Αναζητώντας το χαμένο ΠΑΣΟΚ

Κώστας Καρακώτιας 27 Φεβ 2013

Η μόνη δικαιωμένη αριστερή πρόταση στην ευρωπαϊκή ιστορία, είναι βέβαια η σοσιαλδημοκρατική. Οι φορείς της, χωρίς φυσικά να αμφισβητήσουν τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, αλλά και ούτε τις ατομικές ελευθερίες και τα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών, κατόρθωσαν να εντάξουν τις εργαζόμενες τάξεις στις δομές της πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας και με το κράτος πρόνοιας και τους μηχανισμούς του, δημιούργησαν και διατήρησαν για δεκαετίες μια εκτεταμένη υλική και ευρύτερα πολιτισμική ευημερία. Από την δεκαετία του 1980 όμως, με την ανάπτυξη των τεχνολογιών, την σταδιακή μείωση του ειδικού κοινωνικού και πολιτικού βάρους της εργατικής τάξης, την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης και την επέλαση του νεοφιλελεύθερου ιδεολογήματος , η σοσιαλδημοκρατική πρόταση ηττήθηκε. Έκτοτε , παρά τις κάποιες αναλαμπές της, βρίσκεται πλέον σε μια παρατεταμένη κρίση.

Στην Ελλάδα, μετά το 1974, φορέας της σοσιαλδημοκρατικής πρότασης, με τον τρόπο του και με αρκετές διακηρυκτικές, τουλάχιστον διαφωνίες, ήταν το ΠΑΣΟΚ. Ο πολιτικός και ιδεολογικός του λόγος τα χρόνια της ορμητικής ανόδου και της πρώτης διακυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν ένα μείγμα σοσιαλιστικών διακηρύξεων, λαϊκίστικων πρακτικών και πατριωτικής ρητορικής. Επέφερε ωστόσο μια αλλαγή στις σχέσεις των λαϊκών τάξεων με το κράτος και επιχείρησε να πραγματώσει ένα σχετικά σοσιαλδημοκρατικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, το οποίο όμως έμεινε πολλές φορές ημιτελές. Κατόρθωσε δε να δημιουργήσει μια ισχυρότατη σχέση πολιτικής εκπροσώπησης με ευρύτατα λαϊκά στρώματα, με την παραδοσιακή και την νέα μικροαστική τάξη και τους εργαζόμενους του ολοένα και διογκούμενου δημόσιου τομέα.

Την περίοδο του Κώστα Σημίτη, ο οποίος ήταν πολύ πιο κοντά στην κλασική ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία , ο λόγος του ΠΑΣΟΚ, έστω και με πολλές εσωτερικές αντιδράσεις, έγινε πιο νεωτερικός, η χώρα εισήλθε στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σημαντικές υποδομές κατασκευάστηκαν. Παρά την ήττα όμως του 2004 οι σχέσεις εκπροσώπησης του ΠΑΣΟΚ με τα κοινωνικά στρώματα που εξέφραζε δεν διερράγησαν.

Ο Γιώργος Παπανδρέου επιχείρησε να μεταλαμπαδεύσει στο ΠΑΣΟΚ πολλές από τις σύγχρονες αριστεροφιλελεύθερες ιδέες και πρακτικές , χωρίς βέβαια να το πετύχει. Γύρω από το πρόσωπο του όμως συνασπίστηκαν πολλά και ετερόκλητα πολιτικά στελέχη, από βαθιά παραδοσιακά έως μεταμοντέρνα, με αποτέλεσμα ένα οργανωτικό και ιδεολογικό χάος. Το γεγονός αυτό έγινε περισσότερο έκδηλο όταν το ΠΑΣΟΚ, κατάκτησε ξανά την εξουσία το 2009. Αντιμέτωπο με μια πρωτόγνωρη δημοσιονομική κρίση, αναγκάστηκε να προσφύγει στο μηχανισμό του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας και να λάβει σκληρότατα μέτρα λιτότητας. Η έλλειψη πολιτικής και ιδεολογικής «γραμμής» εκδηλώθηκε με την επιλογή της εύκολης οριζόντιας λιτότητας και όχι των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για την ανασυγκρότηση του κράτους και του ευρύτατου δημόσιου τομέα. Παρόλα αυτά όμως και παρά την δημαγωγική και ανεύθυνη αντίθεση όλων των άλλων πολιτικών δυνάμεων, το ΠΑΣΟΚ κράτησε τη χώρα όρθια, έστω και πολλαπλά τραυματισμένη. Το κόστος όμως για το ίδιο ήταν βαρύ. Oι σχέσεις εκπροσώπησης που είχε με τα λαϊκά στρώματα , με τους εργαζόμενους του δημοσίου τομέα και με τμήματα της νέας μικροαστικής τάξης διερράγησαν εντελώς με αποτέλεσμα την πολιτική και εκλογική του καθίζηση.

