Στη Σερβία ο Πρόεδρος Tadic είναι παρελθόν. Από σήμερα, την τύχη της γειτονικής μας χώρας θα καθορίζει το πρώην δεξί χέρι του Vojislav Sesel, κατηγορούμενου για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ο λόγος για τον εθνικιστή Tomislav Nikolic.
Δεν είναι πρώτη φορά που οι Βρυξέλλες θα αναγκαστούν να εργαστούν με άτομα που δεν ταιριάζουν με τις επιλογές της. Άλλωστε, ο Υπουργός Εσωτερικών της Σερβίας το 2008, όταν δόθηκε στους Σέρβους πολίτες το πολυπόθητο δικαίωμα να ταξιδεύουν χωρίς VISA στην Ευρώπη, ήταν ο Ivica Dacc, ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος και άλλοτε βοηθός του Milosevic. Όμως, υπάρχουν κόκκινες γραμμές στις Βρυξέλλες που δε σχετίζονται με την επιλογή προσώπων.
Το ερώτημα είναι τι θα γίνει με το διάλογο Βελιγραδίου και Πρίστινα. Οι Βρυξέλλες έχουν καταστήσει ξεκάθαρο το γεγονός ότι η πορεία του Βελιγραδίου προς τις Βρυξέλλες περνάει από την αναγνώριση της Κοσόβου. Αλλά αυτό είναι κάτι που ο Nikolic δε θα κάνει. Αντίθετα, στο παρελθόν έχει δείξει ότι μπορεί να «παίξει» ένα παιχνίδι ισορροπίας δυνάμεων, προτάσσοντας τη συμμαχία του με τη Ρωσία.
Η Ρωσία για δεκαετίες δεν είχε λόγο στα Βαλκάνια. Μπορεί Ο Lavrov να έμαθε για την εκκίνηση των βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ καθοδόν προς την Ουάσιγκτον, όταν γύρισε το αεροπλάνο του και επέστρεψε στη Μόσχα, αλλά η διαφωνία της Ρωσίας δεν είχε τότε μεγάλο ειδικό βάρος. Τότε η Ρωσία ήταν σε οικονομικά απελπιστική κατάσταση. Από τότε όμως έχει τριπλασιάσει το ΑΕΠ της και κυριαρχεί στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας αναπτύσσοντας μια «ειδική σχέση» με τη Γερμανία. Και στα Βαλκάνια, τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Η Gazprom έχει αγοράσει το μονοπώλιο φυσικού αερίου και διύλισης πετρελαίου στη Σερβία (τον μεγαλύτερο εργοδότη της χώρας), ενώ παράλληλα η Μόσχα είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σερβικών προϊόντων. Παράλληλα, η χρήση του Κοσόβου ως «νομικό προηγούμενο» εκ μέρους της Ρωσίας προκειμένου να νομιμοποιήσει την πολιτική της στον Καύκασο (Αμπχαζία και Οσετία) έχουν δημιουργήσει ένα εθνο-πατριωτικό δεσμό Μόσχας-Βελιγραδίου που παραπέμπει σ’ ένα κακέκτυπο του τσαρικού πανσλαβισμού του 19ου αιώνα. Η φαντασίωση της τελικής αναμέτρησης με την Ευρώπη έχει στη Σερβία πολλές ομοιότητες με το συναίσθημα της ταπείνωσης της Γερμανίας του μεσοπολέμου. Για όσους βίωσαν από κοντά τον πόλεμο είτε στο μέτωπο είτε στο Βελιγράδι, υπάρχει μια διάχυτη εντύπωση ότι η ιστορία γράφετε από τους νικητές. Και, όπως στη Γερμανία του μεσοπολέμου, δεν είναι λίγοι που ελπίζουν ότι η αναθεώρηση του status quo θα σημάνει επίσης μια αναθεώρηση της ιστορικής αφήγησης.
Η Ελλάδα μέχρι σήμερα μπορούσε να μετριάσει τις ακραίες σερβικές φυγόκεντρες δυνάμεις. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στις διαφορετικές, αλλά πάντα συμβατές με το κοινοτικό κεκτημένο επιλογές της Αθήνας, όπως η μη αναγνώριση του Κοσόβου. Ούτε φυσικά στη συνεχή ροή ξένων άμεσων επενδύσεων από την Ελλάδα στη Σερβία, που σε καμία περίπτωση δε μπορούν να συγκριθούν με το μέγεθος των ρωσικών ή γερμανικών επενδύσεων. Οφείλεται ίσως περισσότερο στην εικόνα μιας «αδελφής» ορθόδοξης δύναμης, που δρούσε αντισταθμιστικά και εξισορροπητικά σε συμβολικό επίπεδο έναντι της Ρωσίας. Αυτή η δυναμική παρουσία έχει προφανώς χάσει την αίγλη της δεδομένης της οικονομικής κρίσης.
Ακόμα και εάν ο Tadic διατηρήσει ένα ρόλο σε συγκατοίκηση με τον Nikolic, είναι προφανές ότι διάλογος για το Κόσοβο δε μπορεί να γίνει. Και είναι επίσης προφανές ότι, συνολικά, η Ευρώπη στα Βαλκάνια φαίνεται να χάνει το μονοπώλιο του οράματος. Με την ανάδυση περιφερειακών δυνάμεων όπως η Ρωσία και, ολοένα και περισσότερο, η Τουρκία, γίνεται βιώσιμη μια αφήγηση «εναλλακτικών κατευθύνσεων». Συνεπώς, η Ε.Ε. και το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης χάνει την αλλοτινή ηθική αίγλη ενός πεπρωμένου, για άλλους επιθυμητού, για άλλους απλά αναπόφευκτου. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει πεπρωμένο. Τη στιγμή που η Ε.Ε. δεν έχει συμβολικές κόκκινες γραμμές, η ιστορική αφήγηση τίθεται υπό αναδιαπραγμάτευση. Ολοένα και περισσότερο, η πολιτική καλής γειτονίας της Ε.Ε. διέπεται από τον ρεαλισμό των άμεσων γεγονότων, των άμεσων απειλών. Καθώς βιώνουμε το 1989 της Δυτικής Ευρώπης, μόνο οι απειλές μιας ολικής οικονομικής καταστροφής φαίνεται να διατηρούν το κύρος τους. Το αύριο ανήκει στο αύριο. Σήμερα, η Ε.Ε. μιλά με όρους καθαρής ισχύος, που είναι ένδειξη αδυναμίας. Και αυτή η κατεύθυνση χωρίς αξιακή πυξίδα, καθώς ο Nikolic αντικαθιστά τον Tadic, είναι ίσως η καλύτερη ένδειξη ότι μάλλον «στραβά αρμενίζουμε».
.
Η Μαριλένα Κοππά είναι ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