Η υπόθεση της επένδυσης της καναδικής επιχείρησης στην Χαλκιδική συζητείται και αντιμετωπίζεται με τον πλέον ακατάλληλο τρόπο, δηλαδή με «ιδεολογικά» κριτήρια. Από τη μια οι «κρατιστές» και «εχθροί της επιχειρηματικότητας», που ταυτίζονται με τους σημερινούς κυβερνώντες. Από την άλλη οι παντός είδους «φιλελεύθεροι», που ομνύουν στο όνομα κάθε επένδυσης, αδιαφορώντας για εάν και πόσο συμφέρουσα ή επιζήμια είναι.
Σε παλιότερες δεκαετίες οι κυβερνήσεις αποφάσιζαν ανεξέλεγκτα ποιες επενδύσεις θα γίνουν. Συνήθως οι συμβάσεις ήταν σκανδαλώδεις και αποδεδειγμένα καταστροφικές για το περιβάλλον (πιο γνωστή αυτή με τη γαλλική «Πεσινέ» στη Βοιωτία, η οποία από το 1960 αγόραζε το ρεύμα από την ΔΕΗ κάτω του κόστους επί πολλές δεκαετίες και έχει καταστρέψει με τα απόβλητά της τη θαλάσσια περιοχή). Ετσι ήταν τότε η «ανάπτυξη», καθώς η χώρα μαστιζόταν από την ανεργία και τη μετανάστευση και εναλλακτικές δεν υπήρχαν. Τότε μπορεί να πει κανείς ότι η Ελλάδα ήταν ενός είδους μπανανία, καθώς οι θεσμοί της ήταν ανύπαρκτοι ή αδύναμοι, η παρέμβαση των ευρωπαϊκών θεσμών το ίδιο και οι κυβερνήσεις έκαναν ό,τι ήθελαν.
Τα χρόνια πέρασαν και, θεωρητικά, όλα αυτά άλλαξαν. Οι εθνικοί θεσμοί ενισχύθηκαν. Το Συμβούλιο της Επικρατείας, για παράδειγμα, έχει κάνει πολλές παρεμβάσεις υπέρ του δημοσίου συμφέροντος, ειδικά σε θέματα περιβάλλοντος. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί το ίδιο( πχ στο θέμα των ανεξέλεγκτων χωματερών).
Τι συμβαίνει, λοιπόν και δεν λύνεται οριστικά το πρόβλημα με την επένδυση στη Χαλκιδική; Ορισμένα δεδομένα και μερικές αυτονόητες αλήθειες:
Πρώτον, τέτοιοι είδους επενδύσεις είναι από τη φύση τους επιβαρυντικές για το περιβάλλον. Αφήνουν απόβλητα, επηρεάζουν καλλιέργειες. Το έχουν πει καθαρά οι πλέον αρμόδιοι (εδώ).
Δεύτερον, από τη άλλη, οι επενδύσεις αυτές φέρνουν δουλειές και εισοδήματα στην τοπική οικονομία(χιλιάδες άνθρωποι έχουν συνδέσει τη ζωή τους με την εταιρεία αυτή) και (πρέπει να) αποφέρουν ωφελήματα και στην εθνική οικονομία.
Τρίτον, οι κυβερνήσεις (διαχρονικά από το 2004, όταν ξεκίνησε η επένδυση) γνώριζαν τις δύο αυτές διαστάσεις του θέματος. Και αποφάσισαν ότι η επένδυση θα συνεχιστεί. Ακόμα και η σημερινή κυβέρνηση, θεωρητικά «εχθρική» προς τη συγκεκριμένη επένδυση, στην ίδια ρότα κινήθηκε. Οι περισσότερες από τις άδειες που ζήτησε δόθηκαν.
Τέταρτον, ανακύπτει επομένως το ερώτημα: το χτεσινό «τελεσίγραφο» της εταιρείας(κάτι παρόμοιο έκανε και πέρυσι – εδώ) οφείλεται σε ανυπέρβλητα εμπόδια, που της βάζει η κυβέρνηση; Ή συμβαίνει αυτό που διοχετεύει το αρμόδιο υπουργείο; Ότι, δηλαδή, η εταιρεία κρίνει ότι δεν την συμφέρει η εξόρυξη με τους νέους όρους;
Επειδή η Ελλάδα δεν (πρέπει να) είναι πλέον χώρα-μπανανία, η λύση πρέπει να είναι σύμφωνη με το ελληνικό και ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο. Αυτό σημαίνει τρία τινά:
- Για τις επενδύσεις αποφασίζουν οι αρμόδιοι υπουργοί, αφού προηγουμένως σταθμίσουν όλα τα υπέρ και τα κατά τους. Εν προκειμένω ο Σταθάκης θα έπρεπε να μιλήσει καθαρά και όχι με μισόλογα και υπονοούμενα. Συμφέρει ή όχι να συνεχιστεί αυτή η επένδυση;
- Για τις επενδύσεις δεν αποφασίζουν κάτι γελοίοι τύποι σαν τον Καρανίκα σήμερα και τον Καμμένο παλιότερα.
- Υπάρχουν αρμόδια δικαστήρια που κρίνουν αν η επένδυση πρέπει να προχωρήσει. Κι αν αληθεύει ότι το έχουν πει, με αποφάσεις τους, κανένας Σταθάκης και κανένας Καρανίκας δεν μπορεί να κάνει του κεφαλιού του, παίζοντας με τις δουλειές μερικών χιλιάδων ανθρώπων.
Για να ξεκινήσουμε από εκεί που αρχίσαμε: η συζήτηση και αντιμετώπιση του προβλήματος στη βάση «ιδεολογικών» κριτηρίων είναι ό,τι χειρότερο. Δεν είναι ματς μεταξύ «κρατιστών» και «φιλελέδων». Οι ιδεοληψίες παντός είδους δεν (έπρεπε να) έχουν θέση σε αυτά.
Η χώρα χρειάζεται επενδύσεις που φέρνουν δουλειές και εισοδήματα. Επενδύσεις συμβατές με το ελληνικό και ευρωπαϊκό κεκτημένο, που απαιτεί σεβασμό στην περιβαλλοντική νομοθεσία. Σε τέτοιες επενδύσεις δεν πρέπει να μπαίνουν εμπόδια. Οποιοι το κάνουν εγκληματούν.
Αυτά μπορεί να τα διασφαλίσει μια χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης επί σχεδόν 40 χρόνια. Αν δεν το μπορεί, τότε εξακολουθεί να εντάσσεται στην κατηγορία «μπανανίες».
Το άρθρο δημοσιεύεται στο protagon.gr