Περίπου αυτές τις ημέρες «ολοκληρωθήκαμε» οι διακοσαετείς. Δις αιωνίως κάτι χρόνια λιγότερο πριν έως να μπει ο Δεκέμβρης του 1828 απαρτιώσαμε, τη χειρί βοηθείας τών, μοναρχικών, Γάλλων, την «κάθαρση» των ημετέρων του Μοριά εδαφών από τους Τούρκους. Φιλάνθρωπα η διεθνής δύναμη τούς συνόδευσε στο μπάρκο τους για Σμύρνη. 2μιση χιλιάδες ψυχές ήταν εκείνοι. Άμαχοι. Να ήταν επαναπροώθηση; Δεν ξέρω. «Ευγενική» κατάληξη της Τριπολιτσάς σίγουρα πάντως ως τέτοια υπήρξε.
Χώρισαν οι δρόμοι μας. Κι εμείς ακόμη χαιρεκακούμε. Κάτι τώρα πως χαιρόμαστε για το κακό που βρήκε την κατσίκα/αίγα της γείτονος. Τα άσχημα, τα κακάσχημα οικονομικά της. Εκεί στη μέση του πελάγου που θα μας ένωνε, αν ήταν να μη φώλιαζαν εκεί Μιράζ, Ραφάλ και άλλες Στυμφαλίδες στη Σκύρο άδοξα πέθανε ο Θησέας, εκείνος που έδωσε όνομα στη θάλασσα αμφοτέρων: Αιγαίο. Αφού φρόντισε να αυτοκτονήσει ο πατέρας του ο Αιγέας, να πέσει στη φουρτούνα του πελάγου, προφασιζόμενος ο γιος την αμέλειά του να αλλάξει τα πανιά –έτσι η Σκύρος: νησί ποικίλων απογοητεύσεων στις συνδηλώσεις, όπως τότε που ο Οδυσσέας, πριν ο ίδιος αρχίσει τη δική του περί νήσους περιφορά, ανακάλυψε τον ντυμένο ως κόρη Αχιλλέα σέρνοντάς τον στη θανατερή τη μοίρα ενός πολέμου Δύσης και Ανατολής για τον οποίο αν μη τι άλλο ανεύθυνος υπήρξε ο έφηβος Πηλείδης,
Έτσι κι εμείς, απόγονοι του Αγαμέμνονα αναζητούμε Σκύρους και κρυμμένους δειλούς ή την ολύμπια αιγίδα ωσότου και οι ίδιοι μετά το θρίαμβο και τις οιμωγές φρικτό το τέλος στο λουτρό απαντήσουμε. Έτσι. Μοτίβα είναι αυτά. Όπως και τότε: ένας Καραμανλής αρκούσε στους «περιφανείς» για να ζήσουμε περίπου ό,τι και οι γείτονες με την κατάρρευσή τους στις αρχές της τρέχουσας χιλιετίας.
Πόσο απεύχομαι την τουρκική χρεοκοπία!!! Πρώτα, κύρια γιατί μαθηματικά θα οδηγήσει στην ελληνική. Όχι μόνο για τη βόμβα αναρχίας, βίας, αστάθειας και ανθρωπιστικής κρίσης (με τις συνεπαγόμενες ροές προσφύγων προς την οικεία Ευρώπη, των πολλών Τούρκων Ευρωπαίων), αλλά για το εξαιρετικό, ακαθόριστο, τρομακτικό οικονομικό πλήγμα που θα επιφέρει.
Έτσι κι αλλιώς, οι κυβερνώντες μας, ακόμη και με την ευκταία οικονομική επιβίωση των Τούρκων πιλοτάρουν όπως στη γέφυρα του πλοίου στο οποίο υπηρετούσε ο πρωταγωνιστής τού μυθιστορήματος του Κόνραντ «Λόρδος Τζιμ». Μας εγκαταλείπουν έμφορτους, πιστούς στη ρότα για τη Μέκκα, στην πρώτη φουρτούνα, αφού δεν πιστεύουν στο σάπιο πλοίο τους.
Αν κρίνω από κάτι τελευταία σημειώματα του πρωθυπουργού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η αριστεία των κυβερνητικών δεν επεκτείνεται στη γραμματολογία. Απορώ πώς γνωρίζουν ότι κατά το μυθιστόρημα οι πιστοί, ακυβέρνητοι στον Ινδικό σώθηκαν, με το καράβι ακέραιο φτάνοντας μάλιστα στο προσκύνημά τους. Γιατί αλλιώς η παροιμιώδης απραξία τους στον τομέα της οικονομίας (τράπεζες [το ηφηρώισμα-Hercules προγράμμα, τίποτα παρά καινούρια ρούχα του βασιλιά κατά Άντερσεν], δημόσια οικονομικά, εργασία) ή η αστοχία των πολιτικών τους (ασφαλιστικό, ευρωπαϊκή πολιτική) αποδεικνύει πως νομίζουν ότι οι ίδιοι δε βλάπτουν εν τέλει τη χώρα (οι ποινές που εκτίουν οι αξιωματικοί του πλοίου στο αριστούργημα του Κόνραντ δεν πρέπει να απασχόλησαν τους κυβερνητικούς αναγνώστες. Σε αυτό αντλούν από την ασυλία του ομόσταβλού τους Καραμανλή ανιψιού).
Ο σπουδαίος Νίκος Πουλαντζάς εισήγαγε τον πολιτικοοικονομικό παραλληλισμό ημών με την Πορτογαλία και την Ισπανία. Εύστοχα και εύγλωττα. Μας εκδυτίκισε! Ας μην παραλείπουμε όμως και τα μοτίβα που μας συνδέουν ως Νέα Ταϋλάνδη (= Σιάμ, σιαμαίοι) ‒να θυμηθούμε τα πλακάτ τού Πολυτεχνείου‒ με την Τουρκία. Σοβαρολογώ. Αν και, κάθε άλλο παρά επιθυμώ να αποσιωπήσω τη διαπίστωση πως οι Μαρξ, Έγκελς, Κάουτσκι μελετούσαν τις κρίσεις, ιδίως του ευρωπαϊκού Νότου αφετηριαζόμενοι από την κατάσταση της Αργεντινής. Σημειώνω ότι η τελευταία εδώ και δυο δεκαετίες δε γνώρισε άπαξ τη χρεοκοπία.
Ομνύω στη δημοκρατική Ευρώπη. Ας το θυμηθούμε όλοι/ες στη χώρα μας, όταν της βγάζουμε τη γλώσσα της ΕΕ και των θεσμών της. Χαίνουμε αποφορά διεκδικώντας επαίνους μελισταλάκτων οι ανταλλάξιμοι.