερές πλευρές ορισμένων στελεχών του.

Η επιτυχία του πρώην πρωθυπουργού συνίσταται στο ότι ανέδειξε ένα μικρό κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς σε κυβερνητική δύναμη. Όπως και το ότι κατέλαβε τον κοινωνικό και εκλογικό χώρο της Κεντροαριστεράς, τον οποίο άλλοτε εκπροσωπούσε το ΠΑΣΟΚ. Το πλεονέκτημά του είναι ότι διατηρεί μια αδιαμεσολάβητη σχέση με την πολιτική βάση του ρεύματος που εκφράζει και εκπροσωπεί.

Ο διακηρυγμένος μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ θα πέσει στο κενό όσο η ηγεσία του παραμένει δέσμια αναχρονισμών, ιδεοληπτικών εμμονών και παρωχημένων αντιλήψεων. Ασκώντας μια αντιπολίτευση της «κακιάς ώρας», το μόνο που επιτυγχάνεται είναι να προκαλείται θόρυβος και τίποτα άλλο.

Η μετεξέλιξη ενός κόμματος σε κάτι διαφορετικό από εκείνο που μέχρι πρότινος ήταν, αναμφίβολα αποτελεί δύσκολο και απαιτητικό εγχείρημα. Προϋποθέτει μια πραγματική ανασύσταση με νέες δυνάμεις, ιδέες και προσεγγίσεις. Και προπαντός στιβαρή ηγεσία που θα ενσαρκώνει μια εναλλακτική πρόταση.