Ανασύσταση του σοσιαλδημοκρατικού χώρου

Χρίστος Αλεξόπουλος 24 Φεβ 2013

Στην Ελλάδα φαίνεται, ότι οι κρίσεις διαμορφώνουν συνθήκες θετικές για υπερβάσεις στα διάφορα κοινωνικά συστήματα, από το οικονομικό μέχρι και το πολιτικό. Το θέμα είναι, αν οι φορείς και τα συλλογικά υποκείμενα, τα οποία δραστηριοποιούνται σε αυτά τα συστήματα, αντιλαμβάνονται την ευθύνη τους από το ένα μέρος και από το άλλο διαθέτουν τους μηχανισμούς και την ικανότητα για τις απαραίτητες αλλαγές και τομές στο εσωτερικό τους, ώστε να συμπορευθούν με τη δυναμική της εξέλιξης.

.

Συγκεκριμένα η οικονομική κρίση ανέδειξε την ανάγκη ανασύστασης της κεντροαριστεράς και την δημιουργία μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατικής παράταξης με ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Αυτή την αλήθεια την συνειδητοποιούν όλοι οι σχηματισμοί, οι οποίοι κινούνται σε αυτό το χώρο. Εκείνο που δεν κάνουν όμως, η δεν είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν, είναι η συστηματική και σε βάθος προσέγγιση των αιτίων της αποσύνθεσης του χώρου καθώς και η δρομολόγηση των σωστών από λειτουργική άποψη διεργασιών στον ευρύτερο χώρο της κεντροαριστεράς. Εκείνο που κάνουν είναι η κατάθεση προτάσεων, οι οποίες ανταποκρίνονται στους παραμορφωτικούς φακούς κομματικών αντιλήψεων, οι οποίες πλέον ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν.

.

 

.

Τα αίτια της αποσύνθεσης

.

Τα αίτια της αποσύνθεσης του χώρου πρέπει να αναζητηθούν τόσο σε πολιτικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

.

Τα κόμματα χωρίς εσωτερική δυναμική, ιδεοληπτικά, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό, με κρατικοδίαιτη λογική (κράτος λάφυρο), χωρίς ουσιαστική επαφή με την κοινωνία πορεύονται προς το μέλλον με στόχο την ανάληψη της διαχείρισης της κυβερνητικής εξουσίας. Σε αυτή την πορεία απουσιάζει ο διάλογος τόσο με την κοινωνική βάση όσο και στο εσωτερικό των κομμάτων και του ευρύτερου πολιτικού συστήματος. Η πολιτική επικοινωνία με τους πολίτες έχει αποκτήσει εικονικά χαρακτηριστικά στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος. Το ίδιο ισχύει και μεταξύ των κομμάτων. Σε αυτό το επίπεδο ο διάλογος δεν αναφέρεται στο μοντέλο κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης στη δυναμική προβολή του στο μέλλον σε μια πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από την ευρωπαϊκή αναφορά της χώρας και από τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης. Γι’αυτό το λόγο καταφεύγουν τα κόμματα στο λαϊκισμό και την υποσχεσιολογία, η οποία δεν στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα., αλλά σε ιδεολογήματα. Η ελληνική κοινωνία έχει μπουχτίσει πλέον από υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις για ευημερία στο μέλλον. Επίσης κουράστηκε από την συνήθη πρακτική του συνόλου σχεδόν του πολιτικού συστήματος να ρίχνει το ανάθεμα για την τραγική κατάσταση της χώρας στον «ξένο παράγοντα».

.

Ο διάλογος στο εσωτερικό των κομμάτων είναι όνειρο θερινής νυκτός. Η πλειοψηφία των μελών των κομμάτων δεν είναι σε θέση να αναλύσει και να αντιληφθεί την δυναμική της εξέλιξης στη δυναμική προβολή της στο μέλλον. Αυτό οφείλεται στον υψηλό βαθμό πολυπλοκότητας της πραγματικότητας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και στην ανυπαρξία στο εσωτερικό των κομμάτων επιστημονικών μηχανισμών ανάλυσης και σχεδιασμού πολιτικών, οι οποίες μάλιστα θα πρέπει να διατυπώνονται με κατανοητό για τον απλό άνθρωπο τρόπο.

