Τι καταλαβαίνει κανείς μέσα από τη βαβούρα για την τελευταία υπόθεση Καμμένου, με την πώληση οβίδων στην Σαουδική Αραβία; Το πιθανότερο είναι πως δεν καταλαβαίνει και πολλά, απλώς αισθάνεται ότι κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο του Πενταγώνου, ότι τα εξοπλιστικά παραμένουν αμαρτωλή κιβωτός, ότι διάφοροι σκοτεινοί μεσάζοντες δραστηριοποιούνται στις παρυφές του κράτους, ότι τα συστήματα εξουσίας εναλλάσσονται χωρίς να αλλάζουν βασικές δομές στη λειτουργία τους. Έτσι κι αλλιώς είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς ο,τιδήποτε μέσα σε τόσο θόρυβο. Φωνάζουν όλοι πάρα πολύ, εγκαλούντες και εγκαλούμενοι, χωρίς μάλιστα οι ρόλοι να είναι σταθεροί, αφού ο κατήγορος γίνεται κατηγορούμενος και το αντίστροφο σε μια γρήγορη εναλλαγή που το ακροατήριο μάλλον την έχει συνηθίσει.
Με το «είστε ψεύτες/είστε κλέφτες» έχουμε περάσει περίπου τρία χρόνια και συνεχίζουμε δυναμικά, συμφιλιωμένοι πια οι περισσότεροι με την ιδέα ότι δεν γίνεται να βγούμε από τα λασπόνερα.
Κάπως έτσι η τραγωδία στη Μάνδρα έχει έναν ιδιαίτερο συμβολισμό. Πνιγήκαμε στις λάσπες κυριολεκτικά, ενώ συνέχεια πνιγόμαστε στις λάσπες μεταφορικά. Η μια πλευρά ζητάει παραιτήσεις και προειδοποιεί για δικαστήρια, η άλλη πλευρά θυμίζει τα πολεοδομικά εγκλήματα των τελευταίων δεκαετιών, ενώ στο δημοτικό και περιφερειακό συμβούλιο πέφτει ξύλο για να βεβαιωθούμε ότι δεν γίνεται να σωθούμε από τον συλλογικό εαυτό μας. Πρέπει να γίνει έστω τώρα αντιπλημμυρικός σχεδιασμός, πρέπει όμως να παρθούν και κάποιες αποφάσεις για την αυθαίρετη δόμηση, κανείς δεν μιλάει γι’ αυτό, όλοι κρύβονται πίσω από την επίκληση της πολιτικής προστασίας που θα μας προστατεύσει από την καταστροφή που παράγουμε μόνοι μας, ούτε λόγος για πρόληψη και αλλαγή μοντέλου.
Η άρνηση αλλαγής, άλλωστε, βρίσκεται στον πυρήνα της ελληνικής αποτυχίας. Έχουν περάσει επτά χρόνια από το επίσημο ξέσπασμα της κρίσης για τη χώρα μας και συνεχίζουμε όπως είμασταν, απλώς φτωχότεροι και πιο κουρασμένοι: Η κυβέρνηση προσπαθεί να σταθεί συσπειρώνοντας εκλογικά κοινά με παροχές, η αξιωματική αντιπολίτευση παλεύει για την ανακατάληψη της εξουσίας αναδεικνύοντας τις αδυναμίες του αντιπάλου της και διατηρώντας ως έχουν τις δικές της. Για παράδειγμα, καταγγέλλει το κοινωνικό μέρισμα ως προϊόν απάτης και αφαίμαξης της μεσαίας τάξης την ώρα που το ψηφίζει στη Βουλή.
Η Βουλή είναι ο καθρέφτης μας. Εκεί εκδηλώνεται με τον πιο παραστατικό τρόπο η ελληνική ασυναρτησία, αμορφωσιά, αντίσταση στην πρόοδο. Απίθανοι τύπου αποφασίζουν για το μέλλον μας κραυγάζοντας την ανοησία και την ανεπάρκειά τους. Οι καλύτεροι ακούγονται λιγότερο και χάνονται μέσα στον τοξικό θόρυβο των άλλων.
Οι πιο άλλοι είναι στα νησιά. Ανεπιθύμητοι από τους ντόπιους, από τους στεριανούς, από τους Ευρωπαίους, απ’ όλους. Η Μέρκελ δυσκολεύεται να σχηματίσει κυβέρνηση στη Γερμανία και λόγω προσφυγικού, επειδή δεν έκλεισε τα σύνορα, ενώ εδώ δεν ετοιμαζόμαστε για το αναπόφευκτο σκάσιμο της βόμβας και δεν αναστοχαζόμαστε. Δεν μπορείς να κρατάς εγκλωβισμένους και ήσυχους τόσους ανθρώπους χωρίς να τους προσφέρεις καμία προοπτική και χωρίς να σέβεσαι στοιχειώδη δικαιώματά τους, δεν μπορείς να αποτρέψεις τον εκφασισμό τοπικών πληθυσμών όταν τους φέρνεις σε μια τόσο ακραία συνθήκη, δεν μπορείς να προστατεύσεις την πλειοψηφία από μια πραγματική πρόκληση τραβώντας απλώς την κουρτίνα, δεν μπορείς να σταματήσεις την προσφυγιά και τις μεταναστευτικές ροές σε έναν τόσο άδικο κόσμο.
Ξαναπάμε από την αρχή: Θα γινόταν ειρήνη στην Υεμένη αν δεν πουλούσαμε βλήματα στην Σ. Αραβία, όπως αναρωτήθηκε ο Κ. Ζαχαριάδης του ΣΥΡΙΖΑ; Θα είμασταν ευτυχέστεροι αν λίγο καταλαβαίναμε τι συμβαίνει και τι μας συμβαίνει; Ίσως όχι. Αλλά μπορεί να είχαμε ξεφύγει από το μετεωρισμό ανάμεσα στο μηδέν και στο τίποτα, μπορεί να παλεύαμε με κάτι και για κάτι.