Ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε το κυβερνητικό του πρόγραμμα στη Θεσσαλονίκη. Ένα πρόγραμμα γεμάτο παροχές, αυξήσεις, δημόσιες επενδύσεις και μειώσεις ή καταργήσεις φόρων. Κομβικό σημείο της ομιλίας του ήταν η αποστροφή «η απασχόληση θα φέρει την ανάπτυξη κι όχι η ανάπτυξη την απασχόληση όπως λένε οι αντίπαλοί μας». Η απλή λογική πίσω από αυτή τη θέση είναι ότι οι μισθοί θα ρίξουν λεφτά στην αγορά και έτσι θα την αναζωογονήσουν. Μόνο που κάποιος πρέπει να δώσει αυτούς τους μισθούς.
Το να δημιουργήσεις απασχόληση χωρίς ανάπτυξη σημαίνει λοιπόν με απλά λόγια να ρίξεις χρήμα στην αγορά. Αν έχει προηγηθεί ανάπτυξη, δηλαδή μεγέθυνση της παραγωγικής οικονομίας, το χρήμα μπαίνει από εκεί, από την αγορά. Είτε άμεσα – με επενδύσεις δηλαδή -, είτε έμμεσα από την φορολόγηση. Χωρίς ανάπτυξη το χρήμα πρέπει να το βάλει το κράτος, να το φέρει από αλλού. Παλιότερα, την εποχή των κλειστών «εθνικών» οικονομιών, το κράτος μπορούσε να δημιουργήσει θέσεις εργασίες και να τις χρηματοδοτήσει με διάφορους τρόπους, ας πούμε με δανεισμό ή κοπή νέου χρήματος.(Προσοχή! Δε μιλάμε για βραχυπρόθεσμη βοήθεια στα στρώματα που πλήττονται, παράλληλα με μια μακρόπνοη πολιτική προσανατολισμένη στην παραγωγική οικονομία. Μιλάμε για λύση του ελληνικού προβλήματος μέσω της απασχόλησης, χωρίς ανάπτυξη και παραγωγή. Δυο εντελώς διαφορετικά πράγματα.)
Στην σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία και ιδιαίτερα στη ζώνη του ευρώ, νέο χρήμα μπορεί να μπει μόνο αν συμφωνήσουν οι κύριοι ευρωπαίοι παίκτες. Πρόσφατα έγιναν ευρωεκλογές, οι συντηρητικοί κέρδισαν, οι παίχτες λοιπόν είναι δεδομένοι. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Εκτός αν μιλάμε για δραχμή, εκεί όμως τα προβλήματα θα ήταν τεράστια και άλλης φύσεως, ενώ σίγουρα με τη δραχμή και την έξοδο από την παγκόσμια αγορά δεν λύνεται το πρόβλημα του δανεισμού. Μιλάμε λοιπόν για ευρώ και ευρωπαϊκή λύση. Στην Ελλάδα του 2014, είναι γνωστό ότι εξωτερικός δανεισμός δεν υφίσταται και οι παίκτες αρνούνται – προς το παρόν- να κόψουν ευρώ μαζικά. Κι αν ακόμη κόψουν, δε σημαίνει ότι θα μας το ενεχειρίσουν να το κάνουμε ότι θέλουμε. Από που λοιπόν θα έρθουν τα χρήματα για αύξηση της απασχόλησης χωρίς ανάπτυξη; Η μόνη «λογική» ας πούμε, εξήγηση είναι – τι άλλο; – να πειστεί να μας τα δώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται εκεί που ξεκινήσαμε τη συζήτηση για τα μνημόνια το 2010, απλά με πιο ήπια και ίσως πιο πονηρή διατύπωση. Το βασικό σχέδιο όμως είναι στη τελική ίδιο: Θα τους εκβιάσουμε με το plan B. Αν δε δεχτούν να μας χαρίσουν το χρέος και επιπλέον να μας χρηματοδοτήσουν την απασχόληση, θα τους φοβίσουμε ότι θα φύγουμε και θα πεισθούν. «Δεν θα πυροβολήσουν τα πόδια τους». Θα μας τα δώσουν κι εμείς θα τα ρίξουμε στην αγορά ως μισθούς.
Το πρώτο πρόβλημα είναι λοιπόν η θολή πηγή της χρηματοδότησης κι η παρωχημένη, πια, λύση του εκβιασμού και του plan Β. Το δεύτερο είναι ότι χωρίς ανάπτυξη, χωρίς παραγωγή και ιδίως χωρίς παραγωγή προσανατολισμένη στις εξαγωγές, με το να βάλεις λεφτά στην τοπική αγορά απλά ρίχνεις χρήμα στο πηγάδι. Το χρήμα αργά ή γρήγορα, θα φύγει έξω από την τοπική αγορά, αφού εισάγεις τα καταναλωτικά προϊόντα και δεν παράγεις, και τελικά θα εξαφανιστεί. «Η παγκοσμιοποίηση», έλεγε κάποιος σοφός άνθρωπος πριν λίγα χρόνια, «δεν είναι κάτι που μπορείς να είσαι υπέρ ή κατά, είναι μια πραγματικότητα». Και δεν μπορείς να σχεδιάζεις ερήμην της, την πραγματικότητα πρέπει να την αντιμετωπίσεις και να προσπαθήσεις να της αλλάξεις πορεία. Τελικά, δηλαδή, η σημερινή πορεία είναι μονόδρομος; Κάθε άλλο. Η πολιτική της κυβέρνησης για ταμειακή λύση με άδικη φορολογία και για ξόδεμα όποιων πλεονασμάτων στις προνομιακές της ομάδες, η εμμονή της στο ίδιο μοντέλο παραγωγής, η λογική ότι τελικά όλα πήγαιναν περίπου ρολόι, η κρίση ήταν ένα κακό όνειρο κι οσονούπω θα ξυπνήσουμε πάλι χαρούμενοι, δεν φέρνουν ούτε απασχόληση, ούτε και πραγματική ανάπτυξη.
Μονόδρομος είναι η ανάπτυξη της εξωστρεφούς παραγωγής. Αλλά αυτό θέλει να πάρεις από εδώ και να ρίξεις εκεί, να σπάσεις αυγά, να συγκρουστείς, να έχεις σχέδιο, υπομονή κι επιμονή, σχετική κοινωνική συναίνεση – που σημαίνει να λες αλήθειες ώστε να πεισθεί μια κρίσιμη τουλάχιστον μάζα, κλπ. Και όσο μπορείς να παλεύεις στην ευρωπαϊκή αρένα για συνολική λύση. Παράλληλα να λύνεις με δίκαιο τρόπο το κοινωνικό πρόβλημα που δημιουργεί η κρίση. Με λίγα λόγια; Θέλει δουλειά κι όχι φανφάρες ή μαγικές λύσεις.