Άκου φίλε,
Γνωρίζω ότι βρισκόσουν πάντοτε, δίπλα μου. Περιέφερες την άθλια και χυδαία ύπαρξή σου στις πλατείες, τις συγκεντρώσεις, τα καφενεία. Αναζητούσες απελπισμένα ένα κοπάδι να κρύψεις την μιζέρια και την μικρότητά σου.
Υποθήκευες την αξιοπρέπειά σου, επιζητώντας την συναναστροφή «σπουδαίων» και «πετυχημένων» που όμως σε ανέχονταν, μόνον, ως διάκοσμο της αυλής τους.
Ευτέλιζες την λαϊκή σου προέλευση, θεωρώντας τους γονείς σου και την κοινωνία ολόκληρη, ως υπεύθυνους που δεν γεννήθηκες στο Κολωνάκι, αλλά, στην Νίκαια. Ψευτόμαγκας, τσαμπουκάς του κώλου, χυδαίο ανθρωπάκι, ποτέ δεν αντιλήφθηκες το μεγαλείο των αυθεντικά λαϊκών και έντιμων ανθρώπων της γειτονιάς σου. Οι έννοιες αυτοσεβασμός, αξιοπρέπεια, γνώση σου είναι παντελώς ξένες. Μόνο το βόλεμα και οι αρπαχτές για την πρόστυχη και χυδαία ύπαρξή σου σε ενδιέφεραν.
Χυδαιολογούσες και οι πόθοι σου ήταν υλικό για πορνογράφημα, έψαχνες τρόπους να καταξιώσεις το «γαμηστιράκι» σου, γιατί έτσι πίστευες ότι θα γινόσουν και εσύ κάτι.
Ως γνήσιο, αποτυχημένο ρεμάλι συσσώρευες μίσος όλο αυτό το διάστημα. Από την εφηβεία σου μέχρι και χθες. Μισούσες τους άλλους γιατί είχαν κάτι καλύτερο από εσένα, γιατί οι «γκόμενες», ακόμη και οι πιο εύκολες, δεν σου κάθονταν εξ αιτίας της μιζέριας και της αθλιότητας που ανέδυε όλη σου η ύπαρξη. Ο φθόνος, η ανεπάρκειά σου, η δουλική και ελεεινή φύση σου, σε περιέφεραν εδώ κι εκεί, σε διάφορους πολιτικούς και κοινωνικούς χώρους, με την προσδοκία να βρεις επιτέλους την στάνη που θα σε αποδεχόταν ως ισότιμο μέλος και που, κυρίως, θα σε βόλευε, έστω και εις βάρος άλλων και ποτέ δεν ενδιαφέρθηκες να κάνεις κάτι που θα σε έκανε καλύτερο ως άνθρωπο. Για αυτόν τον λόγο, πάντοτε για τα όσα κακά σου τύχαιναν, έφταιγαν άλλοι. Οι Εβραίοι, οι ξένοι, οι μετανάστες, οι ομοφυλόφιλοι κ.λπ.-κ.λπ.
Η κρίση, η ανεπάρκεια και η αφέλεια των πολιτικών σχηματισμών, από-ενοχοποίησε το μαντρί της παράνοιας και της μισανθρωπιάς. Εντάχθηκες σε αυτό και ένοιωσες ότι, επιτέλους, βρήκες στον φυσικό σου χώρο. Τον χώρο που η γνώση και η ικανότητα να σκέπτεσαι είναι μειονεξία. Τον χώρο που σε επιβράβευε γιατί αρκούσε μόνο να μπορείς να κρατάς το στυλιάρι. Ζήλευες γιατί δεν έτυχες σε ηρωικές εποχές όπως οι όμοιοί σου. Τότε θα ήσουν και εσύ ένας από τους ήρωες, τους πρωτοπόρους του «νέου Εθνικού Παρθενώνα».¨
Φόρεσες ένα μαύρο μπλουζάκι, κοπάνησες 2-3 δυστυχείς μετανάστες, πήγες στο Σύνταγμα και γκάριξες «Ελλάς-Ελλάς η ταν η Επι τας» (άραγε, ξέρεις ηλίθιε τι σημαίνει), φράση που ανακάτευες με τα γηπεδικού χαρακτήρα συνθήματά σου (θυμάσαι τα «α και ου γ…ώ το ΔΝΤ κ.λπ.;) και από μηδενικό έγινες νούμερο. Θεώρησες ότι απέκτησες υπόσταση. Βρέθηκαν και κάποιες εκατοντάδες ηλιθίων συμπατριωτών μας και σε χειροκρότησαν. Θεός! Γαμείς και δέρνεις!
