Στην αρχή μου φάνηκε κάπως μαξιμαλιστικό: Μα θα απαντήσει ο Σωτηρέλης με ένα βιβλίο 160 σελίδων στην θεμελιακή ερώτηση για τον σύγχρονο δημοκρατικό κόσμο, για την ήπειρό μας και τη χώρα μας; Μετά μου φάνηκε πολύ ρομαντικό: Να, λοιπόν, που έχει νόημα η αναζήτηση της προοδευτικής ταυτότητας στην Ευρώπη της κρίσης. Υστερα, αφού το διάβασα ολόκληρο, το βρήκα λυτρωτικό: Οτι δεν είναι τελειωμένη η υπόθεση της Αριστεράς και ότι υπάρχουν, ακόμη και στην παρηκμασμένη πατρίδα μας, πρόσωπα με ενδιαφέρουσα σκέψη που μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση μια νέας πραγματικότητας για την Αριστερά που στις μέρες μας απογοητεύει, όταν δεν κακοποιείται. Τελικά, έμεινα με την επώδυνη απορία αν όλα αυτά τα πολύ ουσιαστικά που γράφει ο Σωτηρέλης για την αναγκαία όσμωση της σοσιαλδημοκρατίας, με τον ευρωκομμουνισμό και την πολιτική οικολογία, μπορούν να συνδεθούν με σύγχρονες εκδοχές και ειδικά με το ελληνικό παράδειγμα.
Ο ίδιος αποφεύγει τον λυρισμό και τον μελοδραματισμό που συνήθως χαρακτηρίζουν τον μελαγχολικό λόγο περί Αριστεράς των ανθρώπων που την πονάνε και δυσκολεύονται να την υπερασπιστούν, προσπαθώντας να εστιάσει στον πολιτικό πραγματισμό, δηλαδή να αναζητήσει ρεαλιστικές απαντήσεις, που, όπως ο ίδιος αναγνωρίζει, δεν είναι εύκολες. Ενα πιο βασανιστικό ερώτημα είναι αν -έστω- υπάρχουν αυτές οι απαντήσεις. Ο συγγραφέας δεν προτείνει μια μεθοδολογία υπέρβασης της κρίσης της Αριστεράς, που την αντιμετωπίζει ως κρίση μέσα στην κρίση της πολιτικής, έχει όμως την αυτοπεποιθηση να καταθέσει ότι η ιδεατή προοδευτική ταυτότητα θα είναι πλουραλιστική και ρηξικέλευθη, προσανατολισμένη στην υπεράσπιση της δημοκρατίας και στην προστασία των πιο αδύναμων.
Ο Σωτηρέλης δεν έχει την αυταπάτη του αριστερού εναλλακτικού οικονομικού σχεδίου απέναντι στον καπιταλισμό. Επίσης, δεν αποδέχεται τις δογματικές εναντιώσεις στην παγκοσμιοποίηση ή, αντίθετα, στον λαϊκισμό. Τον ενδιαφέρει πρωτίστως η κατανόηση και η ερμηνεία των φαινομένων,με κεντρικό σκοπό την αποσύνδεση της πολιτικής από την οικονομία και τις αγορές.
Κάτι πολύ ενδιαφέρον σε αυτό το βιβλίο είναι ότι δίνει πειστικές απαντήσεις στην υπαρξιακή αγωνία των προοδευτικών πολιτών γιατί να επικαλούνται την Αριστερά, όταν έχει τόσο πολύ δυσφημιστεί. Γιατί, όπως γράφει, είναι ο αυθεντικότερος συνεχιστής του απελευθερωτικού μηνύματος του Διαφωτισμού , γιατί όλες οι μεγάλες κατακτήσεις του ευρωπαϊκού πολιτικού και νομικού πολιτισμού είναι σε μεγάλο βαθμό επίτευγμα της Αριστεράς, όπως αποδεικνύουν οι αγώνες για την κατοχύρωση της πολιτικής, ατομικής και κοινωνικής ελευθερίας και το γεγονός ότι η Αριστερά παραμένει βασική δύναμη εγρήγορσης, αντίστασης και ελπίδας.
Κατά τον Σωτηρέλη, δεν έχουν εκλείψει οι αιτίες που γέννησαν αυτό τον πολιτικό χώρο ο οποίος αντιλαμβάνεται την πολιτική ως “διαδικασία ρήξεων με στυγνές ατομικιστικές αντιλήψεις, απεχθείς κοινωνικές διακρίσεις, παγιωμένα συμφέροντα, παραδοσιακές ή νεόκοπες εξουσίες”.
