Καθώς το επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της πολιτικής αντιπαράθεσης μετατοπίζεται, αργά μεν, αλλά σταθερά, σε θέματα που μπορούν να δώσουν λύσεις στην αναχαίτιση της καλπάζουσας ανεργίας και της πτώσης του βιοτικού επιπέδου, οι αναπτυξιακές μάχες θα αποτελέσουν ξανά, το πεδίο συγκρούσεων σε πολλά μέτωπα.
Για τη θετική έκβαση αυτών των μαχών, είναι σημαντικό να τροφοδοτούνται όλοι με τα μαθήματα και τα παθήματα από αντίστοιχες προηγούμενες μάχες και να λειτουργούν οι θεσμοί και οι δημοκρατικοί κανόνες. Για παράδειγμα, όλοι θυμόμαστε τη διακομματική στάση, ακόμη και από τα κόμματα που έγιναν μετά κυβέρνηση, κατά της συμφωνίας με την κινέζικη Cosco στο λιμάνι του Πειραιά. Η συμφωνία έγινε και, τρία χρόνια μετά, μελέτη της Εθνική Τράπεζας συμπεραίνει ότι μετά τη συμφωνία παραχώρησης, τριπλασιάστηκε η διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων από το λιμάνι του Πειραιά και ότι τα επόμενα χρόνια αναμένεται επέκταση του δικτύου επιχειρήσεων γύρω από τις εγκαταστάσεις του, με αποτέλεσμα η συνολική αύξηση προστιθέμενης αξίας να αγγίξει τα 5,1 δισ. ευρώ μέχρι το 2018 (2,5% του ΑΕΠ) δημιουργώντας περίπου 125.000 νέες θέσεις εργασίας. Δεν ακούμε όμως κάποιον αντίλογο, και αν όχι, κάποια αυτοκριτική και κάποια ανάληψη ευθύνης για τις καθυστερήσεις και τις απώλειες εισοδήματος και θέσεων απασχόλησης από την τυφλή σύγκρουση στην οποία επιδίδονταν τότε οι ενωμένες λαϊκιστικές, κρατικιστικές και συντεχνιακές δυνάμεις.
Άλλο παράδειγμα. Διαβάζουμε αυτές τις μέρες ότι οι αφίξεις τουριστών με κρουαζιερόπλοια το 2012, ήταν 5,5 εκατ., με 4.824 προσεγγίσεις σε ελληνικά λιμάνια. Γιατί δεν μας λένε όλοι αυτοί που αντιδρούσαν και καθυστερούσαν χρόνια την άρση του cabotage, ποιά είναι τα αρνητικά στοιχεία αυτής της μεταρρύθμισης; Μπορεί να υπάρχουν, αλλά γιατί δεν βγαίνουν να μας τα πουν και να πάρουν την ευθύνη των όποιων συνεπειών της τότε στάσης τους;
Φοβάμαι ότι και στις «μάχες» του σήμερα, όρα Ελληνικό, υδρογονάνθρακες, χρυσός, μονάδες ανακύκλωσης/επεξεργασίας απορριμμάτων, τουριστικές επενδύσεις κ.λπ., τα ίδια θα λέμε στο μέλλον, αν κάποτε καταστεί δυνατό να γίνει κάτι.
Αντί σήμερα το μέτωπο να είναι οι χρηματοδοτικές δυσκολίες, η επιφυλακτικότητα ελλήνων και ξένων επενδυτών λόγω της κρίσης, τα γραφειοκρατικά εμπόδια και οι ποικίλες σκοπιμότητες, αδυναμίες και καθυστερήσεις του κράτους να ασκήσει τον επιτελικό ρόλο του στη βιώσιμη ανάπτυξη, προστίθενται κάθε φορά νέα μετερίζια, που δεν έχουν καμιά σχέση με αυτή καθεαυτή την επένδυση, τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις της. Και ας παίρνονται θετικές αποφάσεις από τα θεσμικά όργανα της πολιτείας, (από τις αδειοδοτούσες υπηρεσίες μέχρι το Συμβούλιο Επικρατείας), ας επιβεβαιώνονται οι συμμορφώσεις με το όλο και πιο αυστηρό εθνικό και ευρωπαϊκό περιβαλλοντικό κεκτημένο, ας αλλάζουν οι τεχνολογίες, ας υπάρχουν διεθνή παραδείγματα, ας δημιουργούνται οφθαλμοφανή πλεονεκτήματα στα εισοδήματα, στην απασχόληση, ακόμη και στο περιβάλλον. Κάποιες «μάχες» πρέπει να διατηρούνται ως σύμβολα ενός ιδιοτελούς, κακώς εννοούμενου, χωρίς δημοκρατικές αρχές και κανόνες, πολιτικού «αγώνα».
Όσο οι «αγωνιστές» αυτού του τύπου δεν πληρώνουν το κόστος του λογαριασμού από τις αρνητικές επιπτώσεις της τακτικής τους στη ζωή και στην καθημερινότητα του έλληνα πολίτη, οι αναπτυξιακές μάχες θα είναι πολύ δύσκολες και οι ήττες στις προσπάθειες για διέξοδο από την κρίση, πολλές.