Οταν ο Αλ. Τσίπρας ανέλαβε την εξουσία στις 25 Ιανουαρίου, αρκετοί από εκείνους που δεν τον είχαν ψηφίσει, έδειξαν πρόθυμοι να τον στηρίξουν μαζί με την κυβέρνησή του. Το γενικό σκεπτικό ήταν ότι επρόκειτο για έναν νέο και άφθαρτο πολιτικό με μία κυβέρνηση που την αποτελούσαν πρόσωπα τα οποία δεν είχαν ξανακυβερνήσει, οπότε καλό ήταν να δοκιμαστούν μήπως και προέκυπτε κάτι θετικό, αφού μάλιστα οι προηγούμενοι δεν είχαν καλές επιδόσεις στη διόρθωση των κακώς κειμένων. Ενας δεύτερος λόγος επίσης ήταν η κρυφή ελπίδα ότι η σκληρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές θα έφτανε σε κάποιο αποτέλεσμα ανακουφιστικό από τα δεινά που ταλαιπωρούσαν τους πολίτες από τότε που ξέσπασε η κρίση, ενώ οι περισσότερο σκεπτόμενοι είχαν παράλληλα τον φόβο ότι η χώρα θα έμπαινε σε φοβερές πολιτικές περιπέτειες στο εσωτερικό, αν αποτύγχανε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Τρεις μήνες μετά είναι πια γεγονός αναμφισβήτητο ότι η κυβέρνηση έβαλε τη χώρα σε απερίγραπτες οικονομικές περιπέτειες και ταυτόχρονα αποδείχθηκε ότι σε όλους σχεδόν τους τομείς εμφορείται από οπισθοδρομικές αντιλήψεις, κρίνοντας επιεικώς τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα της, αλλά και τις διαθέσεις της. Οσο για τις ικανότητες των στελεχών της, αυτές αποδεικνύονται από αμφίβολες μέχρι ανύπαρκτες, στο σύνολό τους. Οποιος αμφισβητεί αυτό το συμπέρασμα ας κάνει τον κόπο να εξετάσει λεπτομερώς όσα έχουν πει και όσα συνεχίζουν να λένε και να πράττουν οι διάφοροι υπουργοί, υπουργοί αναπληρωτές, υφυπουργοί και κομματικοί παράγοντες του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων στη μέχρι τώρα θητεία τους. Χωρίς να ασχοληθεί με τα απερίγραπτα που έλεγαν ως αντιπολίτευση, τα οποία όμως είναι εκείνα που τους έφεραν στην εξουσία και γι’ αυτό ευθύνη έχουν ο σοφός λαός και πολλά ηλεκτρονικά μίντια.
Ωστόσο, αν ληφθούν στα σοβαρά όσα υποτίθεται ότι διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, αχνοφαίνεται μία αχτίδα φωτός, με την έννοια ότι η χώρα πορεύεται προς συμφωνία με τους δανειστές (και αιμοδότες) της. Η αλήθεια είναι ότι οι πληροφορίες μπερδεύονται με σενάρια και αρκετή δόση δημιουργικής ασάφειας, αλλά είναι αρκετά τα στοιχεία που συγκλίνουν στην άποψη ότι η σύναψη κάποιας συμφωνίας δεν είναι μακριά. Κυρίως γιατί η δική μας πλευρά έχει φτάσει στα όριά της, αν δεν τα έχει ξεπεράσει, σε οικονομικό επίπεδο. Και με αυτή την έννοια ακριβώς ο πρωθυπουργός πρέπει να ενθαρρυνθεί να προχωρήσει και όχι να κατηγορείται για τη στροφή που ετοιμάζεται να κάνει προς την πραγματικότητα, αν δεν την έχει κάνει ήδη και απλά διστάζει να την ολοκληρώσει.
Σε αυτή τη φάση δεν έχει νόημα να ασκείται κριτική στον Αλ. Τσίπρα με συνεχείς υπομνήσεις των όσων αλλοπρόσαλλων και ανέφικτων επαγγελλόταν ή υποσχόταν ώς χθες. Το ζητούμενο ήταν και παραμένει να τα εγκαταλείψει όλα αυτά για να αποσοβηθεί η καταστροφή, και εφόσον υποτίθεται ότι βαδίζει προς αυτή την κατεύθυνση, πρέπει να στηρίζεται τόσο από τις δυνάμεις ευρωπαϊκού προσανατολισμού, όσο και από τα μίντια. Φυσικά, η συμφωνία, αν τελικά φτάσουμε σε αυτήν, θα είναι επώδυνη και σίγουρα πιο επώδυνη από εκείνη που θα υπογραφόταν πριν χαθεί ο πολύτιμος χρόνος από τον Νοέμβριο – Δεκέμβριο ώς σήμερα. Η απώλεια αυτού του χρόνου έφερε την κατάσταση της οικονομίας σε χαμηλότερο επίπεδο και η κριτική σε αυτό το σημείο πρέπει να επικεντρωθεί και όχι στη στροφή (κωλοτούμπα) που φαίνεται να επιχειρεί η ηγεσία της κυβέρνησης. Αν βεβαίως πραγματικά την επιχειρεί και δεν υποδύεται, κάτι που θα διαπιστωθεί κάποια στιγμή, ίσως και με εκλογές που θα αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό…
Επιβάλλεται όμως να ασκείται σκληρή κριτική για πολλές άλλες πρακτικές της κυβέρνησης. Για τις τρομακτικές (κυριολεκτικά) αλλαγές στην παιδεία που επιβραβεύουν τον συνδικαλισμό, την ισοπέδωση και την αναρχία στον χώρο της. Για τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού με συγγενείς, πέραν των κομματικών αμφίβολης ποιότητας που τοποθετούνται σε θέσεις. Για τις σοβιετικού τύπου παθογένειες και τη θαλπωρή που ακόμη προσφέρει σε λεγόμενους αναρχοαυτόνομους, αντιεξουσιαστές και «μπαχαλάκηδες». Για τη συνεχιζόμενη άρνηση της πραγματικότητας από κομματικούς και υπουργούς. Για την προφανή άγνοια και αγνόηση των δεδομένων του διεθνούς περιβάλλοντος. Για την ακατάσχετη αερομπαρουφολογία στην οποία διακρίνονται μεγαλύτεροι και μικρότεροι ηλικιακά αστέρες της. Για την τάση να δημιουργεί θεάματα δίχως ουσία και να αναγάγει τα πάντα σε επικοινωνιακή πολιτική. Και για πολλά άλλα.