Η επιλογή του Γιάνη Βαρουφάκη για τη θέση του υπουργού Οικονομικών ήταν από την αρχή αμφιλεγόμενη. Ως χαρακτήρας είναι μάλλον ακατάλληλος για διαπραγματεύσεις. Με αλαζονικό ύφος και έφεση στο να προσβάλει τους συνομιλητές του, δύσκολα δημιουργεί το κλίμα εμπιστοσύνης που είναι απαραίτητο για μία δύσκολη συμφωνία όπως αυτή που επιδιώκει η ελληνική κυβέρνηση.
Οι δηλώσεις του κ. Σόιμπλε μετά το προηγούμενο Eurogroup είναι ενδεικτικές για τις αντιδράσεις που έχει προκαλέσει σε προσωπικό επίπεδο. Δεν είμαστε «τόσο καλοί οικονομολόγοι όπως ο κ. Βαρουφάκης», είπε δηκτικά ο Γερμανός υπουργός μεταφέροντας την ενόχληση των περισσότερων συναδέλφων του. Οι υπερβολές του Ελληνα υπουργού στην αντίθετη κατεύθυνση -χαρακτήρισε τον κ. Σόιμπλε τον μόνο (!) πολιτικό στην Ευρώπη με πνευματική ουσία- απλώς εμπέδωσαν μία εικόνα ελαφρότητας εξίσου προβληματική για μία διαπραγμάτευση. Είναι χαρακτηριστικό ότι για πρώτη φορά την Ελλάδα δεν τη στήριξε ούτε η Κύπρος. «Δεν κατάλαβα τι ζητούσε η ελληνική κυβέρνηση», αρκέστηκε να πει ο Κύπριος υπουργός, έχοντας παρακολουθήσει άλλη μία θεωρητική διάλεξη του κ. Βαρουφάκη. Ούτε στη Eurovision δεν είχαμε ποτέ τέτοια (εμφύλια) αποδοκιμασία.
Πέρα από τα ζητήματα συμπεριφοράς, ωστόσο, υπάρχει και το θέμα των απόψεων του υπουργού. Κι είναι φανερό ότι ο κ. Βαρουφάκης είναι κατά βάση ΠΑΣΟΚ – εκείνο το ΠΑΣΟΚ που πήρε στον λαιμό του τον κ. Γιώργο Παπανδρέου το 2009 και τώρα έχει μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό φαίνεται από μία σειρά εξωτερικά χαρακτηριστικά. Εκτός από τη Λαζάρ, ο κ. Βαρουφάκης δείχνει πιο άνετος με συμβούλους του παπανδρεϊκού κλίματος όπως η κ. Παναρίτη. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει, άλλωστε, ότι με ορισμένα μέλη της κυβέρνησης έχει συγκρουστεί ακόμα και δικαστικά. Υπήρξε μάρτυρας εναντίον του κ. Καμμένου, όταν ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ είχε διατυπώσει εκείνη την εξωφρενική κατηγορία για τα ασφάλιστρα κινδύνου από τα οποία η χώρα είχε δήθεν ζημιωθεί 60 δισεκατομμύρια ευρώ εξαιτίας κερδοσκοπικών συναλλαγών της οικογένειας Παπανδρέου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ήταν μία πράξη εντιμότητας του κ. Βαρουφάκη. Αλλο η πολιτική και άλλο το ψέμα. Κι έχει ενδιαφέρον ότι και στη Βουλή στις ομιλίες του δεν συμμερίζεται τις ακρότητες και τις δημαγωγικές «εθνολαϊκιστικές» κορόνες των περισσότερων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Οπως για παράδειγμα στις προγραμματικές δηλώσεις, όπου πέρα από την αναφορά του στον Ανδρέα Παπανδρέου έδειξε μία ιδιαίτερα συναινετική διάθεση. Από την πλευρά μου, είπε χαρακτηριστικά, δεν θα υπάρχει ποτέ διάθεση αντιδικίας με βουλευτές «ιδίως της αντιπολίτευσης».
Και στα ζητήματα της οικονομίας, όμως, ο κ. Βαρουφάκης είναι πιο κοντά στη φιλελεύθερη αμερικανική οικονομικά σχολή, παρά στην Αριστερά. Αυτό έγινε φανερό όταν μίλησε για το Μνημόνιο, χαρακτηρίζοντας θετικό το 70%. Και βέβαια από την άποψη που εξέφρασε για την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ – «θα τον πουλούσα για ένα ευρώ αν ο αγοραστής δεσμευόταν για επενδύσεις», είπε, προκαλώντας αλλεργικό σοκ στον κ. Λαφαζάνη. Στο παρελθόν, εξάλλου, είχε ταχθεί υπέρ της ιδιωτικοποίησης των λιμανιών και των αεροδρομίων, ενώ είχε υποστηρίξει πως ο καλύτερος τρόπος για να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να μη διαβάσει το οικονομικό του πρόγραμμα!
Κατόπιν αυτών, βέβαια, το ερώτημα είναι γιατί τον επέλεξε ο κ. Τσίπρας; Μία εκδοχή είναι επειδή στον χώρο της Αριστεράς υπάρχει ένδεια οικονομολόγων – πέραν των ακαδημαϊκών του μαρξισμού, που βέβαια δεν έχουν μεγάλη σχέση με την πραγματικότητα. Οι σχέσεις του με γνωστούς οικονομολόγους του εξωτερικού θα ήταν επιπλέον ένα προσόν. Το πιθανότερο, ωστόσο, είναι ότι ο κ. Βαρουφάκης έπεισε τον κ. Τσίπρα ότι μπορεί να τα καταφέρει στις διαπραγματεύσεις και ότι τηρώντας σκληρή στάση θα υποχρεώσει τη Γερμανία να υποχωρήσει. Κατ’ αναλογίαν, ό,τι έλεγε η κ. Κατσέλη στον κ. Παπανδρέου το 2009 συμβάλλοντας καθοριστικά στην καθυστέρηση λήψης αποτελεσματικών μέτρων.
Το αν αυτή η θέση σχετίζεται με τη θεωρία των παιγνίων δεν ενδιαφέρει κανέναν. Στην πολιτική -όπως ίσως κατάλαβε και ο κ. Βαρουφάκης στο Eurogroup- μετρά το διά ταύτα. Οι διαλέξεις απλώς ενοχλούν. Και το διά ταύτα αποδεικνύεται πολύ πιο σύνθετο. Ακόμα κι αν όλα πάνε όπως θέλει η κυβέρνηση -το ευχόμαστε-, ο τελικός λογαριασμός θα είναι πολύ διαφορετικός από ό,τι νομίζει. Στη Βουλή ο κ. Τσίπρας παραδέχτηκε, επιτέλους, ότι η οικονομία ήταν στα πρόθυρα της ανάκαμψης. Ηδη, όμως, οι προβλέψεις μιλούν για 1% μικρότερη ανάπτυξη το 2015, που μπορεί να γίνει ύφεση αν η αβεβαιότητα παραταθεί. Πάνω από ενάμισι δισεκατομμύριο εισόδημα ελληνικών νοικοκυριών χάνεται. Ακριβώς όσο και τα μέτρα που μας ζητούσε η τρόικα! Και θα υπάρξει συνέχεια όπως δείχνουν οι διαπραγματεύσεις. Για να ικανοποιηθούν παρωχημένες ιδεοληψίες.