Συνεχώς πληθαίνουν τα δείγματα αναντίστοιχης σχέσης μεταξύ της κυρίαρχης πολιτικής οπτικής σε πλανητικό επίπεδο και της βιώσιμης εξέλιξης. Και αυτό είναι εμφανές και εμπειρικά διαπιστώσιμο σε όλους τους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών.
Επειδή δε η δυναμική της εξέλιξης κινείται με μεγάλη ταχύτητα, διαμορφώνονται επικίνδυνες συνθήκες, οι οποίες είναι εύκολο να «ξεφύγουν» από κάθε έλεγχο. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό γίνεται, με αποτέλεσμα το κόστος για την ανθρωπότητα να είναι πολύ υψηλό.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αντίδραση των χωρών της «Δύσης» (με τις κυρώσεις στην Ρωσία) λόγω της εισβολής στην Ουκρανία, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι οικονομικές παρενέργειες σε πλανητικό επίπεδο και το υψηλό κόστος, που πληρώνουν οι δικές τους κοινωνίες, ενώ παράλληλα δεν αντιμετωπίζεται με αυτό τον τρόπο η προοπτική γενίκευσης της αντιπαράθεσης, ούτε διασφαλίζεται η ειρήνη σε βάθος χρόνου, διότι δεν αναιρείται ο ανταγωνιστικός τρόπος σκέψης και διαχείρισης της πραγματικότητας στο γεωπολιτικό πεδίο.
Η λογική της γεωπολιτικής ισχύος είναι κυρίαρχη σε όλους τους «παίκτες», η οποία δεν στηρίζεται σε ηθικές αξίες με σημείο αναφοράς την ανθρώπινη οντότητα αλλά στην ηθικολογία. Ειδάλλως θα έπρεπε να έχουν ενδιαφερθεί με την ίδια ένταση και για την ανθρωπιστική κρίση, που μαστίζει τις φτωχές χώρες σε διάφορες περιοχές του πλανήτη (π.χ. Ασία, Αφρική) και στερεί την ζωή από εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους ή τους καταδικάζει να ζουν σε συνθήκες πείνας.
Είναι ζωτικής σημασίας ανάγκη να σταματήσει η αντιπαράθεση με ηθικολογικό φορτίο και η επίρριψη ευθυνών στον «άλλο» (Ρωσία στην Δύση και αντιστρόφως), αν και οι στοχεύσεις και η διαχείριση της πραγματικότητας και των δυο πλευρών εδράζονται στην ίδια οπτική.
Γενικότερα η διαχείριση της πραγματικότητας δεν λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις της εξέλιξης στην ανθρώπινη οντότητα τόσο ως προς την βιωσιμότητα της σε συνθήκες ισορροπίας με το φυσικό περιβάλλον όσο και ως προς τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά και τις αναγκαίες ισορροπίες στο κοινωνικό και στο ατομικό πεδίο.
Ήδη το φυσικό περιβάλλον καταστρέφεται και δεν λαμβάνεται υπόψη, ότι αυτό διαμορφώνει μη βιώσιμες συνθήκες για τον άνθρωπο. Είναι δε τραγικό να διαταράσσονται οι εσωτερικές ψυχολογικές ισορροπίες των νέων γενιών είτε με την βίωση πολέμων (Ουκρανία) είτε με την ζωή σε συνθήκες πείνας (Αφρική).
Μπορεί τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης να προβάλλουν τις θλιβερές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία στους απλούς ανθρώπους και τις συνθήκες πείνας σε πολλές χώρες της Αφρικής και της Ασίας, όμως οι αντιδράσεις των πληθυσμών των ανεπτυγμένων χωρών δεν αποκτούν πολιτική δυναμική με την δημιουργία κοινωνικών κινημάτων.
Στις σύγχρονες μαζοποιημένες καταναλωτικές κοινωνίες η επικοινωνιακή διαχείριση της πραγματικότητας και η ακολουθούμενη πολιτική πρακτική οριοθετούνται από τον εξιδανικευτικό λόγο, στο πλαίσιο του οποίου η ηθικολογία χαρακτηρίζει την πολιτική προσέγγιση και την διαμόρφωση στάσεων στο κοινωνικό πεδίο.
Εξάλλου η ευημερία και η βίωση της συνδέεται με την λειτουργικότητα και οικονομική απόδοση των κοινωνικών συστημάτων και τον πολίτη ως άτομο και όχι με την κοινωνία ως συλλογικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο οι ανισότητες τόσο μεταξύ των πολιτών όσο και μεταξύ των κοινωνιών δεν δρομολογούν πολιτικές διεργασίες υπέρβασης αυτών των ανισορροπιών ούτε ενεργοποιούν στάσεις με αναφορά στην ενσυναίσθηση. Αυτό εξηγεί και την αντιμετώπιση με ηθικολογική οπτική των αρνητικών φαινομένων, όπως είναι οι στρατιωτικές συγκρούσεις και οι ανθρωπιστικές κρίσεις.