Α! απέκτησες και ιδεολογία και αξίες: δεν είσαι πλέον τραμπούκος ή χουλιγκάνι ή απλά ο μαλάκας της γειτονιάς. Είσαι «Έλληνας Εθνικιστής», υπερασπιστής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Το γεγονός ότι αγνοείς κάθε αξία και αρχή του πολιτισμού αυτού, είναι λεπτομέρεια.
Μάθε λοιπόν, ότι εξαπατήθηκες! Μαλάκας πιάστηκες και εδώ. Έλληνας σημαίνει ανοχή και κατανόηση, αντίληψη και γνώση.
Η δημιουργική όσμωση των πολιτισμών και η ανοικτή πολυπολιτισμική κοινωνία της Αθήνας δημιούργησαν τον Παρθενώνα. Όχι, οι ξενοφοβικές θεωρίες και τα ουρλιαχτά παλιάτσων. Αλήθεια, πιστεύεις ότι οι άναρθρες κραυγές ηγετών-καρικατούρα ή οι τραμπουκικές οθωμανικές βλαχο-μπαρόκ μαγκιές, έχουν κάποια σχέση με τον Σωκράτη ή τον Πλάτωνα ή τον Περικλή; Ο Ελληνικός πολιτισμός, ήταν πάντοτε ανοικτός, ανεκτικός και αξιοποιούσε κάθε διαφορετικό στοιχείο ανεξαρτήτως από πού προερχόταν. Ακόμη, νομίζεις αγράμματε, ότι στην Βουλή της Αθήνας, στην Πνύκα ή όπου οι αρχαίοι μου πρόγονοι διαβουλεύονταν αντήλλασαν ύβρεις και διαλόγους όπως πράττουν τα κοινοβουλευτικά (;!)σου ινδάλματα; Ελληνικός πολιτισμός, σημαίνει Δημοκρατία, δυνατότητα να ακούς, αντοχή στην διαφορετική άποψη και ευφυΐα να εφευρίσκεις και να παραθέτεις επιχειρήματα. Ο Ελληνικός πολιτισμός ποτέ δεν υπήρξε επιθετικός, γιατί δεν τον δημιούργησαν πρωτόγονοι.
Και έφτασες στον φόνο. Ποιός κέρδισε ηλίθιε; Πάλι εσύ χάνεις. Χάνεις καθημερινά, γιατί μπορεί μια κοινωνία να έχει μια μικρή ή μεγάλη μερίδα καθυστερημένων και τα πλέον ταπεινά ένστικτα των ανθρώπων να βγαίνουν στην επιφάνεια στις δυσκολίες, μπορεί οι ελλείψεις και οι ανεπάρκειες μιας πολιτικής και της διοίκησης να έδωσαν ερείσματα στις άναρθρες κραυγές σου· αλλά, όταν όλα περάσουν –που θα περάσουν- θα επιστρέψεις και πάλι στο μνήμα της ανυπαρξίας. Ενώ, το μνήμα που άνοιξες, θα λάμπει, σαν ιερός βωμός. Και θα μας θυμίζει πάντοτε, την φτήνια και την αθλιότητά σου. Την γελοιότητά σου. Θα προκαλείς αισθήματα ντροπής για όσους σε χειροκρότησαν ή σε υποστήριξαν, έστω και μέσα στην αφέλεια ή την άγνοιά τους. Θυμήσου: πάντα έτσι καταλήγει. Ποτέ δεν κράτησε για πολύ το βρώμικο και αιματηρό παραμυθάκι σου. Οι ονειρώξεις σου για μεγαλεία πάντοτε έχουν κακή κατάληξη, για εσένα… Γιατί κανείς δεν θέλει να γυρίσει πίσω, γιατί δεν θέλω το παιδί μου να βιώσει τον τρόμο των παρακρατικών συμμοριών του ’70, του αστυνομικού-φόβητρο και την χώρα μου απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Γιατί στο τέλος τους δειλούς, κανείς δεν θέλει να γνωρίζει ή να θυμάται ότι συνυπήρξε. Και είσαι δειλός, γιατί μπορεί να τσαμπουκαλεύεσαι με όποιον σου αντιπαρατίθεται, αλλά, ποτέ δεν τόλμησες να τα βάλεις με τον εαυτό σου. Άλλωστε, στους πρεζέμπορους και στους νταβατζήδες μετανάστες της Πατησίων, δεν σε είδα ποτέ να «την πέφτεις» (γιατί άραγε;). Μόνο κανένα ξεμοναχιασμένο ταλαίπωρο πετύχαινες.
Μάθε, λοιπόν, πως όταν περνάει η μπόρα, κανείς δεν θέλει να σε θυμάται. Γιατί πάντοτε ξυπνάς και ανακαλύπτεις ότι πάλι μαλακία ήταν …. Και πλέον, οι αφελείς που ακολούθησαν μαζί σου τον ίδιο δρόμο, δεν έχουν πια δικαιολογία.