Ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνησε και κυβερνάει διχαστικά και καταστροφικά για την οικονομία και τους θεσμούς στο σύνολό τους. Έχει κάποιος αντίρρηση γι αυτό στο ΚΙΝΑΛ?
Η ΝΔ έχει όλα τα μειονεκτήματα της συντηρητικής παράταξης αλλά ήδη έχει συγκυβερνήσει με την κεντροαριστερά για τη σωτηρία της χώρας. Παρ όλα τα μεγάλα σφάλματά της που συνέβαλαν στο «αντιμνημονιακό» μέτωπο, παρακολούθησε εν τέλει τη σωστή, την ευρωπαϊκή πολιτική στην οποία είχε επιμείνει το τότε ΠΑΣΟΚ.
Να πούμε δηλαδή ότι εφ όσον διαφωνεί κάποιος και με τους δύο, συνεπάγεται ότι οφείλει να κρατήσει ίσες αποστάσεις;
Είναι οι διαφωνίες ίδιες και ίδιας βαρύτητας για την αποκατάσταση της χώρας και δη στην τρέχουσα συγκυρία;
Υπάρχει ένα ποσοστό που απαντάει ότι είναι.
Η πλειονότητα – κι εμείς μαζί της – απαντάει ότι δεν είναι.
Η λογική των ίσων αποστάσεων είναι ένα τεχνητό κατασκεύασμα.
Μια απόπειρα ετεροπροσδιορισμού με ψεύτικους όρους.
Η ταυτότητα του ΚΙΝΑΛ δεν πρόκειται να προκύψει από τη δεξαμενή του λαϊκισμού και της αναθέρμανσης αντιδεξιών αντανακλαστικών που έρχονται από την μεταπολίτευση.
Θα προκύψει μόνο από θέσεις πολιτικές που απαντάνε στις ανάγκες της χώρας.
Πλην αν, υπάρχει μια μερίδα στην ηγεσία της ενωμένης πλέον κεντροαριστεράς που ονειρεύεται (ή αδιαφορεί για) το μπάχαλο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος την μαγείρεψε με τη συνταγή της παθογενούς πλευράς του ΠΑΣΟΚ που την εμπλούτισε και την ξεχείλωσε.
Είναι σίγουρο πως αν οδηγηθεί η παράταξη σε τέτοιες πολιτικές θα καταλήξει καρικατούρα του ιδεοληπτικού και ανίκανου ΣΥΡΙΖΑ και όχι σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Το «πριτς» της κ. Γεννηματά σε τυχόν ανάγκη συγκυβέρνησης με τη ΝΔ, εφ όσον δεν συμμετέχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν το έχει πάρει πίσω.
Αυτό λέει με απλά λόγια:
- Δεν έχει σημασία αν θα φτάσει σε διάλυση η χώρα εφ όσον πάει σε εκλογές με απλή αναλογική.
- Αναγορεύει τον ΣΥΡΙΖΑ σε μέτρο και προϋπόθεση της πολιτικής της.
- Δεν χάθηκε κι ο κόσμος που χάσαμε 200 δις και που υπέστη πλήγματα μεγάλα η δημοκρατία και όλοι οι θεσμοί. Από τη μια περιγράφει – συγκρατημένα ωστόσο – ως καταστροφική την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και την ίδια στιγμή θεωρεί απαραίτητη την συνεργασία με τους καταστροφείς για την αποκατάσταση της χώρας.
Βγάζουν αυτά νόημα?
Όχι.
Αν πρώτα απ όλα πείσει τους αμφίβολους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ γι αυτό, θα ξαναψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ που είναι το πρωτότυπο τέτοιας πολιτικής. Δεν χρειάζεται να επιστρέψουν στην παλιά κόπια που έχουν λοιδορήσει επαρκώς καθώς μετανάστευαν στο τάχα νέο που ήρθε.
Όσοι δεν πειστούν, θα ψηφίσουν ΝΔ.
Όπερ τζίφος η συσπείρωση, τζίφος και η ταυτότητα του ΚΙΝΑΛ.
Αλλά ας υποθέσουμε και κάτι ακόμη.
Ότι θα πάρει τη σωστή θέση όταν και αν υπάρχει ανάγκη και δεν θα αφήσει τη χώρα στο έλεος της ακυβερνησίας.
Ότι κρατάει κλειστά τα χαρτιά της για να μην χάσει τους ιδεοληπτικούς αντιδεξιούς. Ότι προκρίνει δηλαδή να τους εξαπατήσει και όχι να τους διαπαιδαγωγήσει στη βάση μιας ρεαλιστικής φιλολαϊκής πολιτικής.
