Ένα από τα «καλά» της Δημοκρατίας, χωρίς το οποίο η τελευταία θα ήταν σκέτη παρωδία, είναι η ύπαρξη του «δημόσιου χώρου». Πρόκειται για την κοινωνική και θεσμική συνθήκη, η οποία επιτρέπει - ή και επιβάλλει - την δημοσιοποίηση των υποθέσεων, σε αντίθεση με την μυστικότητα των τυραννικών καθεστώτων.
Λόγω λοιπόν της λειτουργίας του «δημόσιου χώρου», πληροφορηθήκαμε την απόφαση της υπουργού Κας Μενδώνη για την ανάκληση της παραχώρησης στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων ενός δημόσιου κτιρίου.
Μάθαμε επίσης ότι η παραχώρηση πραγματοποιήθηκε την εποχή κατά την οποία η χώρα παλινδρόμησε στην προνεωτερική σύγχυση του ιδιωτικού με το δημόσιο, όταν νομιμοποιήθηκε προκαταβολικά το κύμα της διαφθοράς που ακολούθησε.
Όταν, εν ονόματι δήθεν του δημόσιου συμφέροντος, ιδιωτικοποιούνταν η δημόσια περιουσία υπέρ «οικείων» προς την εξουσία ομάδων συμφερόντων ή ομάδων πίεσης, με πρώτους τους κρατικούς συνδικαλιστές. Και αυτό, σε εφαρμογή ενός ακραίου αντικοινωνικού παραλογισμού: Της απονομής δικαιωμάτων σε συντεχνιακά λόμπι, που δεν αντιστοιχούν σε υποχρεώσεις. Κάτι που περιείχε «….εν σπέρματι μια τάση προς τη διάλυση της κοινωνίας», αφού «..τα δικαιώματα υφίστανται πάντα σε συσχετισμό με υποχρεώσεις και ευθύνες… προκειμένου να γίνει κάτι» (Κορνήλιος Καστοριάδης, «Η ελληνική ιδιαιτερότητα»).
Και τώρα, με την ανάκληση της παραχώρησης, αναπτύχθηκαν δύο στρατόπεδα, με δύο διαμετρικά αντίθετες θέσεις: (Αυτό είναι ό,τι πιο συναρπαστικό μπορεί να προσφέρει η Δημοκρατία. Ας φανταστούμε άλλωστε μια κοινωνία «ομοφωνίας». Θα ήταν τερατώδης).
Η μία της πολιτείας, που υποστηρίζει ότι ο σύλλογος δεν είναι συνδικαλιστική οργάνωση του Ν.1264/82 και άρα η πολιτεία δεν υποχρεούται να του παραχωρήσει γραφείο.
Και η αντίθετη του συλλόγου αρχαιολόγων και των πολιτικών υποστηρικτών του, που λέει ότι ο σύλλογος είναι συνδικαλιστική οργάνωση, οπότε η δημόσια διοίκηση υποχρεούται να του παραχωρήσει γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 5 του Ν.1264/82.
Τι ορίζει όμως η διάταξη αυτή; Ότι ο εργοδότης «..έχει υποχρέωση να διαθέτει κατάλληλο χώρο για γραφείο στον τόπο εργασίας στη συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησης […] για την εξυπηρέτηση των συνδικαλιστικών σκοπών της […]».
Δηλαδή ο νόμος περιορίζει την υποχρέωση του εργοδότη στην παραχώρηση «γραφείου» στον «στον τόπο εργασίας» και μόνον για «εξυπηρέτηση των συνδικαλιστικών σκοπών» της συνδικαλιστικής οργάνωσης.
Πράγμα που σημαίνει ότι κάθε άλλη παραχώρηση σε συνδικαλιστική οργάνωση (π.χ. γραφείου εκτός του τόπου εργασίας ή ακόμη και μέσα στον τόπο εργασίας πλην όμως μεγαλύτερου από αυτόν που επιβάλλουν οι συνδικαλιστικές της ανάγκες ή για οποιονδήποτε άλλο σκοπό πλην του συνδικαλιστικού) δεν είναι εκπλήρωση νόμιμης υποχρέωσης αλλά «ενίσχυση» εκ μέρους του εργοδότη.
Κάτι όμως που απαγορεύεται από το άρθρο 5 παρ. 4 του ίδιου νόμου, το οποίο δεν επιτρέπει «…να δέχονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εισφορές και ενισχύσεις από εργοδότες».
Έτσι η παραχώρηση σε έναν μικρό σύλλογο, όπως αυτός των αρχαιολόγων, ολόκληρου κτιρίου και εκτός του τόπου εργασίας των μελών του, υπερέβαινε τη νόμιμη υποχρέωση παροχής γραφείου εκ μέρους του εργοδότη για την εξυπηρέτηση συνδικαλιστικών αναγκών. Αντίθετα, αποτελούσε απαγορευμένη εργοδοτική ενίσχυση συνδικαλιστικού οργάνου.
Άρα, αν ο σύλλογος έχει δίκιο στον ισχυρισμό του ότι είναι συνδικαλιστική οργάνωση τότε, σύμφωνα με τον νόμο, παράνομα του είχε παραχωρηθεί το κτίριο. Οπότε το άδικο είναι όλο με το μέρος του.
Πηγή: www.athensvoice.gr