Άνθρωποι-Σκουπίδια

Πάνος Χριστοδούλου 01 Απρ 2012

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων: Προφανώς και είναι κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας να ελέγχει τα σύνορά της καθώς και να αποφασίζει το ποιος εισέρχεται, παραμένει ή οφείλει να εγκαταλείψει την επικράτειά της. Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν, είναι δικαίωμα της χώρας μας να δημιουργεί και χώρους που θα διευκολύνουν την απομάκρυνση όσων πρέπει να φύγουν.

Το δικαίωμα όμως αυτό δεν είναι υπεράνω κάποιων υποχρεώσεων, που έχει η Ελλάδα ως χώρα και οι οποίες δεν πηγάζουν από φιλανθρωπία, αλλά από νομικές δεσμεύσεις, ρητά διατυπωμένες στο ημεδαπό, ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο. Ανάμεσα στις υποχρεώσεις αυτές είναι η παροχή διεθνούς προστασίας σε όσους τη δικαιούνται (πρόσφυγες και άτομα που δεν πρέπει να επιστρέψουν στη χώρα τους για λόγους ανωτέρας βίας ή γιατί κινδυνεύουν να υποστούν εκεί κάποια σοβαρή βλάβη), καθώς και η ένταξή τους. Επίσης, υποχρέωση της Ελλάδας είναι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσων βρίσκονται στην επικράτεια, είτε είναι Έλληνες είτε ξένοι, ανεξαρτήτως του τρόπου που βρέθηκαν και παραμένουν σε αυτή.

Για τα λεγόμενα λοιπόν, «Κέντρα Κλειστής Προσωρινής Φιλοξενίας Μεταναστών», που με τόση σπουδή ανακοίνωσε ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, τίθενται δύο ερωτήματα: πόσο απαραίτητα θα ήταν αν η Ελλάδα έδειχνε συνέπεια στις παραπάνω υποχρεώσεις της; Θα λειτουργήσουν τα Κέντρα με τέτοιο τρόπο ώστε τα ανθρώπινα δικαιώματα όσων «φιλοξενηθούν» εκεί να είναι σεβαστά;

Για το πρώτο ερώτημα, είναι προφανές πως αν η Ελλάδα τηρούσε τις υποχρεώσεις της, προστάτευε στην πράξη τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και είχε μια πολιτική ένταξής τους, δεν θα υπήρχε η κατάσταση που υπάρχει τώρα και τα Κέντρα αυτά δεν θα παρουσιάζονταν από την ελληνική πολιτεία ως απαραίτητα (ενώ ουσιαστικά είναι απόδειξη παταγώδους αποτυχίας της). Για το δεύτερο ερώτημα, δυστυχώς, η ίδια η πράξη δείχνει πως δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι οι συνθήκες που θα υπάρξουν στα Κέντρα αυτά θα είναι τέτοιες που δεν θα θίγουν την αξιοπρέπεια και τα θεμελιώδη δικαιώματα όσων «φιλοξενηθούν» εκεί. Οι παραμένουσες άθλιες συνθήκες κράτησης στον Έβρο αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα και ο τρόπος με τον οποίο τα αστυνομικά όργανα αντιμετωπίζουν τους κρατούμενους, μας κάνει δικαιολογημένα πολύ επιφυλακτικούς για το τι πρόκειται να συμβεί μέσα σε αυτά τα νέα Κέντρα, που θέλει να δημιουργήσει το Υπουργείο.

