«Αν» … και μετά τι;

Τέλης Σαμαντάς 11 Ιουλ 2015

(Έξη σκέψεις στον «αέρα»)

1. Αν υπάρξει Συμφωνία –και υπογραμμίζουμε «ΑΝ» -γιατί οι παράγοντες που την καθορίζουν είναι ακόμη στον αέρα και οποιασδήποτε μορφής «ατύχημα» περιμένει στη γωνία- είναι προφανώς η πιο επώδυνη που έχουν αντιμετωπίσει μέχρι τώρα οι έλληνες πολίτες. Και αυτό βαρύνει κατ’ αποκλειστικότητα τον ΣΥΡΙΖΑ και την απολύτως ανεύθυνη πολιτική του.

2. Στην πραγματικότητα η εθνικολαϊκιστική πολιτική –με ορισμένες «νεομπολσεβικικές» διαστάσεις- του ΣΥΡΙΖΑ, έχει οδηγήσει τη χώρα στο δίλημμα: ή άμεσος θάνατος, με τη μορφή της εξόδου από το Ευρώ και κατ’ επέκταση από την ίδια την Ευρώπη, ή ένας γολγοθάς –με όχι και τόσο σίγουρη κατάληξη.

3. Το αποτέλεσμα της συνεδρίασης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ το μόνο που θα μας πληροφορήσει είναι το αν οι «Λαφαζανικοί», οι «Κωνσταντοπουλικοί» και οι διάφορες άλλες ιδιόμορφες περιπτώσεις στους κόλπους της κυβερνητικής πλειοψηφίας θα επιλέξουν τη σύγκρουση με την «Προεδρική» ομάδα σήμερα ή θα την μεταθέσουν για την περίοδο ψήφισης των συγκεκριμένων νόμων, της υλοποίησης, δηλαδή, της Συμφωνίας.

4. Η κυβέρνηση αυτή, με την υπάρχουσα κυβερνητική πλειοψηφία, όπου, πρακτικά, ηγεμονεύει ένα ευρύ, βαθειά συντηρητικό φάσμα, εκτεινόμενο από τις εθνικολαϊκιστικές έως τις νεομπολσεβίκικες ιδέες, είναι αδύνατον όχι μόνο να προωθήσει αλλά και στοιχειωδώς να υλοποιήσει οποιαδήποτε Συμφωνία αυτού του είδους.

5. Από την άποψη αυτή είναι προφανές πως αργά ή γρήγορα (μάλλον περισότερο «γρήγορα» παρά «αργά» –ΑΝ υπάρξει Συμφωνία, επαναλαμβάνουμε- το κυβερνητικό στρατόπεδο αποκλείται να παραμείνει αρραγές. Για την ακρίβεια ας αναμένουμε τη δημιουργία ενός κινήματος «Νέων Αγανακτισμένων» -για την ηγεσία του οποίου ήδη διαγκωνίζονται ο Λαφαζάνης και η Κωνσταντοπούλου, με τη δεύτερη να έχει σαφώς καλύτερη «θέση εκκίνησης» από τον αρχηγό της «Αριστερής Πλατφόρμας».

6. Σε σχέση με τα προηγούμενα, έχω την εντύπωση πως η στάση της Αντιπολίτευσης –και ειδικά του φιλοευρωπαϊκού και εκσυγχρονιστικού, ριζικά μεταρρυθμιστικού τμήματος της- πρέπει να είναι σαφής: Δεν θα πρέπει να υποστείλει σε καμία περίπτωση και χωρίς καμία υποχώρηση την καταγγελία της Συριζαϊκής πολιτικής και των τραγικών για τη χώρα και τους πολίτες αποτελεσμάτων της. Από την άλλη όμως δε γίνεται παρά να πάρει υπόψη της το ότι απέναντι στο δίλημμα «άμεσος θάνατος» ή «επώδυνη διαδικασία» δεν μπορεί παρά να επιλέξει το δεύτερο –αφού προφανώς είναι το μόνο που προσφέρει τις, έστω και ιδιαίτερα περιορισμένες ελπίδες, για την ανασυγκρότηση της χώρας. Από την άλλη δεν μπορεί παρά να πάρει υπόψη της τις διεργασίες που έτσι κι αλλιώς δρομολογούνται στο κυβερνητικό στρατόπεδο –και οι οποίες θα έχουν και την αντίστοιχη αντανάκλαση τους σε ένα –απολύτως παραζαλισμένο και επηρεασμένο από εθνικολαϊκιστικές «κορώνες»- κοινωνικό σύνολο. Αυτές οι τρεις «σταθερές» θεωρώ πως πρέπει να καθορίσουν την πολιτική της Αντιπολίτευσης στις άμεσες αλλά και μεσοπρόθεσμες κινήσεις της. Όλα αυτά βέβαια …

«ΑΝ». Γιατί στην «άλλη» περίπτωση, απλώς μας πήρε και μας σήκωσε