Ο πραματευτής Πούλος Πουλόπουλος από το Μοριά, είναι η εμβληματική μορφή στην «Βαβυλωνία» του Βυζάντιου, που γράφτηκε στο Ναύπλιο του 1836. Αφού, όταν ερωτάται από τον Επτανήσιο αστυνόμο αν το έγκλημα που έγινε μπροστά του ήταν «caso pensato» ή «caso accidente» (από πρόθεση ή τυχαία), δεν μπορεί να απαντήσει. Και αυτό γιατί, όπως εξήγησε, την ώρα του εγκλήματος σκεφτόταν τα «νιτερέσσα» του (τα συμφέροντά του). Γεγονός που προκαλεί την έκπληξη του αστυνόμου: – «Ω διάολε και συ με τα νιτερέσσα σου …. οι ανθρώποι γιαμά σκοτωνούτανε και συ συλλογιούσουνε το νιαούρτι σου, τον ταρτανά σου, το γάλα σου, τσι αλεπούδες σου και τσι γίδες σου…».
Αυτός όμως, ο αυτιστικά εγκλωβισμένος στα «νιτερέσσα» του Μοραϊτης πραματευτής, δεν είναι κάποια σπάνια εξωτική μορφή, αλλά ο κυρίαρχος ανθρώπινος τύπος, που εξέβρασε στη χώρα μας ο Ανατολικός Δεσποτισμός. Αυτή είναι άλλωστε η ιστορική συνθήκη, που δεν επέτρεψε να αναδυθεί στην καθ’ ημάς Ανατολή η παράσταση της κοινότητας. Αλλά και του «δημόσιου αγαθού», δηλαδή της “res publica”, η οποία, ακόμα και στην ολιγαρχική Ρώμη, όπως εύστοχα επισήμανε ο Καστοριάδης, ήταν αντικείμενο αφοσίωσης.
Γι’ αυτό και ό, τι αποκαλούμε καταχρηστικά νεοελληνική «κοινωνία», δεν είναι τίποτε άλλο, από μία συλλογή ή άθροισμα «πραματευτάδων» της Βαβυλωνίας, κυριευμένων από απάθεια και κυνισμό. Οι οποίοι, όταν έρχονται αντιμέτωποι με τα δημόσια αγαθά, επειδή αυτά δεν υπάρχουν ως σημασίες στις παραστάσεις τους, είτε τα ανάγουν σε στόχο λεηλασίας, είτε αδιαφορούν για την λεηλασία των άλλων. Γι’ αυτό ακριβώς, ενώ είναι έτοιμοι να λιντσάρουν έναν «πορτοφολά», την ίδια στιγμή ανέχονται ή και λατρεύουν έναν καταχραστή της δημόσιας περιουσίας. Αφού ο πρώτος απειλεί το πορτοφόλι τους, ενώ ο δεύτερος κλέβει το δημόσιο. Κάτι δηλαδή ξένο και αδιάφορο.
Και αυτό το καταλάβαμε για τα καλά, με την θριαμβευτική «επιστροφή» του Τσοχατζόπουλου. Ο οποίος, αν ήταν ένας απλός πορτοφολάς του ΜΕΤΡΟ, κατά την επιστροφή του από τη φυλακή, θα αντιμετώπιζε τη γενική αποδοκιμασία και περιφρόνηση. Κανείς δεν θα ήθελε ούτε να τον ξέρει. Έτσι, δεν θα βρισκόταν ούτε ένας γείτονας να του φωνάξει, «με το δεξί».
Επειδή λοιπόν ο Άκης δεν ήταν ο πορτοφολάς της γειτονιάς που θα απειλούσε και το δικό μας πορτοφόλι, αλλά κορυφαίος εγκληματίας κατά της δημόσιας περιουσίας, για πολλούς δεν ήταν καν εγκληματίας, αλλά «ήρωας». Γιατί, ως νεοέλλην «μάγκας», «τσίφτης» και «καραμπουζουκλής» (όλα αυτά μαζί και με τις ιδιαίτερες αποχρώσεις τους), δεν έβαλε χέρι στην δική μας τσέπη, αλλά σ’ αυτήν του δημοσίου. Το οποίο μας είναι ξένο και ανοίκειο. «Σύστημα», το λέμε τελευταία. Γι’ αυτό και μίλησε στην ψυχή της «κοινωνίας», ως τέλειος «αντισυστημικός». Πιο «αντισυστημικός» και από το κίνημα των τζαμπατζήδων. Αυτό που αυτοαποκλήθηκε, κατ’ ευφημισμό, «κίνημα δεν πληρώνω».