Σε ό,τι αφορά στους ανθρώπους που δικαιούνται διεθνή προστασία, πάλι, λαμβάνοντας υπόψη τη μέχρι σήμερα στάση των Αρχών, είναι εύλογο να υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για τον αν στα Κέντρα Κλειστής Φιλοξενίας θα υπάρξει η κατάλληλη μέριμνα για αυτούς. Οι δηλώσεις του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ότι στα Κέντρα αυτά δεν θα θιγούν οι δικαιούχοι πολιτικού ασύλου, δεν μπορούν να λειτουργήσουν καθησυχαστικά. Και αυτό γιατί μπορεί μεν ο Υπουργός στις δηλώσεις του να χαρακτηρίζει το άσυλο «υπέρτατο ανθρώπινο δικαίωμα», όμως φαίνεται ότι η ελληνική διοίκηση έχει διαφορετική αντίληψη. Μέχρι τώρα, η αστυνομία στην ουσία εμποδίζει την πρόσβαση στο άσυλο. Στην Αθήνα για παράδειγμα, γίνεται δεκτή η κατάθεση μονάχα 20 αιτημάτων την εβδομάδα ενώ οι υπόλοιποι εκατοντάδες αιτούντες στην κυριολεξία εκδιώκονται. Ίδια ή παρόμοια συμπεριφορά παρατηρείται και στη υπόλοιπη Ελλάδα, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η αστυνομία εξαπατά αιτούντες βάζοντας τους -εν αγνοία τους- να υπογράψουν αιτήσεις παραίτησης από τη διαδικασία ασύλου και επαναπροωθεί ή απελαύνει ανθρώπους που στη χώρα τους υπάρχει κίνδυνος για τη σωματική τους ακεραιότητα και τη ζωή τους. Επιπλέον, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, κατά τη σύλληψη και κράτηση όσων εισέρχονται παράτυπα στη χώρα, δεν υπάρχει διαδικασία εντοπισμού ευάλωτων πληθυσμών (πρόσφυγες, ανήλικοι, θύματα βασανιστηρίων θύματα trafficking), ενώ σε πολλές περιπτώσεις καταγράφoνται λανθασμένα εθνικότητες και ηλικίες. Αποτέλεσμα είναι, ακόμη και παιδιά, να μην λαμβάνουν καμία προστασία από την Ελληνική πολιτεία (παρόλο που είναι υποχρέωσή της) και να γίνονται αντικείμενα παντός είδους εκμετάλλευσης.

Με δεδομένη όλη αυτή την κατάσταση που επικρατεί σήμερα, δεν είναι παράλογες οι έντονες ανησυχίες για το πως θα λειτουργήσουν στην πράξη αυτά τα Κέντρα. Το πιο ανησυχητικό όμως από όλα είναι ότι η όλη συζήτηση ενισχύει τις ρατσιστικές και ξενοφοβικές τάσεις που παρατηρούνται ιδιαίτερα αυξημένες σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Ενόψει εκλογών και θέλοντας να ξανακερδίσει το ακροατήριο που έχασε επειδή δεν διάβασε το Μνημόνιο, ο Υπουργός παίζει το επικίνδυνο παιχνίδι της ακροδεξιάς, που λατρεύουν πολλά ΜΜΕ και το οποίο επενδύει στο φόβο και καλλιεργεί το μίσος. Ήδη η ρητορική που έχει επιλεγεί είναι ενδεικτική: οι άνθρωποι που προορίζονται για «φιλοξενία» σε αυτά τα Κέντρα, χωρίς να απασχολήσουν ποτέ κανέναν οι αιτίες που τους έφεραν στη χώρα μας, παρομοιάζονται με βόμβες, που απειλούν τη δημόσια υγεία, την ασφάλεια, την Ελλάδα ολόκληρη. Επίσης άλλες εκφράσεις, όπως «επιχειρήσεις σκούπα», που θα «καθαρίσουν το κέντρο», δείχνει ότι οι άνθρωποι αυτοί θεωρούνται σκουπίδια.

Και αυτή φοβάμαι, είναι η χειρότερη κατάπτωση, στην οποία μπορεί να οδηγηθεί μία κοινωνία που βρίσκεται ήδη σε βαθιά κρίση: να φτάσει να θεωρεί «σκουπίδια» κάποιους συνάνθρωπούς της και στο άκουσμα των Κλειστών Κέντρων Φιλοξενίας, αντί να κάνει ανατριχιαστικούς συνειρμούς με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, να τα θεωρεί λύση. «Τελική λύση»;

*Ο Πάνος Χριστοδούλου είναι διευθυντής στο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ).