Ο τελευταίος ανασχηματισμός της κυβέρνησης, όπως φαίνεται, ποντάρει περισσότερο στις «διορθώσεις» των ασκούμενων πολιτικών και λιγότερο στη «συνέχεια». Με άλλο τρόπο, επιδιώκει μια «αλλαγή μέσα στη συνέχεια». Το εάν αυτό μπορεί να γίνει ή να το καταφέρει η κυβέρνηση είναι άλλο θέμα. Οπως επίσης και το εάν όλη αυτή η «εκπεφρασμένη πρόθεση» εκπέσει τελικά σε ένα «κοινωνικό μασάζ» επικοινωνιακού χαρακτήρα…
Και δεν είναι η κεντρική έκφραση αυτής της τάσης λ.χ. ο κ. Ντινόπουλος και ο κ. Γιακουμάτος αλλά ο ίδιος ο πρωθυπουργός και ο νέος υπ. Οικονομικών, ο Γκίκας Χαρδούβελης. Ηδη το υπουργείο Οικονομικών εκπέμπει μερικά σαφή σήματα: Πρώτον, επαναξιολόγηση απόδοσης μέτρων της τελευταίας τετραετίας, σε σχέση με το κοινωνικό κόστος (κυρίως σε φορολογικές ρυθμίσεις). Δεύτερον, διαπιστώνει ότι «υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές» με ισοδύναμα δημοσιονομικά αποτελέσματα, κάτι που στο παρελθόν δεν γινόταν αποδεκτό. Τρίτον, υιοθετεί μια ενεργητικότερη διαπραγματευτική τακτική με τους δανειστές, με την έννοια ότι «πρέπει και η Ελλάδα να πει ό,τι θέλει», κάτι που υποτιμήθηκε στην προηγούμενη φάση, με αρνητικές συνέπειες. Και τέταρτον, θεωρεί προτεραιότητες για την αντιμετώπιση της κρίσης τη ρευστότητα, την αναδιάρθρωση του ιδιωτικού τομέα και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, γιατί «έτσι μόνο μπορούν να βρεθούν χρήματα».
Ολα βέβαια αυτά μοιάζουν, στον βαθμό που ισχύουν, με κυβερνητική αυτοκριτική, σε σχέση με την προηγούμενη κυβερνητική περίοδο. Ή αλλιώς, όπως συνηθίζει να λέει ο πρωθυπουργός, «ουδείς αλάνθαστος»… Μεσολαβούν όμως ορισμένα πράγματα, πολύ δύσκολα και σοβαρά. Κατ? αρχάς η υλοποίηση των «προαπαιτούμενων» από την οποία η τρόικα εξαρτά τη νέα αξιολόγηση αλλά και την έναρξη της συζήτησης για την επαναρύθμιση του χρέους. Τα «προαπαιτούμενα» όμως, που δεν αμφισβητούνται από την κυβέρνηση, συνιστούν κατά πλειοψηφία μια πολιτική «παλαιάς κοπής», την αναθεώρηση της οποίας υποτίθεται ότι επιδιώκει η κυβέρνηση…
Οπότε η προαναγγελλόμενη «επαναξιολόγηση» μέτρων με κριτήριο την οικονομική και κοινωνική αποδοτικότητα προφανώς μετατίθεται στη «μετά τρόικα» εποχή, που κανείς ακόμα δεν ξέρει αν θα έρθει, πότε και πώς… Δεύτερον, μεσολαβεί το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, που κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει. Αυτό διαμορφώνει μια «πολιτική αμορφία» που δημιουργεί επιφυλάξεις στους δανειστές, για «αναθεωρήσεις μέτρων» σοβαρής κλίμακας. Και τρίτον, όπως όλα δείχνουν, οι εταίροι – δανειστές… δεν βιάζονται να προχωρήσουν σε μία συνολικότερη επανατοποθέτηση του ελληνικού προβλήματος, που εύλογα ζητάει η κυβέρνηση. Κυρίως, γιατί είναι και οι ίδιοι «ανέτοιμοι» για ένα τέτοιο «βήμα», πριν συγκροτηθούν τα νέα ευρωπαϊκά όργανα και βρεθούν οι νέες πολιτικές και οικονομικές ισορροπίες, μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, συνεννοηθούν με το ΔΝΤ κ.λπ. Εξάλλου, η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και τα συνεπακόλουθα δημιουργούν δεσμευτικό προηγούμενο σε μια Ευρώπη με ευρύτερα προβλήματα δομής, χρέους, ανεργίας και ανάπτυξης.
Σε αυτό το περιβάλλον και με αυτές τις προϋποθέσεις η αναθεωρητική πολιτική που εξαγγέλλει ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Οικονομικών και η νέα κυβέρνηση, με ευρύτερο στόχο το «τέλος των μνημονίων», την «εκδίωξη της τρόικας» κ.λπ. μοιάζει εξαιρετικά αδύναμη. Στερείται ουσιαστικού, τακτικού και στρατηγικού αφηγήματος. Οι πρώιμες εξαγγελίες της κυβέρνησης μοιάζουν περισσότερο σαν ένα «πακέτο» ιδεών και προθέσεων, για «κοινωνικό μασάζ», παρά με ένα οργανωμένο χρονοδιάγραμμα πολιτικών δράσεων και στόχων. Προς το παρόν, το ορατό αποτέλεσμα είναι η δημιουργία «σύγχυσης» στο εσωτερικό της κυβέρνησης αλλά και στις ευρύτερες προς αυτήν «φίλιες δυνάμεις» που ή απορούν ή αναπολούν τον Στουρνάρα…