Άσε που ο Άκης μίλαγε από παλιά στην ψυχή του νεοέλληνα και για έναν ακόμη λόγο. Γιατί κάθε «μικρός Έλλην» έβλεπε στο πρόσωπο του Άκη τη μηδαμινότητά του ως μεγαλείο και την ελαφρολαϊκή μαγκιά του, ως εξουσία. Ο Άκης δηλαδή, ήταν η φάρα του και η φανφάρα του.
Γι’ αυτό και όταν, από μία ζαβολιά της ιστορίας – όλο ζαβολιές κάνει η ιστορία – ψηφιζόταν εκείνος ο απαίσιος «λογιστής», που όχι μόνο δεν χόρευε ζεϊμπέκικο, αλλά έλεγε και κάτι περίεργα για σοβαρότητα και δουλειά ή για το μέλλον των παιδιών μας – σαν να είμαστε Σουηδοί δηλαδή – η ψυχή του νεοέλληνα πονούσε για τον Άκη. Γιατί ο νεοέλληνας έχει πάρει από το ήθος του Άκη και εσχάτως του Ζουράρι, που λέει: «Αύριο ποιος ζει ποιος πεθαίνει»! Γι’ αυτό και το μίσος του νεοέλληνα απέναντι στον «λογιστή», που τον στρίμωξε για να κάνει πράγματα που θα έφταναν στις επόμενες γενιές. Από εθνικές οδούς και ΜΕΤΡΟ, μέχρι νοσοκομεία! Σαν να επρόκειτο δηλαδή να ζήσουμε για αιώνες!
Ενώ με τον Άκη, ακόμη και τα συνθήματα αποκτούσαν το πραγματικό τους νόημα. Αφού με αυτόν ήξερε ο καθένας ότι το «εδώ και τώρα σοσιαλισμός», ήταν η μεγάλη ιδέα του «όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά». Με άλλα λόγια, ο Άκης ήταν ο μεγάλος πρόδρομος. Κάτι σαν το σημερινό σύμφυρμα Τσίπρα – Καμμένου, στη συσκευασία του ενός. Άλλωστε, για το ότι δεν είναι μαζί τους, ώστε να αποτελούν Τρόϊκα και να τους λέμε και «θεσμούς», φταίει μόνον ο εισαγγελέας που τους πρόλαβε και τους άρπαξε τον Άκη μέσα από τα χέρια!
Γι’ αυτό και πριν λίγες μέρες, μια ολόκληρη κοινωνία υποδέχτηκε τον Άκη της, με ανακούφιση. Σαν τον «ήρωα», που γύριζε από το κολαστήριο με το φωτοστέφανο του «αγώνα». Γι’ αυτό και «κατάπιε» με συγκίνηση, όσα ο «ήρωάς» της εξέμεσε κατά την επιστροφή του. Όπως ότι ακόμη και για τη φυλάκισή του δεν έχει ευθύνη αυτός με τα εγκλήματα που διέπραξε, αλλά ο ΓΑΠ και ο Σημίτης! Ενώ βεβαίως, το «ατύχημά» του, όπως είπαμε, ήταν ότι δεν πρόλαβε να πάει στους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ όπως οι περισσότεροι άνθρωποί του, γιατί τον πρόλαβε ο εισαγγελέας…..
Και το χειρότερο; Όσοι μέχρι τώρα κατηγορούσαν υποκριτικά τον Σημίτη επειδή κληρονόμησε τον Άκη από τον Ανδρέα και δεν αποποιήθηκε αυτήν την αποτρόπαιη κληρονομιά, τώρα συμφώνησαν με τον Άκη για το ακριβώς αντίθετο: Ότι φταίει για τη φυλάκισή του!