Εκτιμώ τον Φώτη Κουβέλη, τόσο ως έντιμο και αξιόλογο άνθρωπο όσο και ως σοβαρό και ικανό πολιτικό. Πιστεύω ότι η υπεύθυνη και τολμηρή υποστήριξη της τρικομματικής κυβέρνησης το 2012 ήταν μια πολιτική κίνηση που διέσωσε το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας.
Δεν είμαι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ, ούτε συμμετείχα στο Συνέδριο που την εξέλεξε το 2011, αφού ο Τομέας Παιδείας δεν μου έκανε την τιμή να με ορίσει σύνεδρο. Αν ωστόσο ήμουν παρών κατά την ομιλία του Φώτη Κουβέλη στην συνεδρίαση της 21/9/2013, θα απαντούσα μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα.
Η στιγμή είναι κρίσιμη. Η χώρα στενάζει, αλλά διακρίνεται στο βάθος κάποια αμυδρή ελπίδα. Η ΔΗΜΑΡ βρίσκεται σε δημοσκοπικό κατήφορο και χάνει πολύτιμα στελέχη. Απαιτείται λοιπόν ένας λόγος συγκεκριμένος, τεκμηριωμένος, αποτελεσματικός. Αντ’αυτού προτείνουμε αοριστολογίες και γενικολογίες και καυχόμαστε ότι «εμείς δεν ψηφίσαμε τα μνημόνια».
Ο επί θύραις κίνδυνος από την ακροδεξιά δεν απαιτεί έκτακτα νομοθετικά μέτρα αλλά αποφασιστική και συνεπή εφαρμογή των υπαρχόντων νόμων, ενδεχομένως με μικρές συμπληρώσεις. Μάλλον άχρηστες είναι οι υπερβολές, όπως αυτή που αντιπροσώπευε το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο της ΔΗΜΑΡ.
Η έκφραση «η κοινωνία έχει υπερβεί τα όρια της αντοχής της» είναι λαϊκισμός αταίριαστος σε αριστερό κόμμα. Τί να πουν τότε τα δισεκατομμύρια των φτωχών του πλανήτη;
Όταν κατηγορούμε την «κυρίαρχη αφήγηση της απαρέγκλιτης εφαρμογής του μνημονίου» και ζητούμε «το πρόγραμμα να υποστεί ουσιαστικές αλλαγές», οφείλουμε να ορίσουμε ποια θα μπορούσε να είναι η μη απαρέγκλιτη εφαρμογή του μνημονίου και να δώσουμε όνομα στις ουσιαστικές αλλαγές. Τί συγκεκριμένα προτείνουμε για να επιτευχθεί η «παραγωγική ανασυγκρότηση με διαρθρωτικές αλλαγές στη διοίκηση και στο αναπτυξιακό πρότυπο, η αποδοτική διαχείριση πόρων και η προώθηση μεταρρυθμίσεων»; Πώς θα γίνουν «μεταρρυθμίσεις που δεν θα μεταφέρουν τα βάρη της εφαρμογής στους πολίτες», ένα «συνεκτικό πρόγραμμα εξυγιαντικών, εκσυγχρονιστικών και δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων στο κράτος και την οικονομία και ταυτόχρονα ένα εθνικό προοδευτικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης»; Τα είδε κανείς; Τα εκπονήσαμε; Ή μήπως αερολογούμε ανεξόδως;
Σύμφωνοι, χρειάζεται «ένα μεταρρυθμιστικό μέτωπο που θα κρίνει πολλά στην πορεία της χώρας». Όμως, όταν φθάνουμε στα συγκεκριμένα, πάλι γενικολογούμε. Ζητούμε: την αποτροπή της επιβολής νέων μέτρων, την μη αύξηση φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης, την αλλαγή των ρυθμίσεων διακανονισμού των υποχρεώσεων των πολιτών στο κράτος και τις τράπεζες, τη διατήρηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας (ακόμα και αν είναι 300 τ.