Στην προσπάθεια αποτίμησης της πιθανής ευεργεσίας από τις μειώσεις των ορίων κατώτατων μισθών, συνήθως εξετάζονται δύο βασικά πράγματα:
Πρώτον, αν υπήρξε βελτίωση του δείκτη ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας και δεύτερον, αν δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας, εξαιτίας του πακέτου αποδοχών για νεοπροσλαμβανόμενους εργαζόμενους από επιχειρήσεις.
Ως προς το πρώτο, είναι αλήθεια δεν προέκυψε σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας λόγω μείωσης του εργατικού-υπαλληλικού κόστους, κάτι που έπρεπε ήδη να έχει κατευθύνει τις επιχειρήσεις στην αναζήτηση και ανάλυση και άλλων λόγων που επιδρούν επί του κριτηρίου της ανταγωνιστικότητας π.χ. καινοτομία, ποιοτική υπεροχή, νέες τεχνολογίες, branding κα, ώστε αντίστοιχα να αναπροσαρμοστούν και οι επιχειρησιακές στρατηγικές στην ανασχεδίαση αφενός, του μίγματος προϊόντος και στον αναπροσανατολισμό αφετέρου, των αγορών- στόχων εσωτερικού και εξωτερικού.
Η παραγωγικότητα, από την άλλη, ως συνέπεια της ανταγωνιστικότητας καταβαραθρώθηκε και όπως ήταν αναμενόμενο το κόστος εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος αυξήθηκε και επιβάρυνε περαιτέρω τη λειτουργία της επιχείρησης.
Ως προς το δεύτερο, είναι γεγονός ότι επίσημα στοιχεία όσον αφορά τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας δεν υπάρχουν, ωστόσο πρέπει να επισημανθεί η συγκράτηση- διατήρηση των υπαρχουσών θέσεων εργασίας από απολύσεις οι οποίες βεβαιώνεται ότι, εξαιτίας της κρίσης, διατηρήθηκαν με πολύ «κόπο και αίμα» από πλευράς Επιχειρήσεων.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που πρέπει να γίνει είναι να παραμείνουν οι μισθοί σε επίπεδα ανεκτά και αξιοπρεπή σε σχέση πάντα με το μέσο κόστος εργασίας για τις επιχειρήσεις, καθώς τότε η ωφέλεια θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει «πολλαπλασιαστικά» τόσο για τους εργαζόμενους που θα κινητροδοτούνταν ώστε η παραγωγικότητά τους να ανέβαινε σημαντικά και το κόστος εργασίας ανά παραγόμενη μονάδα να απομειώνονταν, όσο και για την ίδια την ανταγωνιστικότητα, αφού θα γεννούσε «θύλακους» προβληματισμού για το Μάνατζμεντ της Επιχείρησης, ώστε να ξεφύγει από τη λογική του »downsizing», που συνιστά εξίσου σοβαρό κίνδυνο στο πλαίσιο της κρίσης και επιπλέον να προσανατολισθεί στην επιδίωξη αναζήτησης «έξυπνων», ανταγωνιστικών, εμπορευσίμων προϊόντων, ικανών να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της διεθνούς ανταγωνιστικότητας.
Διαφορετικά, αν δεν αναζητηθούν λύσεις στο σχηματοποιημένο πλαίσιο των προηγούμενων προβληματισμών- ανησυχιών, κάποιες από τις επιχειρήσεις θα πιστεύουν ότι έχουν αρχίσει να κερδίζουν τη μάχη της ανταγωνιστικότητας, οι εργαζόμενοι θα τελούν σε εργασιακή «αφασία» και η Στρατηγική των επιχειρήσεων θα μονοδρομείται αλλοπρόσαλλα και εμμονικά, με ανυπαρξία Σχεδίου και Στόχου!!!