Ανθυγιεινό κλίμα

Αγγελος Στάγκος 17 Οκτ 2012

Είναι κοινή η διαπίστωση ότι η λεγόμενη διαπραγμάτευση με την τρόικα τραβάει σε μάκρος. Ο χρόνος είναι μετρήσιμο μέγεθος και επομένως δεν επιδέχεται αμφισβήτησης το γεγονός της μεγάλης διάρκειας και των παλινωδιών που παρατηρούνται στη συγκεκριμένη διαδικασία. Η διαδεδομένη άποψη, που ενισχύεται από κυβέρνηση και μίντια, είναι ότι η ευθύνη για την καθυστέρηση βαραίνει την τρόικα, ενώ κατά άλλους βαραίνει και τις δύο πλευρές.

Το πιθανότερο είναι ότι για την καθυστέρηση ευθύνονται και οι δύο πλευρές. Η τρόικα ευθύνεται γιατί προβάλλει νέες απαιτήσεις ιδίως στα εργασιακά, που δεν υπήρχαν στα Μνημόνια (ωριμάνσεις, αποζημιώσεις), με το επιχείρημα της ανάγκης να μειωθεί ακόμη περισσότερο το κόστος, ώστε το περιβάλλον να γίνει πιο ευνοϊκό για τη λειτουργία μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς στις μικρομεσαίες δεν ισχύει τίποτα πλέον. Η ελληνική πλευρά ευθύνεται γιατί άφησε να περάσει μεγάλο διάστημα μετά τις εκλογές προκειμένου να ενεργοποιηθεί, αντί να σπεύσει να διατηρήσει το «μομέντουμ» που υπήρχε επί κυβέρνησης Παπαδήμου.

Δεν αποκλείεται επίσης οι δύο πλευρές να έχουν και άλλα κατά νουν. Ενδεχομένως η τρόικα να επιδιώκει την καθυστέρηση για να ολοκληρωθεί η ζύμωση – αντιπαράθεση μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων σχετικά με την κάλυψη του κόστους της επιμήκυνσης και του τρόπου κουρέματος του χρέους για να είναι βιώσιμο. Τότε θα έχει μεγαλύτερη ευχέρεια να προσαρμόσει την έκθεσή της στις πολιτικές αποφάσεις Ευρωπαίων και ΔΝΤ, καθώς θα έχουν περάσει και οι αμερικανικές εκλογές. Αντίστοιχα, η κυβέρνηση προσπαθεί να δώσει την εντύπωση ότι μάχεται και διαπραγματεύεται για να περισώσει ό,τι μπορεί να περισωθεί, επιρρίπτοντας ταυτόχρονα τις ευθύνες σε προηγούμενες κυβερνήσεις, αν και η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και κάποιοι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ σήμερα είχαν ψηφίσει τα Μνημόνια και ήταν σε γνώση των προαπαιτουμένων.

Με όλα αυτά και άλλα, είναι σαφές ότι η κυβέρνηση δεν γνωρίζει πού, πώς και πότε θα καταλήξει η διαδικασία της διαπραγμάτευσης με την τρόικα, ούτε και το τι πρόκειται να επακολουθήσει. Αλλά είναι επίσης φανερό ότι όσο περισσότερο «σέρνεται» αυτή η κατάσταση τόσο περισσότερο βαραίνει η πολιτική ατμόσφαιρα. Τα κόμματα και οι κοινοβουλευτικές ομάδες που στηρίζουν την κυβέρνηση χαρακτηρίζονται από αμφιθυμία εν όψει της κατάθεσης και της ψήφισης των νέων μέτρων και των μεταρρυθμίσεων στη Βουλή, οι συνδικαλιστές, οι συντεχνίες και τα κόμματα της αντιπολίτευσης προσπαθούν να κλιμακώσουν τις αντιδράσεις, κυκλοφορούν λίστες στο Διαδίκτυο με δήθεν καταθέσεις πολιτικών, η Χρυσή Αυγή παραβιάζει μεθοδικά και στοχευμένα νόμους για να υπονομεύσει (μαζί με ιεράρχες και το «λόμπι της δραχμής») την κοινοβουλευτική δημοκρατία, ο δημόσιος διάλογος μένει αγκυλωμένος στον λαϊκισμό και ο κόσμος είναι παραζαλισμένος.

Με τέτοιο ανθυγιεινό κλίμα η πιθανότητα ενός «ατυχήματος» αυξάνεται σημαντικά, παρά τη στροφή της γερμανικής κυβέρνησης που τελευταία δείχνει αποφασισμένη να συμβάλει στη διατήρηση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.