Το ΠΑΣΟΚ τώρα και ο Ευάγγελος Βενιζέλος βρίσκονται σε μια εξαιρετικά δεινή θέση. Άν και , δημοσκοπικά τουλάχιστον, ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αυτοορίζεται στην κεντροαριστερά και στην σοσιαλδημοκρατία, φαίνεται ότι προς το παρόν δεν προσβλέπει στο ΠΑΣΟΚ για την εκπροσώπηση του. Δεν προσβλέπει όμως και πουθενά αλλού. Άρα λοιπόν το ΠΑΣΟΚ έχει ακόμα την δυνατότητα να «επανακαλύψει» τα κοινωνικά στρώματα στα οποία θέλει να απευθυνθεί. Για να επαναδημιουργήσει όμως σχέσεις πολιτικής εκπροσώπησης μ’ αυτά πρέπει να συγκροτήσει και να προτείνει ένα νέο σοσιαλδημοκρατικό σχέδιο. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως γι’ αυτό είναι κατ’ αρχάς η επανασυσπείρωση των στελεχών του και η σοβαρή κριτική ανάγνωση της μέχρι διαδρομής του. Οπωσδήποτε στο κριτικό αυτό ξανακοίταγμα της διαδρομής του πρέπει να διερευνηθεί η διαρκής ανάπτυξη της διαφθοράς στους κόλπους του , η λειτουργία του συχνά ως πελατειακός μηχανισμός διαμεσολάβησης στο κράτος, η απονέκρωση των σοσιαλιστικών ιδεών και η κυριαρχία κάποιων στυγνά τεχνοκρατικών αντιλήψεων. Πρέπει φυσικά να ερμηνευθεί και η μαζική και απίστευτα εύκολη μετακίνηση προς τον ΣΥΡΙΖΑ εκείνων των κοινωνικών στρωμάτων που δεκαετίες ολόκληρες είχαν ευεργετηθεί πολλαπλά από τις πολιτικές του ΠΑΣΟΚ. Και βέβαια να τεθεί και να απαντηθεί το συναφές ερώτημα μήπως τα στρώματα αυτά είχαν «εκπαιδευτεί» από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και από το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα συνολικά, ως υποκείμενα συντεχνιακών δικαιωμάτων μόνον και όχι και ως φορείς κοινωνικών υποχρεώσεων;

Το ΠΑΣΟΚ όμως, εκτός από την πολιτική κριτική ενδοσκόπηση , οφείλει να αναπτύξει και να εκδηλώσει την εξωστρέφεια του. Οφείλει να ενεργοποιήσει περισσότερο την συμμετοχή του στην κυβέρνηση και με πιο πολιτικά πρόσωπα. Μπορεί να συνεισφέρει στην μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα της κυβερνητικής πολιτικής αλλά να επιβάλει κιόλας, για παράδειγμα, μια πιο δίκαιη κατανομή της λιτότητας η να εμποδίσει την διαφαινόμενη νεοδημοκρατική επιδίωξη κατάληψης του κράτους. Εάν διατηρήσει τον σημερινό βαθμό συμμετοχής, το μόνο πολιτικό αποτέλεσμα που θα πετύχει θα είναι η πίστωση στον Σαμαρά της τυχόν επιτυχίας της κυβερνητικής αποστολής και η χρέωση εξίσου σε όλους τους εταίρους της ενδεχόμενης αποτυχίας της.

Το ΠΑΣΟΚ ακόμα δεν πρέπει να αποστεί από τον στόχο της ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς. Όμως μέχρι τώρα ο αντίστοιχος διάλογος και οι εκδηλώσεις του μοιάζουν περισσότερο με κοσμικές συνάξεις των ίδιων πάντα προσώπων και λιγότερο με πολιτικές διαδικασίες. Η ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς έχει νόημα ως μαζικό κοινωνικό και πολιτικό κίνημα και όχι ως διαρκώς επαναλαμβανόμενες ασκήσεις επί χάρτου « προσωπικοτήτων» και μικροομάδων. Η κεντροαριστερά δε έχει σαφέστατα θεωρητικά και πολιτικά όρια και προφανώς δεν χωρά τους πάντες όπως για παράδειγμα τους δεδηλωμένους νεοφιλελεύθερους. Η ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ και η πρόταση ενός νέου σχεδίου, που θα εκκινεί από την εμπειρία της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας αλλά και θα την υπερβαίνει ,θα λειτουργήσει ευεργετικά στην διαδικασία ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς. Ίσως δε ένα σχετικά ισχυρό ΠΑΣΟΚ κάμψει τον διαφαινόμενο μικρομεγαλισμό και τον αιωρούμενο ναρκισσισμό της ΔΗΜΑΡ και να δημιουργήσει τις συνθήκες ενός άμεσου , έντιμου και γόνιμου πολιτικού και θεωρητικού διαλόγου μεταξύ των δύο πυλώνων της εγχώριας κεντροαριστεράς.

Το μέλλον διαρκεί πολύ, ήταν ο τίτλος της αυτοβιογραφίας ενός, σχετικά ξεχασμένου, μεγάλου μαρξιστή φιλοσόφου. Ο πολιτικός χρόνος όμως σήμερα στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά συμπυκνωμένος και το μέλλον της, αρκετά συχνά, φαντάζει απειλητικά σύντομο. Η επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα και στην προσδοκία ενός ελπιδοφόρου μέλλοντος έχουν ως αναγκαία προϋπόθεση την πολιτική σταθερότητα, βασικό στοιχείο της οποίας είναι η ύπαρξη και η λειτουργία ενός σχετικά ισχυρού ΠΑΣΟΚ και μιας ευρύτερης δυναμικής και μαζικής κεντροαριστεράς.