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι αυτούς τα κατάφερε και τους ξεγέλασε.
Από τους άλλους, τους πεισμένους για την συγκυριακή ανάγκη ενδεχόμενης συγκυβέρνησης τι προσδοκεί, τι περιμένει και τι ζητάει?
Να της δώσουν λευκή επιταγή χωρίς να ανοίξει τα χαρτιά της?
Να παίξουν κορώνα γράμματα την καταστροφή που θα βρει τη χώρα και τους ίδιους, εφ όσον πετύχει το σχέδιο της ακυβερνησίας που έχει ετοιμάσει ο ΣΥΡΙΖΑ?
Πιστεύει στ αλήθεια ότι έτσι μπορεί να γίνει πόλος συσπείρωσης?
Ότι θα εμπιστευτούν τους γρίφους της ηγεσίας, το ψάρεμα με δυό καλάμια και θα παραδώσουν την επιβίωσή τους στην Πυθία?
Η άποψή μας είναι ότι απλώς διώχνουν ένα πλήθος πολιτών προς τη ΝΔ οι οποίοι είναι οι πλέον συνειδητοποιημένοι ως πολίτες. Την κρίσιμη μάζα που θα θελήσει να γείρει την πορεία της χώρας στην σωστή κατεύθυνση. Κι ότι αυτοί θα δώσουν την αυτοδυναμία στη ΝΔ ενώπιον κινδύνου «απλής αναλογικής» και καταστροφής.
Το ΚΙΝΑΛ θα πετύχει να αποδυναμωθεί, θα χάσει την ευκαιρία να συμβάλει στη διακυβέρνηση και να ωφελήσει το λαό με τα δικά του ιδεολογικά όπλα, και θα διεκδικήσει την ταυτότητά του με δυσκολότερους όρους.
Μόνο εφ όσον δεσμευτεί πως δεν θα αφήσει τη χώρα ακυβέρνητη θα πείσει και θα κερδίσει την εμπιστοσύνη τους. Μόνο έτσι η παράταξη θα αποχτούσε αξιοπιστία, ταυτότητα και μέγεθος.
Είναι εξαιρετικά λογικό να επιλέξουν οι πολίτες την προοδευτική παράταξη ως εταίρο σε μια συγκυβέρνηση υπολογίζοντας στο ειδικό βάρος των σοσιαλδημοκρατικών απόψεων, ως αντίβαρο στις εν γένει συντηρητικές απόψεις της ΝΔ.
Με την επιμονή των ίσων αποστάσεων, σε κάθε περίπτωση, θα συγκρατήσει μεν εκείνους που δίνουν την εμπιστοσύνη τους σε πρόσωπα και τάσεις εντός της παράταξης οι οποίοι έχουν ξεκαθαρίσει τις πεποιθήσεις τους, προβάλλοντας την ξάστερη, ρεαλιστική, και φιλολαϊκή πολιτική που χρειάζεται η χώρα, αλλά θα χάσει την εμπιστοσύνη των συντριπτικά περισσότερων.
Η δε ταχτική επίθεσης που αυθόρμητα ή οργανωμένα έχουν καταλήξει να κάνουν πολλά στελέχη του τον τελευταίο καιρό, λοιδορώντας όσους διαφωνούν με τις ίσες αποστάσεις, ως μεταμελημένους αριστερούς, ως φιλοδεξιούς, και ως αποστάτες εν πολλοίς των σοσιαλδημοκρατικών ιδεών, δεν πρόκειται να αποδώσει παρά μόνο το αντίθετο αποτέλεσμα. Το οποίο αποτέλεσμα θα φανεί στο «χειροκρότημα» των εκλογών και θα είναι πια αργά.
Κατά την γνώμη μας, προλαβαίνει να το ξανασκεφτεί η ηγεσία. Μικρή σημασία έχει για τη χώρα η παραίτησή της μετά από μια εκλογική αποτυχία. Η ποθούμενη ανανέωση και ανασυγκρότηση δεν επιτεύχθηκε κατ ανάγκη μετά την ένωση. Χρειάζεται πρωτίστως πολιτικές που θα την ενώσουν. Κι αυτές δεν θα προέλθουν από υπολογισμούς κορυφής που εστιάζουν στην αναζήτηση του μεγέθους της. Τα μεγέθη έπονται των πολιτικών επιλογών και δεν προκύπτουν από ελιγμούς που παραβλέπουν την ουσία της πολιτικής.