Δεν ενεργοποιούνται διαδικασίες διαλόγου τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο με στόχο την διερεύνηση των αιτίων και τον σχεδιασμό της πορείας για την αναίρεση τους. Είναι εμφανές, ότι η εξέλιξη δεν είναι αποτέλεσμα του αναγκαίου μακροπρόθεσμου πολιτικού σχεδιασμού ούτε ελέγχονται οι αρνητικές παρενέργειες. Η σχέση τους είναι αναντίστοιχη και αντιφατική.
Πολύ αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αυτής της αναντίστοιχης και αντιφατικής σχέσης μεταξύ της πολιτικής και της βιώσιμης εξέλιξης είναι η μέχρι τώρα πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υποτίθεται, ότι οικοδομείται η ενοποίηση με σημείο αναφοράς το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον στους διάφορους τομείς κοινωνικής δραστηριοποίησης, από την οικονομία μέχρι τον πολιτισμό. Η κυρίαρχη πολιτική οπτική όμως είναι η έκφραση και ικανοποίηση του εθνικού συμφέροντος. Όσο πιο ισχυρό οικονομικά και γεωπολιτικά είναι το κάθε κράτος-μέλος, τόσο περισσότερο μπορεί να επιβάλλει το εθνικό του συμφέρον.
Για αυτό κυριαρχούν οι ανισότητες και η μη σύγκλιση των κοινωνιών, ώστε να διαμορφώνεται ευρωπαϊκή συνείδηση και οπτική, που θα οριοθετούν την λειτουργία των κοινωνιών. Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αποκτά δυναμική στο γεωπολιτικό πεδίο, ούτε λειτουργεί ως μοχλός για την προσέγγιση των λαών και την προώθηση της ειρήνης στο πλαίσιο μιας ουσιαστικής παγκοσμιοποίησης, η οποία ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινής πορείας της ανθρωπότητας προς ένα μέλλον με βιώσιμα χαρακτηριστικά.
Η αναντίστοιχη και συχνά αντιφατική σχέση της πολιτικής και της βιώσιμης εξέλιξης πριμοδοτείται επίσης από το σύστημα κοινωνικών αξιών, το οποίο προωθείται σε πλανητικό επίπεδο με την μορφή προτύπων με καταναλωτική οπτική στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος και του ρόλου της ως μέσου βίωσης της πραγματικότητας και πρόσδωσης νοήματος στη ζωή.
Διαμορφώνεται πρόσφορο κοινωνικό κλίμα για την ανάπτυξη στοχευμένης δυναμικής, η οποία δεν στηρίζεται στο ανθρώπινο και στο κοινωνικό συμφέρον με σημείο αναφοράς την ενσυναίσθηση, αλλά εξαντλείται στην πρόσκαιρη κοινωνική αναγνωρισιμότητα και στην επικοινωνιακή της αξιοποίηση.
Με αυτό τον τρόπο βέβαια οι κοινωνίες στερούνται συλλογικών υποκειμένων, τα οποία εκφράζουν το κοινωνικό συμφέρον στο πλαίσιο διαλόγου με το πολιτικό σύστημα και όχι μόνο.
Αυτές οι συνθήκες διαμορφώνουν ένα ασφυκτικό και επικίνδυνο μίγμα, το οποίο, όσο περνάει ο χρόνος και αυξάνεται η ταχύτητα της ροής του, θα χαρακτηρίζεται από μεγάλη ρευστότητα και υψηλό βαθμό διακινδύνευσης (π.χ. εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία και γενικευμένη πλανητικών διαστάσεων «οικονομική κρίση») ως αποτέλεσμα της κυρίαρχης πολιτικής οπτικής.
Με αυτά τα δεδομένα η παγκόσμια πορεία προς το μέλλον θα γίνεται πιο δύσκολα διαχειρίσιμη με υψηλό βαθμό διακινδύνευσης. Αυτό επιβάλλει την πραγματοποίηση των αναγκαίων δομικού χαρακτήρα αλλαγών στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνιών, ώστε να διασφαλισθεί η βιώσιμη εξέλιξη χωρίς προβλήματα και σχέσεις εκμετάλλευσης μεταξύ όλων των κοινωνιών, που συνθέτουν την παγκόσμια κοινότητα. Την ευθύνη δεν έχει μόνο το πολιτικό σύστημα αλλά και η κοινωνία πολιτών. Η ανάληψη της επείγει, διότι η ροή του χρόνου είναι ταχύτατη.