.

Αυτά τα δεδομένα οδηγούν τα κόμματα σε μια εσωστρεφή λειτουργία, η οποία βεβαίως ευθυγραμμίζεται και με τις υπόλοιπες δομές της ελληνικής κοινωνίας. Αυτή η εσωστρεφής λειτουργία όμως σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο οδηγεί σε αδιέξοδο και αδυναμία ανάπτυξης δυναμικής σε μια πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από το διεθνή καταμερισμό εργασίας. Παρενέργεια αυτής της εσωστρέφειας και της λογικής του ελέγχου των κοινωνικών δομών είναι και η λειτουργία του συνδικαλισμού ως προέκτασης του πολιτικού συστήματος. Αυτό βεβαίως ερμηνεύει και την απαξίωση του, όπως και του πολιτικού συστήματος, στις συνειδήσεις των πολιτών.

.

Αυτή τη ζοφερή εικόνα έρχεται να ενισχύσει το δεδομένο, ότι η ελληνική κοινωνία είναι περιφερειακή ως προς τη θέση της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, χωρίς δυναμική παραγωγής κοινωνικών αξιών και σύγχρονου πολιτισμού, περιχαρακωμένη στην αναπαραγωγή ενός μη παραγωγικού μοντέλου οικονομικής οργάνωσης. Αυτό το μοντέλο έρχεται να συμπληρώσει και η διαφθορά, η οποία διαπερνά το σύνολο σχεδόν των τομέων δραστηριοποίησης της ελληνικής κοινωνίας. Έχει φτάσει μάλιστα στο σημείο να αποτελεί αποδεκτή και αυτονόητη αξία, η οποία διαπερνά τις κοινωνικές σχέσεις και συναλλαγές. Διεφθαρμένος δεν είναι μόνο αυτός, ο οποίος δέχεται το «φακελάκι». Είναι και αυτός που το δίνει. Και οι δύο συμβάλλουν στη διαμόρφωση συνθηκών ασφυξίας και ανυπαρξίας κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι καιρός πλέον η ελληνική κοινωνία και τα συστήματα, που την αποτελούν, να κάνουν την αυτοκριτική τους. Ειδάλλως θα παραμείνει εγκλωβισμένη στις εσωτερικές της αντιφάσεις με αποτέλεσμα την κατάρρευση της.

.

 

.

Διεργασίες στην Κεντροαριστερά

.

Στο χώρο της κεντροαριστεράς η έναρξη διεργασιών με στόχο την ανασύσταση της σοσιαλδημοκρατικής παράταξης θα έπρεπε ήδη να είναι γεγονός. Όχι με την έννοια ανταλλαγής επιστολών, οι οποίες ουσιαστικά μεταθέτουν την έναρξη στο μέλλον. Ούτε οι παράλληλοι μονόλογοι πολιτικών σχηματισμών με δομικά χαρακτηριστικά, τα οποία παραπέμπουν στο παρελθόν, οδηγούν σε επιτυχή έκβαση. Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν αυτοί οι σχηματισμοί προέρχονται από ένα πολιτικό σύστημα, το οποίο έχει απαξιωθεί στη συνείδηση των πολιτών και δεν διαθέτει την απαραίτητη κοινωνική νομιμοποίηση. Για να επανέλθει η πολιτική στο προσκήνιο πρέπει ιδιαιτέρως οι πολιτικού σχηματισμοί, οι οποίοι κινούνται στον κεντροαριστερό χώρο, αφού αναζητήσουν τα αίτια της αποσύνθεσης, να αρχίσουν ένα συστηματικό διάλογο, ο οποίος θα βασίζεται σε δεδομένα σύγχρονα ως προς την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα σε εθνικό και πλανητικό επίπεδο και την πορεία της χώρας στο πλαίσιο μιας Ευρώπης, η οποία αγκομαχά να βρει τον κατάλληλο βηματισμό. Αυτό σημαίνει, ότι σε αυτό το διάλογο πρέπει να συζητηθεί και προσεγγισθεί συστηματικά και η προοπτική του σοσιαλδημοκρατικού χώρου σε σχέση με την ολοκλήρωση της Ευρώπης. Με άλλα λόγια πρέπει από τώρα και μάλιστα σε ευρωπαϊκό επίπεδο να ενσωματώνεται στο σοσιαλδημοκρατικό πολιτικό λόγο η μετεξέλιξη των αντίστοιχων σχηματισμών σε εθνικό επίπεδο σε ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα. Δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες καθυστερήσεις στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Οι εθνικές παρωπίδες, ιδιαιτέρως ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών-μελών, έχουν ήδη προκαλέσει τριγμούς, οι οποίοι απειλούν την ευρωπαϊκή συνοχή. Αυτή η κατάσταση είναι αναντίστοιχη με τη ροή του χρόνου σε πλανητικό επίπεδο και τις ανάγκες, οι οποίες δημιουργούνται από τη δυναμική της εξέλιξης.

