Όπως έστρωσαν κοιμούνται, θερίζουν τις θύελλες που έσπειραν, τους τρώει το τέρας του λαϊκισμού που δημιούργησαν, τους δαγκώνει το φίδι του ανορθολογισμού που έθρεψαν, έπεσαν στην παγίδα που μόνοι τους έφτιαξαν, όλα εδώ πληρώνονται. Από μέρα σε μέρα πολλαπλασιάζονται τα κλισέ με τα οποία περιγράφουν οι πολιτικοί αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ την κατάσταση στην οποία έχει βρεθεί – απέναντι στη νέα γενιά “Αγανακτισμένων” που μοιάζει πολύ με την παλιά.
Είναι το αναμενόμενο και καθόλου δημιουργικό. Ενδιαφέρον θα είχε να ασκηθεί μια κριτική που να υπερβαίνει τον απλοϊκό μανιχαϊσμό και την αισθητική του οπαδισμού και να μην υιοθετούσαν οι επικριτές της κυβέρνησης αυτά που καταγγέλλουν: Να μην διολίσθαιναν, δηλαδή, στην κολακεία του αγριεμένου πλήθους (δεν ανεβαίνουμε στα τρακτέρ αλλά έχουν δίκιο οι αγρότες), να μην κατασκεύαζαν εχθρούς (φταίει ο Τόμσεν που θα κοπούν συντάξεις και όχι οι δικές μας αμαρτίες στη διαχείριση του συνταξιοδοτικού), να μην απολάμβαναν στα μουλωχτά την εξαλλοσύνη της διαμαρτυρίας (ποιο κόμμα έδειξε ενόχληση για τα αντίσκηνα των αγροτών στο Σύνταγμα και για τα αίσχη έξω από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης;), να μη ζητούσαν απόσυρση της κυβερνητικής πρότασης για το ασφαλιστικό χωρίς να καταθέτουν άλλη με δημοσιονομικό αποτέλεσμα συμβατό με όσα ορίζονται στο μνημόνιο, να μην χρησιμοποιούσαν ως επιχείρημα ότι “η κοινωνία είναι απέναντι” – αφού επαγγελματικοί κλάδοι είναι απέναντι, διαχρονικά, σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση θίγει δικά τους κεκτημένα.
Οπως συνήθως συμβαίνει σε περιόδους αναταραχής και έντασης σημασία έχει η ατμόσφαιρα που δημιουργείται και στην περίπτωσή μας υπάρχουν πολλοί φίλοι του λαού και λίγοι φίλοι της αλήθειας.
Δυο παραδείγματα: «Αυτοί που πετροβολάνε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης δεν τρελάθηκαν ξαφνικά. Ο κ. Τσίπρας τους έδινε υποσχέσεις πάνω στο τρακτέρ…», δήλωσε ο Νίκος Δένδιας της ΝΔ λέγοντας κάτι που δεν διαφέρει επί της ουσίας με το μήνυμα που εξέπεμπαν όσοι ανέβαιναν στα τρακτέρ.
Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Δημ. Κρεμαστινός ζήτησε να μην γίνει hot spot στην Κω χωρίς να υπάρξει καμία αντίδραση από την Χαριλάου Τρικούπη που αποφάσισε με συνοπτικές διαδικασίες τη διαγραφή του Λεωνίδα Γρηγοράκου επειδή είχε ασκήσει κριτική στην ηγεσία σε θέματα πολιτικής και στρατηγικής…
Σημαίνουν όλα αυτά ότι η κυβέρνηση είναι καλή και η αντιπολίτευση κακή; Οχι βέβαια. Σημαίνουν απλώς ότι δεν υπάρχει ελπίδα, αφού κυβέρνηση και αντιπολίτευση έχουν κάτι κοινό που είναι το ισχυρό και το κυρίαρχο: Προτάσσουν το κομματικά πρόσφορο του εθνικά επωφελούς, δεν αναμετριούνται με την ιστορία αλλά με τις εταιρείες δημοσκοπήσεων και ψηφοθηρούν ασυγκράτητα χωρίς να επηρεάζονται από το γεγονός ότι η χώρα έχει χρεοκοπήσει και κινδυνεύει να αποκοπεί από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Ξεμπλέκει κανείς εύκολα λέγοντας ότι για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως η αλήθεια είναι πως υπάρχει πρόβλημα ποιότητας πολιτικού συστήματος στο σύνολό του, όπως υπάρχει και θέμα κοινωνίας. Αν δεν επιβραβεύονταν τα ψέματα δεν θα απέδιδε τόσο πολύ η δημαγωγία, αν υπήρχε σοβαρή διακυβέρνηση αυτό θα τραβούσε και την αντιπολίτευση προς τα πάνω, αν δεν ήταν κοινωνικά άδικη η διαχείριση της κρίσης από την αρχή δεν θα φτάναμε στο πλήρες ξεχαρβάλωμα, αν είχαμε εθνικό σχέδιο δεν θα είμασταν στο έλεος του ΔΝΤ, αν οι πρώην δεν ορέγονταν επιστροφή στην εξουσία χωρίς να αλλάξουν σε τίποτα δεν θα φτάναμε σε τόσο βαθύ αδιέξοδο, αν οι “παλιοί” δεν έδιναν τόσο σκληρή μάχη επιβίωσης μπορεί να είχαν βρει χώρο νέες δυνάμεις, αν δεν είχε κακοποιηθεί τόσο η έννοια της μεταρρύθμισης δεν θα εκδηλωνόταν τέτοια άρνηση σε κάθε διαρθρωτική αλλαγή.
Δεν ισχύει ότι, αν δεν κέρδιζε τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, όλα θα πήγαιναν καλά. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν σηματοδοτεί την έναρξη και την αιτία της καθόδου, είναι σύμπτωμα της ασθένειας, εντάσσεται σε μια πολυετή πορεία προς τα κάτω, πρόκειται για τον καθρέφτη μας σε ένα στάδιο της ελληνικής παρακμής – που δεν ξέρουμε αν είναι τελικό, ενδιάμεσο, ακόμη και αρχικό.