Ο ίδιος δεν συνδέει την ανάλυσή του με τα δικά μας. Ομως όλα όσα γράφει μπορούν να αναχθούν στο εγχώριο πολιτικό γίγνεσθαι, με την έννοια ότι και εδώ υπάρχει διαμάχη για το αν ισχύει η αντίθεση Αριστεράς-Δεξιάς, πολύ περισσότερο υπάρχει ανάγκη αναστοχασμού για τον ίδιο τον ορισμό της Αριστεράς την οποία ο συγγραφέας ταυτίζει με τον ουμανισμό, ως την πιο πλήρη πολιτική έκφρασή του.
Ναι, η Αριστερά ξέρει με ποιους είναι, είναι με τους αδύναμους. Αλλά τι γίνεται όταν προσπαθώντας να τους στηρίξει τους αποδυναμώνει; Τι γίνεται όταν έχει την ευθύνη των αποφάσεων και παρόλα αυτά αποτυγχάνει να κάνει τη ζωή τους καλύτερη;
Ο Σωτηρέλης δεν κάνει αποτίμηση σύγχρονων εκδοχών αριστερής διακυβέρνησης ή αντιπολίτευσης. Εκφράζει την ελπίδα του ότι στην Γερμανία οι Σοσιαλδημοκράτες θα μπορέσουν να κυβερνήσουν με του Πράσινους και την Αριστερά, όμως ένας λόγος που οι Σοσιαλδημοκράτες πέφτουν στις δημοσκοπήσεις είναι ότι άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο να κυβερνήσουν με τους Πράσινους και το Die Linke, ενώ, όπως αναφέρουν αναλυτές των γερμανικών μετρήσεων, η κοινωνική πλειοψηφία εκεί φοβάται το ρίσκο της αλλαγής μέσα σε έναν κόσμο απρόβλεπτων και συνεχών ανατροπών.
Και επειδή ο Σωτηρέλης μπορεί να απογοητευθεί από το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών, του θυμίζω ότι στην αριστερή παράδοση υπάρχει συνήθως ένα κενό, δεν απαντιέται το εδώ και τώρα τι κάνουμε, πόσο μάλλον όταν οι συνθήκες δεν ευνοούν την σοσιαλιστική ουτοπία. Επίσης, ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε τη βασική αρχή της μαρξιστικής αριστεράς ότι δεν υπάρχει ριζοσπαστική επαναστατική πράξη χωρίς αντίστοιχη επαναστατική θεωρία και ποια είναι αυτή η θεωρία σήμερα; Διδαχθήκαμε από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού ότι η υποβάθμιση της έννοιας του υποκειμένου και των δομικών αδυναμιών του υπήρξε καταστροφική. Υπάρχει, άραγε, μια νέα προβληματική που μπορεί να αναπτυχθεί μετά το τέλος των ψευδαισθήσεων της κυβερνώσας Αριστεράς σε σχέση το ρόλο του υποκειμένου σε συνάρτηση με το συλλογικό ιδεώδες;
Και τι ωραία που ένας συνταγματολόγος υπερβαίνει την ακαδημαϊκή του ιδιότητα για να στοχαστεί μέσα στο κοινωνικό του πλαίσιο αξιοποιώντας τα επιστημονικά του εργαλεία και τη θεσμική του προσήλωση, διευρύνοντας την ερευνητική του μεθοδολογία. Αλλωστε και το Σύνταγμα συνάδει με την κατά Πουλαντζά συμπύκνωση του συσχετισμού δυνάμεων συγκεκριμένων ιστορικών περιόδων.
Δεν ξέρω αν ο ίδιος είναι πραγματικά αισιόδοξος για το μέλλον της Αριστεράς μέσα σε έναν κόσμο που πηγαίνει όλο και πιο δεξιά. Ξέρω, αυτό κατάλαβα διαβάζοντας το βιβλίο του, ότι είναι σίγουρος πως πρέπει να γίνει η προσπάθεια μήπως και αναχαιτιστεί η βαρβαρότητα του φονταμενταλισμού των αγορών και της παγκοσμιοποιημένης μισανθρωπίας. Απαντώντας στο ερώτημα με ποιους είμαστε, καταλαβαίνουμε ποιοι είμαστε. Και ο Σωτηρέλης μας λέει ότι αν πιστεύουμε στον ανθρωπισμό, αν μας ενδιαφέρει κάτι πέρα από τις ατομικές μας επιδιώξεις, αν θέλουμε έναν καλύτερο κόσμο για όλους και μπορούμε να παλέψουμε γι αυτό, τότε είμαστε Αριστεροί
–Η ομιλία μου στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Γ. Χ. Σωτηρέλη “Ποια Αριστερά;” (Εκδόσεις Πόλις)