Η απόφαση των ΗΠΑ για μερική άρση του εμπάργκο όπλων προς τους Ελληνοκύπριους, δηλητηριάζει τις ελπίδες για ειρήνη στην Ανατολική Μεσόγειο και είναι ασύμβατη με το πνεύμα της συμμαχίας, ανέφερε αργά χθες το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών.
Όπως υπογραμμίζει η ανακοίνωση: «Η σημερινή απόφαση των ΗΠΑ για την άρση του εμπάργκο όπλων κατά της Ελληνοκυπριακής Διοίκησης αγνοεί την ισότητα και την ισορροπία μεταξύ των δύο λαών στο νησί. Είναι βέβαιο ότι αυτή η απόφαση θα πλήξει τις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού ζητήματος».
Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών τόνισε ότι σε μια περίοδο εν εξελίξει προσπαθειών για μείωση των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, οι ΗΠΑ λαμβάνουν μια τέτοια απόφαση που είναι ασύμβατη με το πνεύμα της συμμαχίας.
«Αναμένουμε από τις ΗΠΑ να επανεξετάσουν την απόφασή τους και να υποστηρίξουν τις υπάρχουσες προσπάθειες για την επίτευξη ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή», συμπληρώνει η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΕΞ, προειδοποιώντας πως σε διαφορετική περίπτωση: «Η Τουρκία, ως εγγυήτρια χώρα για την Κύπρο, θα λάβει αποφασιστικά τα απαραίτητα μέτρα για να εγγυηθεί την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων σύμφωνα με τη νομική και ιστορική ευθύνη της».
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε τη Δευτέρα τη μερική άρση του εμπάργκο πώλησης αμερικανικών όπλων στη Κυπριακή Δημοκρατία. Η συγκεκριμένη κίνηση γίνεται στο πλαίσιο του γνωστού Νόμου «EastMed Act» και θα έχει μερικό χαρακτήρα, καθώς η απαγόρευση για την πώληση όπλων που έχουν φονικό χαρακτήρα (lethal weapon) θα παραμείνει σε ισχύ.
Η άρση του εμπάργκο αφορά το δημοσιονομικό έτος 2020-2021 και θα έχει τη δυνατότητα να ανανεωθεί. Όπως εξήγησε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η αμερικανική διπλωματία κινείται στη γραμμή πράττοντας και βλέποντας και για αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν κάνει απότομες αλλαγές αλλά προχώρα βήμα-βήμα σε προσεκτικές κινήσεις.
Σε κάθε περίπτωση πάντως το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έσπευσε να διευκρινίσει, ότι η συγκεκριμένη κίνηση δεν συνδέεται με την Ελλάδα, την Τουρκία και το Αιγαίο, αλλά έχει να κάνει με την στρατηγική αναβάθμιση της συνεργασίας με την Κύπρο, η οποία, όπως σημείωσε, θα λειτουργήσει ευεργετικά τόσο για την ίδια την περιοχή όσο και για τα εθνικά συμφέροντα ασφάλειας των ΗΠΑ.