Ο ρόλος των εκσυγχρονιστών τελείωσε. Αυτό απεφάνθη γνωστός ακαδημαϊκός, συνδαιτυμών ο ίδιος του εκσυγχρονισμού -με την κυριολεκτική έννοια του όρου- όταν βέβαια ο εκσυγχρονισμός ήταν στα πάνω του. Το ζήτημα θα είχε παραπολιτικό μόνο ενδιαφέρον αν δεν αντανακλούσε μια πιο διαδεδομένη αντίληψη στην ελληνική κοινωνία. Πώς γίνεται και όλες οι μεταρρυθμίσεις είναι νεοφιλελεύθερες, μου έγραφε πρόσφατα επικριτικός αναγνώστης. Ο ακαδημαϊκός μας το είπε πιο κομψά. Ο εκσυγχρονισμός, εξήγησε, προσέλκυσε την «πολιτισμική» Αριστερά, η οποία όμως αποστερημένη από το κοινωνικό της περιεχόμενο ταυτίζεται με τη «νεοφιλελεύθερη και τεχνοκρατική Δεξιά».
Πρόκειται προφανώς για μια ακόμα περίπτωση κατάχρησης της έννοιας νεοφιλελευθερισμός, που ταιριάζει δια πάσαν νόσον. Το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα ποτέ δεν υιοθέτησε την ιδεολογία του μικρού κράτους. Αντιθέτως τόσο οι δαπάνες όσο και η φορολογία διατηρήθηκαν σε υψηλά επίπεδα. Τα φορολογικά έσοδα μάλιστα αυξήθηκαν σημαντικά. Λεπτομέρειες. Η αλήθεια είναι πως οι εκσυγχρονιστικές σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη ήταν φιλικές προς την αγορά. Τις κάνει αυτό νεοφιλελεύθερες; Κι ήταν μια επιλογή που άφησε συνειδητά εκτός την κοινωνική διάσταση της πολιτικής;
Μόνο κάποιος που δεν έχει παρακολουθήσει τις εξελίξεις τις τελευταίες δεκαετίες μπορεί να το υποστηρίξει. Ηδη από τη δεκαετία του ?80 είχε γίνει σαφές ότι κανένα εθνικό κράτος δεν μπορεί να ακολουθήσει οικονομική πολιτική στηριζόμενο στην εσωτερική ζήτηση – με αυξήσεις δηλαδή μισθών και δημοσίων δαπανών. Το έκαναν οι Μιτεράν και Παπανδρέου και οδηγήθηκαν σε κρίση στο ισοζύγιο πληρωμών. Οι αυξήσεις «διέρρευσαν» σε εισαγωγές. Το έκανε και ο Καραμανλής πρόσφατα -χωρίς την ευκολία της δραχμής- και οδηγηθήκαμε σε πλήρη χρεοκοπία. Το δεύτερο εξίσου σημαντικό στοιχείο -άμεσα συνδεδεμένο με το πρώτο- είναι η βιομηχανική επανάσταση που συντελείται στον τρίτο κόσμο και η οποία οδηγεί σε τεράστιες παραγωγικές αναδιατάξεις. Στην Ελλάδα για παράδειγμα οι φτηνές εισαγωγές ρούχων είχαν σαν αποτέλεσμα να αφανιστεί κυριολεκτικά ο κλάδος της υφαντουργίας, που λίγα χρόνια πριν απασχολούσε πολλές δεκάδες χιλιάδες εργαζομένων.
Με δυο λόγια τα τελευταία χρόνια έγινε φανερό ότι καμία οικονομία δεν μπορεί να προοδεύσει χωρίς δημοσιονομική πειθαρχία και ανταγωνιστικότητα. Μόνο μια οικονομία που διασφαλίζει και τα δυο μπορεί να πετύχει και υψηλούς μισθούς και ισχυρό κοινωνικό κράτος. Κι αυτό αποτέλεσε και αποτελεί βασικό στοιχείο του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος. Στη Γερμανία ήταν η βάση της πολιτικής του σοσιαλδημοκράτη Σρέντερ το 2000. Δεν πήγαν άσχημα.
Υπάρχει εναλλακτική λύση; Ασφαλώς. Η επιστροφή στο εθνικό κράτος, οι περιορισμοί στις εισαγωγές και στην κίνηση κεφαλαίων και η προστασία της εγχώριας βιομηχανίας. Μόνο που θα γίνουμε όλοι πολύ πολύ φτωχότεροι. Οπου έχει δοκιμαστεί επί γης, έχει οδηγήσει σε οικτρή αποτυχία και συνήθως σε δικτατορία, μαύρη ή κόκκινη.
Ο μόνος που εξακολουθεί να μην το καταλαβαίνει είναι ο κ. Λαφαζάνης. Και ο ακαδημαϊκός μας ο οποίος βρήκε μια ιδιοφυή λύση. Να εγκαταλείψουμε, λέει, την τελεολογία της προόδου! Τι θα μπορούσε να την αντικαταστήσει, άγνωστο. Α, και να βάλουμε κανόνες στην παγκοσμιοποίηση. Να απαγορεύσουμε για παράδειγμα στους Κινέζους ή τους Αφρικανούς να εξάγουν φτηνά προϊόντα και να τους υποχρεώσουμε να δίνουν μισθούς Γερμανίας για να υπάρχει ανταγωνισμός επί ίσοις όροις. Ως ακαδημαϊκός βέβαια μπορεί να ασπάζεται όποια μεταμοντέρνα θεωρία θέλει. Επειδή ωστόσο θα πάρει λίγο χρόνο να επιβάλουμε κανόνες στην παγκοσμιοποίηση, έως τότε ας μας βρίσκονται μερικοί εκσυγχρονιστές να βγάζουν τη δουλειά!