.

Αυτή την πραγματικότητα πρέπει να αναλύσει και να επεξεργασθεί ο σοσιαλδημοκρατικός χώρος, ώστε να καταστεί δυνατή η οριοθέτηση της σύγχρονης ιδεολογικής και πολιτικής ταυτότητας του, διότι προς το παρόν την έχει χάσει. Και αυτό συμβαίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το αποτέλεσμα είναι η πολιτική ασάφεια και η αδυναμία διατύπωσης μιας εναλλακτικής πρότασης, η οποία θα έχει οραματικά χαρακτηριστικά για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και ιδιαιτέρως για την ελληνική. Αυτό σημαίνει, ότι ο πολιτικός διάλογος με βάση προτάσεις και θέσεις, οι οποίες στηρίζονται σε στρατηγικό σχεδιασμό, ο οποίος εξειδικεύεται για κάθε κοινωνικό σύστημα (οικονομία, υγεία κλπ), πραγματώνεται όχι μόνο στο επίπεδο των κομμάτων του χώρου, αλλά επεκτείνεται και στις δομές της κοινωνίας πολιτών. Η διανόηση σε αυτή την πορεία, τόσο σε τεχνοκρατικούς μηχανισμούς χάραξης πολιτικής των κομμάτων όσο και στις δομές της κοινωνίας πολιτών, μπορεί και πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες, οι οποίες της αναλογούν.

.

Η επέκταση του διαλόγου στο επίπεδο της κοινωνίας θα συμβάλλει και στην ανανέωση του γηρασμένου (όχι μόνο ηλικιακά) πολιτικού προσωπικού, το οποίο λειτουργεί με λογική αναπαραγωγής ξεπερασμένων μορφών εσωτερικής οργάνωσης, οι οποίες διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία στεγανών. Η δε είσοδος του ορθολογισμού με την αξιοποίηση της επιστημονικής σκέψης στο πλαίσιο της ενεργοποίησης της διανόησης θα βοηθήσει να απαλλαγεί ο χώρος από την ιδεοληψία στον πολιτικό διάλογο και την επαφή με την κοινωνία. Θα επικρατήσει ο ρεαλισμός, ενώ η πολιτική επικοινωνία θα απαλλαγεί από τη μυθοπλασία του λαϊκισμού. Οι πολίτες θα έχουν πραγματικά δεδομένα να επεξεργασθούν νοητικά και να διαμορφώσουν απόψεις και πολιτική στάση. Η δε δημοκρατία θα γίνει πιο ουσιαστική.

.

Τέλος οι 1.350.181 άνεργοι (ΕΛΣΤΑΤ – στοιχεία για Νοέμβριο του 2012) ή 27 % σε ποσοστό και το 61,7 % των νέων ανέργων ηλικίας έως 24 ετών, καθώς και το 36,2 % στις ηλικίες  από 25 έως 34 ετών περιμένουν συγκεκριμένες και βιώσιμες πολιτικές προτάσεις και απαντήσεις στα σύγχρονα προβλήματα.