Η πρόσφατη βίαιη ανάρτηση του Ντόναλντ Τραμπ εναντίον του Βολοντίμιρ Ζελένσκι έθεσε ένα θέμα που, εκ πρώτης όψεως, μπορεί να φαίνεται περιθωριακό και προπαγανδιστικό, για εσωτερική χρήση με στόχο τους λαϊκιστές ψηφοφόρους του, αλλά που στην πραγματικότητα κρύβει εκτεταμένες γεωπολιτικές προεκτάσεις. Ο Τραμπ, με το άμεσο και προκλητικό ύφος του, χαρακτηριστικό των οριακών προσωπικοτήτων, επεσήμανε πώς ο Ζελένσκι έπεισε την κυβέρνηση Μπάιντεν να δαπανήσει ένα υπέρογκο ποσό – 350 δισεκατομμύρια δολάρια – χωρίς εγγυήσεις. Αν και το ποσό είναι σαφώς υπερβολικό (η αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία ήταν σημαντική, αλλά δεν φτάνει σε αυτό το επίπεδο), η πραγματική ουσία του θέματος έγκειται στην έννοια «χωρίς εγγυήσεις». Αυτό το φαινομενικά τεχνικό απόσπασμα κρύβει μια βαθιά κριτική της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών και, ταυτόχρονα, σκιαγραφεί ένα νέο στρατηγικό όραμα που ο Trump και οι σύμμαχοί του, όπως ο γερουσιαστής J.D. Vance, φαίνεται ότι θέλουν να επιβάλουν στην παγκόσμια διπλωματική σκηνή. Ο σερίφης του κόσμου ποζάρει ως κύριος της ανθρωπότητας.
Το δόγμα Τραμπ: «Όχι άλλες δαπάνες χωρίς εγγυήσεις
Ο Τραμπ, με λίγα λόγια, συνόψισε ένα δόγμα που οι ΗΠΑ ακολουθούν εδώ και χρόνια, αλλά το οποίο πάντα κρυβόταν πίσω από το προπέτασμα του φιλελευθερισμού και τη ρητορική της «υπεράσπισης της δημοκρατίας». Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η οικονομική και στρατιωτική βοήθεια που παρέχει η Ουάσινγκτον στις συμμαχικές χώρες δεν πρέπει πλέον να θεωρείται πράξη γενναιοδωρίας ή μέσο προώθησης των οικουμενικών αξιών, αλλά στρατηγική επένδυση που πρέπει να εγγυάται απτή απόδοση για τα αμερικανικά συμφέροντα.
Ποιες είναι αυτές οι «εγγυήσεις»; Ο Τραμπ τις απαριθμεί εμμέσως:
Πρόσβαση σε στρατηγικούς πόρους: όπως οι σπάνιες γαίες, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για τις τεχνολογικές και στρατιωτικές βιομηχανίες.
Εισαγωγή αμερικανικών προϊόντων: η βοήθεια πρέπει να μεταφράζεται σε συμβόλαια για τις αμερικανικές εταιρείες.
Χρήση του δολαρίου ως νομίσματος αναφοράς: προκειμένου να διατηρηθεί η κυριαρχία του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος και να επεκταθεί όλο και περισσότερο σε όλο τον κόσμο.
Διείσδυση του αμερικανικού κεφαλαίου: οι αμερικανικές εταιρείες πρέπει να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στις αγορές των δικαιούχων χωρών.
Προσανατολισμός των εθνικών αποταμιεύσεων προς το αμερικανικό χρέος: οι συμμαχικές χώρες πρέπει να επενδύσουν σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα, στηρίζοντας έτσι την οικονομία του αστέρα και των λωρίδων σε δεινή θέση λόγω του στρατοσφαιρικού δημόσιου χρέους.
Εν ολίγοις, ο Τραμπ λέει ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν πλέον την πολυτέλεια να είναι ο «αστυνόμος του κόσμου» χωρίς να παίρνουν τίποτα σε αντάλλαγμα. Αυτή η προσέγγιση, την οποία ορισμένοι αποκαλούν «αληθινή πολιτική του Τραμπ», σηματοδοτεί μια ρήξη με την παράδοση του διεθνούς φιλελευθερισμού που χαρακτηρίζει την αμερικανική εξωτερική πολιτική από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ελλάδα και Ιταλία: γεωπολιτικοί δορυφόροι μεταξύ Τραμπ και Πούτιν
Για τους ΕλληνοΪταλούς αναγνώστες του www.grecia.it, ο προβληματισμός αυτός αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Πράγματι, τόσο η Ιταλία όσο και η Ελλάδα βρίσκονται σε ευαίσθητη θέση στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα. Από τη μία πλευρά, είναι χώρες ιστορικά συνδεδεμένες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μέλη του ΝΑΤΟ και βαθιά ενταγμένες στο δυτικό σύστημα συμμαχιών. Από την άλλη, είναι εκτεθειμένες στην αντιευρωπαϊκή και φιλορωσική προπαγάνδα του Βλαντιμίρ Πούτιν, η οποία επιδιώκει να εκμεταλλευτεί τις εσωτερικές διαιρέσεις της ΕΕ και να υπονομεύσει την ατλαντική συνοχή.
Η Ελλάδα, ειδικότερα, έχει βιώσει στο πετσί της τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης του 2008 και των πολιτικών λιτότητας που επέβαλε η ΕΕ, βρισκόμενη συχνά σε θέση εξάρτησης σε σχέση με τους διεθνείς πιστωτές και τις ξένες επενδύσεις. Η Ιταλία, από την πλευρά της, αποτελεί χώρα-κλειδί για τη σταθερότητα της Μεσογείου, αλλά και προνομιακό στόχο της ρωσικής παραπληροφόρησης, η οποία επιδιώκει να τροφοδοτήσει αντι-ΕΕ και αντι-ΝΑΤΟ αισθήματα.
Στο πλαίσιο αυτό, το δόγμα Τραμπ αποτελεί πρόκληση και για τις δύο χώρες. Από τη μία πλευρά, θα μπορούσε να προσφέρει ευκαιρίες για μεγαλύτερη αυτονομία και διαπραγμάτευση, ιδίως εάν οι ΗΠΑ αποφασίσουν να μειώσουν την εμπλοκή τους στην Ευρώπη για να επικεντρωθούν σε άλλες περιοχές του κόσμου, όπως ο Ινδο-Ειρηνικός. Από την άλλη, κινδυνεύει να αφήσει την Ιταλία και την Ελλάδα σε πιο ευάλωτη θέση, εκτεθειμένες στις πιέσεις της Ρωσίας αλλά και στις επεκτατικές ορέξεις της Τουρκίας, καθώς και στις αβεβαιότητες μιας ολοένα και πιο διαιρεμένης Ευρώπης.