«Η ευτυχία μου, σκέπτομαι, θα ’ναι,
ζήτημα ύψους»
Κώστας Καρυωτάκης
Τους μήνες που πέρασαν η ΕΕ έκανε μεγάλα βήματα για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους και τραπεζών. Τόσο μεγάλα, που πριν από έναν χρόνο ήταν αδιανόητα.
1. Προχώρησε σε πιο οργανωμένη αντιμετώπιση του προβλήματος της Ελλάδας. Με το κούρεμα των ιδιωτικών επενδύσεων στα ομόλογα και την έγκριση ενός νέου πακέτου στήριξης για την κάλυψη των ελλειμμάτων του Δημοσίου, την αποπληρωμή των δανείων και τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, έφυγε ένα μέρος του βάρους χρέους και μπαίνουν οι βάσεις για σταθεροποίηση. Επίσης, μια σημαντική παράγραφος στην απόφαση ρητά προλαβαίνει την ορχήστρα της καταστροφής, λέγοντας ότι αν χρειαστεί στο μέλλον η ΕΕ θα σταθεί στο πλευρό της Ελλάδας. Η προσπάθεια για την αντιμετώπιση της ύφεσης δεν έχει αντιμετωπιστεί αλλά είναι πλέον στο τραπέζι. Ολοι καταλαβαίνουν ότι η Ελλάδα μόνη της δεν θα τα καταφέρει, άρα θα χρειαστεί και ένα σχέδιο τύπου Μάρσαλ, μαζί με την αλλαγή της Δημόσιας Διοίκησης. Δηλαδή, θα χρειαστεί χρόνος.
2. Δυο ενέσεις σε 800 τράπεζες, από 500 δισ. ευρώ, εγκρίθηκαν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με τριετές χαμηλότοκο δάνειο για την ενίσχυση της ανάπτυξης αλλά και για την αντιμετώπιση της τραπεζικής κρίσης. Η Ευρώπη ακολούθησε τελικά την τακτική των ΗΠΑ που πρώτη διοχέτευσε χρήματα στην οικονομία χωρίς να φοβηθεί τον πληθωρισμό. Ακόμη και η Αγγλία με πρόσφατη ένεση της κεντρικής της τράπεζας διέθεσε στην οικονομία 75 δισ. με χαμηλό επιτόκιο σε συνδυασμό με μικρή υποτίμηση της λίρας.
Με άλλα λόγια και οι τρεις οικονομίες «διολίσθησαν» στον κεϊνσιανισμό, μέσα από την «ποσοτική χαλάρωση».
3. Το σχέδιο για συμμάζεμα των κρατικών δαπανών και της μείωσης των ελλειμμάτων που είναι η γενεσιουργός αιτία της κρίσης χρέους κατά την ΕΕ, θα εγκριθεί μέχρι το καλοκαίρι. Εστω και ελαφρώς τροποποιημένο, αν υπάρξουν νέες ιδέες μετά τις γαλλικές εκλογές.
4. Ο φόρος Τόμπιν, δηλαδή η φορολόγηση των χρηματοοικονομικών συναλλαγών στην Ευρώπη, παρά την αντίθεση Αγγλίας, Τσεχίας και άλλων χωρών, προχωράει έστω με δυσκολία στο μέτρο που ακόμη και στην ευρωζώνη υπάρχουν αντιστάσεις. Σε συνδυασμό με τα σχέδια οδηγιών για τους οίκους αξιολόγησης και τη ρύθμιση των αγορών χρήματος είναι ένα πλέγμα μέτρων για την τιθάσευση των αρρύθμιστων αγορών.
5. Τέλος, αναμένεται η διεύρυνση των χρηματοδοτικών εγγυήσεων στον μόνιμο μηχανισμό σταθεροποίησης (EMS), που προορίζονται για τις χώρες οι οποίες ίσως χρειαστούν «διάσωση», όπως ζητούν και οι χώρες ΔΝΤ εκτός ΕΕ για να αυξήσουν τη συμμετοχή τους στο Ταμείο.
Σε πρώτη ανάγνωση το μήνυμα είναι καθαρό. Η Ευρώπη έχει αποφασίσει να προχωρήσει ενιαία στην αντιμετώπιση της κρίσης.
Το αν η στρατηγική αυτή οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα, δεν το ξέρουμε. Ολοι παραδέχονται πάντως ότι δόθηκε μια σημαντική ανάσα χρόνου.
Οι «άλλοι», βεβαίως, ισχυρίζονται ότι το πλέγμα μέτρων είναι μόνο μια ανάσα. Και ότι σύντομα θα χρειαστεί νέα διάσωση της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, τα χρήματα στις τράπεζες δεν θα φτάσουν και τα μέτρα για χαλιναγώγηση των αγορών δεν θα λειτουργήσουν ή θα ακυρωθούν. Και σε άλλες γωνιές της γης εκφράζεται δυσπιστία για το αν τελικά η κρίση της παγκοσμιοποίησης που βιώνουμε αντιμετωπίζεται με τέτοιου τύπου μέτρα ή αν οδηγεί σε νέα περιπέτεια – όπως ισχυρίζονται κινέζοι οικονομολόγοι που διαβλέπουν αύξηση του πληθωρισμού στις χώρες του τριγώνου των ισχυρών οικονομιών, με σοβαρές συνέπειες για την Κίνα ή όπως καταγράφει η πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου, που φέρνει στην επιφάνεια σειρά μέτρων προστατευτισμού τα οποία έλαβαν πέρυσι οι αναδυόμενες χώρες (Βραζιλία, Αργεντινή), θυμίζοντας τη δεκαετία του 1930, όταν στο τέλος έκλεισαν τα σύνορα στο εμπόριο, διεκόπησαν οι συναλλαγές και… τη συνέχεια την ξέρουμε.
Για να προβλέψουμε λοιπόν το μέλλον, έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε τρεις εκδοχές της κρίσης. Η πρώτη λέει ότι το πρόβλημα είναι οι οικονομικές ανισορροπίες ανάμεσα στις χώρες Βορρά – Νότου, συνεπώς το ευρωσύστημα θα καταρρεύσει. Η δεύτερη, ότι μόνη λύση για την Ευρώπη είναι η οικονομική και πολιτική ολοκλήρωσή της. Και η τρίτη, ότι τα μέτρα είναι αρκετά, είμαστε κοντά στην έξοδο, αλλά αν χρειαστούν και άλλα η Ευρώπη θα τα λάβει. Διαλέγουμε και παίρνουμε. Το ερώτημα είναι ο χρόνος. Το φάρμακο χορηγείται έγκαιρα ή πλέον είναι αργά; Ισως όλα είναι ζήτημα χρόνου.