Ανάπτυξη: με ποιον τρόπο και σε ποιο χώρο;

Ναπολέων Μαραβέγιας 19 Μαϊ 2013

Καθώς οριστικοποιούνται οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο 2014-2020, με το οποίο φαίνεται ότι η χώρα μας θα εισπράξει και πάλι σημαντικούς πόρους από τα Διαρθρωτικά Ταμεία, η προετοιμασία για την αναπτυξιακή αξιοποίησή τους έχει ήδη αρχίσει.

Στο πλαίσιο αυτό η συζήτηση για την ανάπτυξη γίνεται επίκαιρη και πρέπει να διευρυνθεί(*) έπειτα από χρόνια κυριαρχίας της οικονομικής κρίσης στο δημόσιο λόγο.

Προφανώς η έννοια της ανάπτυξης, καθώς και η «παράσταση» της ανάπτυξης στη σκέψη των πολιτικών, των επιστημόνων, των επιχειρηματιών και των απλών πολιτών, διαφέρει τόσο ως προς το περιεχόμενό της όσο και ως προς τις προϋποθέσεις και την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει. Το ζήτημα της ανάπτυξης δεν είναι απλώς επιστημονικό, είναι βαθύτατα πολιτικό, και ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεται δεν είναι κοινωνικά και χωρικά ουδέτερος. Με άλλα λόγια, η απάντηση που δίδεται στα ερωτήματα ανάπτυξη για ποιες κοινωνικές ομάδες, ανάπτυξη σε ποιες περιοχές ή περιφέρειες και ανάπτυξη με ποιον τρόπο, εξαρτάται προφανώς από την πολιτική και την ιδεολογική θεώρηση της ανάπτυξης και προσδιορίζει την πολιτική που θα εφαρμοστεί για την επίτευξή της.

Βέβαια, σήμερα στη χώρα μας -όπου η πολύχρονη κρίση έχει οδηγήσει την ανεργία σε πρωτοφανή επίπεδα, ενώ η συρρίκνωση του ΑΕΠ έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο σε καιρό ειρήνης- τέτοιου είδους ερωτήματα μπορεί να μοιάζουν «πολυτελή» μπροστά στην ανάγκη για απορρόφηση της ανεργίας και αύξηση του ΑΕΠ με οποιονδήποτε τρόπο και σε οποιονδήποτε χώρο. Ομως θα ήταν εξαιρετικά «κοντόφθαλμο» οι πιεστικές ανάγκες για ανάπτυξη στη χώρα μας να αποτρέψουν τον προβληματισμό για το κοινωνικό περιεχόμενο της ανάπτυξης, για τον τρόπο ανάπτυξης (βιώσιμο/αειφορικό) και τέλος για το χώρο μέσα στον οποίο θα επιχειρηθεί η αναπτυξιακή διαδικασία (περιφερειακή/τοπική ανάπτυξη).

Ομως ο προβληματισμός δεν πρέπει να είναι ούτε προσχηματικός ούτε αναβλητικός, ώστε να αποτρέπει επενδυτικές πρωτοβουλίες και να αναβάλλει κρίσιμης σημασίας πολιτικές και διοικητικές αποφάσεις από τις οποίες εξαρτάται πολύ συχνά η αναπτυξιακή διαδικασία. Ο σχεδιασμός σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο πρέπει να προχωρήσει γρήγορα με τη στήριξη της επιστημονικής κοινότητας και με την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

Δεν υπάρχουν προκατασκευασμένες «συνταγές» για την αναπτυξιακή διαδικασία. Η ιστορική εμπειρία έχει δείξει σ? ολόκληρο τον κόσμο ότι υπάρχουν εντελώς διαφορετικά πρότυπα ανάπτυξης. Υπάρχουν περιπτώσεις ακόμη και «τυχαίων» συμπτώσεων που έδωσαν την αναγκαία ώθηση στην αναπτυξιακή διαδικασία. Αλλοτε ο δημόσιος τομέας υπήρξε κινητήρια δύναμη, άλλοτε ο ιδιωτικός τομέας ήταν καταλυτικός στην αναπτυξιακή προσπάθεια. Αλλοτε η εξειδίκευση μιας περιφέρειας είχε αναπτυξιακό αποτέλεσμα και άλλοτε η διαφοροποίηση σε πολλούς κλάδους ήταν τελικά αποδοτικότερη.

Συνεπώς, ο σχεδιασμός πρέπει να είναι ευέλικτος και να κατευθύνει αναπτυξιακά τις πρωτοβουλίες, αποτρέποντας οικολογικές καταστροφές, υπολογίζοντας την επίδραση στην απασχόληση, ενισχύοντας την ποιότητα, την εξωστρέφεια και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα του παραγωγικού αποτελέσματος σε προϊόντα και υπηρεσίες.

Τέλος, είναι εμπειρικά και θεωρητικά διαπιστωμένο ότι πολύ συχνά η ανάπτυξη οξύνει τις περιφερειακές ανισότητες, ενώ η κρίση, καθώς πλήττει περισσότερο τις κεντρικές και ήδη αναπτυγμένες περιφέρειες, τις αμβλύνει. Με βάση αυτή τη διαπίστωση, ο σχεδιασμός δεν πρέπει να κατευθύνει την ανάπτυξη μόνο στις κεντρικές περιφέρειες, έτσι ώστε να μην οξύνονται οι ανισότητες στο χώρο. Η εξισορρόπηση μεταξύ «αποτελεσματικότητας» και «ισότητας» στην ανάπτυξη των περιφερειών δεν είναι πάντα εφικτή, πρέπει, όμως, να επιδιώκεται σταθερά στον εθνικό σχεδιασμό.

(*) Η έκδοση της επιστημονικής επιθεώρησης «Περιφέρεια» τ. 1 και 2, 2012, εκδ. Διόνικος, έχει αυτόν το στόχο.