μ.!), τη λήψη υποστηρικτικών μέτρων για τους ανέργους και την αναμόρφωση των συστημάτων επιδότησης ανεργίας με στόχο την αύξηση του χρόνου επιδότησης και διεύρυνση των ωφελουμένων, την προώθηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, την παροχή ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, την αποσύνδεση της κινητικότητας από απολύσεις (δηλαδή να μην φύγει κανείς από τον δημόσιο τομέα!). Έχουμε καταλάβει ότι η οικονομία είναι σύστημα αλληλεξαρτώμενων στοιχείων; Ακόμα και όλα τα Νόμπελ Οικονομίας μαζί δεν θα κατάφερναν να κάνουν μια βιώσιμη σύνθεση των παραπάνω. Μήπως γι’αυτό πάμε στο 2%;
Ισχυριζόμαστε ότι «το διαφορετικό σχέδιο προϋποθέτει μια διαρκή και επίμονη διεκδίκηση έναντι των εταίρων», επιθυμούμε πιο μαχητική διαπραγμάτευση. Απαιτούμε «το τέλος της εποχής των μνημονίων λιτότητας». Ζητούμε «μείωση των επιβαρύνσεων του χρέους με περικοπή μέρους του». Άραγε συνειδητοποιούμε πόσο λαϊκισμό αναδύει η προφανής αγνόηση του συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη αλλά και της εχθρικής στάσης πολλών ευρωπαϊκών κοινωνιών απέναντι στην δική μας;
Ζητούμε «αλλαγή του εκλογικού συστήματος, με καθιέρωση της απλής αναλογικής». Ωστόσο η πολιτική επιστήμη δεν αναγνωρίζει καλά και κακά εκλογικά συστήματα αλλά συστήματα κατάλληλα ή ακατάλληλα για διάφορες πολιτικές συνθήκες. Έχουμε μελετήσει τις συγκεκριμένες συνέπειες, τί θα επακολουθούσε από την εφαρμογή της απλής αναλογικής στην Ελλάδα σήμερα;
Ισχυριζόμαστε ότι «η χώρα χρειάζεται τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις» αλλά αυτές ακριβώς ανατρέψαμε.
Και ερχόμαστε στον περίφημο «τρίτο πόλο» που «πρέπει να είναι ισχυρός». Μετριοφρόνως επιδιώκουμε «να γίνει μια ελκυστική πρόταση εξουσίας η οποία θα καθορίσει τη νέα πορεία της χώρας» και «να λειτουργήσει ως σταθεροποιητικός παράγοντας για την κυβερνησιμότητα της χώρας». Θέλουμε μαζί μας όσους «αποδέχονται την αναγκαιότητα μεγάλων αλλαγών, πιστεύοντας ταυτόχρονα ότι η διεκδίκηση μιας δίκαιης κοινωνίας είναι παρούσα». Οι δυνάμεις που θα τον συγκροτήσουν «εντοπίζονται σε ένα ευρύ φάσμα, στο χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού, της σοσιαλδημοκρατίας, της πολιτικής οικολογίας, των νέων κοινωνικών κινημάτων». Βέβαια την σοσιαλδημοκρατία μάλλον από υποχρέωση την βάζουμε, αφού ουσιαστικά την απορρίπτουμε. Όσο για τα υπόλοιπα, διακρίνονται για την αοριστία τους. Πρόκληση προς ασαφείς πολιτικούς χώρους. Τί πραγματικά σκοπεύουμε να κάνουμε;
«Επιδίωξή μας είναι ο πόλος αυτός…να δώσει πολιτικό χώρο στους νέους ανθρώπους». Έχουμε κοιτάξει το μέσο όρο ηλικίας των ανθρώπων που μας περιβάλλουν; Λίγος ρεαλισμός δεν θα έβλαπτε. Εξ άλλου, «το εγχείρημα αυτό δεν μπορεί εκ προοιμίου να αφορά όσους ταυτίζονται με τις σημερινές κυβερνητικές επιλογές». Άρα το σημερινό ΠΑΣΟΚ αποκλείεται, απομένουν ο Καστανίδης, ίσως ο Λοβέρδος (κάπως άσχετος με όσα προχωρημένα προοδευτικά είπαμε παραπάνω…), γιατί όχι και η Κατσέλη; Ναι μεν προς το παρόν δεν το βλέπουμε έτσι, η σκέψη όμως αναπόφευκτα πηγαίνει σε ένα άλλο χώρο όπου έχουν καταφύγει μπόλικοι από αυτούς…