Άμος Όζ: Ισραήλ – Παλαιστίνη, σαιξπηρική ή τσεχωφική κατάληξη;

Τέλης Σαμαντάς 28 Δεκ 2024

«[…] Όταν ήμουν έξι χρόνων περίπου ήρθε η μεγάλη μέρα της ζωής μου: ο μπαμπάς μού άδειασε λίγο χώρο στις ντουλάπες των βιβλίων του και μου επέτρεψε να μεταφέρω εκεί τα βιβλία μου. Για την ακρίβεια, μου κληροδότησε κάτι σαν τριάντα εκατοστά, που ήταν περίπου το ένα τέταρτο από την έκταση του χαμηλότερου ραφιού. Αγκάλιασα τα βιβλία μου, που μέχρι εκείνη τη μέρα ήταν ξαπλωμένα πάνω σε ένα σκαμνάκι δίπλα στο κρεβάτι μου, τα κουβάλησα με τα χέρια μου στο ντουλάπι των βιβλίων του μπαμπά, και τα τακτοποίησα όρθια, όπως έπρεπε, με τη ράχη τους προς τον έξω κόσμο και το πρόσωπο στον τοίχο.

Ήταν μια τελετή ενηλικίωσης, μια τελετή μαθητείας: άνθρωπος που τα βιβλία του στέκονται, είναι πια άνδρας και όχι παιδί. Είμαι πια σαν τον μπαμπά. Τα βιβλία μου στέκονται.

Έκανα όμως ένα τρομερό λάθος. Ο μπαμπάς έφυγε για τη δουλειά, και εγώ ήμουν ελεύθερος να κάνω ό,τι κατέβαινε στο κεφάλι μου στο κομμάτι ραφιού που μου είχε παραχωρηθεί, οι γνώσεις μου όμως για το πώς το κάνουν αυτό ήταν εντελώς παιδιάστικες. Έτσι τακτοποίησα τα βιβλία μου σύμφωνα με το ύψος, και τα πιο ψηλά ήταν εκείνα τα βιβλία που δεν με τιμούσαν – βιβλία με τελίτσες, με στοίχους, με ζωγραφιές, από αυτά που μου διάβαζαν όταν ήμουν μωρό. Το έκανα αυτό επειδή ήθελα να γεμίσω όλο το χώρο που μου δόθηκε πάνω στο ράφι. Ήθελα η γωνία των βιβλίων μου να είναι γεμάτη, φίσκα, να ξεχειλίζει, ακριβώς όπως του μπαμπά. Όταν ο μπαμπάς γύρισε από τη δουλειά, εγώ ήμουν ακόμα μες στον ενθουσιασμό, κοίταξε με φρίκη το ράφι των βιβλίων μου και, μετά, χωρίς να πει λέξη, κάρφωσε επάνω μου ένα μακράς διαρκείας βλέμμα που δεν θα το ξεχάσω ποτέ: επρόκειτο για ένα βλέμμα περιφρόνησης, πικρής απογοήτευσης, που οι λέξεις δεν μπορούν να το εκφράσουν, ένα βλέμμα απόλυτης γενετικής απελπισίας. Τελικά μουρμούρισε με σφιγμένα τα χείλη: «Πες μου, σε παρακαλώ, τρελάθηκες εντελώς; Σύμφωνα με το ύψος; Τι είναι τα βιβλία, στρατιώτες; Καμιά τιμητική φρουρά; Παρέλαση της ορχήστρας των πυροσβεστών;»

Και πάλι σώπασε. Ακολούθησε μια μακρά και φοβερή σιωπή από την πλευρά του μπαμπά, μια σιωπή αλά Γκρέγκορ Σάμσα, σαν να είχα μεταμορφωθεί σε έντομο στα μάτια του. Και από τη δική μου μεριά επικράτησε μια ένοχη σιωπή, σαν να ήμουν ανέκαθεν κάποιο άθλιο έντομο του οποίου μόνο τώρα αποκαλύφθηκε η αληθινή φύση και από δω και μπρος όλα ήταν χαμένα.

Στο τέλος αυτής της σιωπής ο μπαμπάς βάλθηκε να μου αποκαλύψει, μέσα σε είκοσι περίπου λεπτά, όλες τις αλήθειες της ζωής. Δεν έκρυψε τίποτα. Με μύησε στα πιο απόκρυφα μυστικά του κόσμου του βιβλίου: μου αποκάλυψε και τη βασιλική οδό και τα παράπλευρα δασόφυτα μονοπάτια, τοπία ποικίλα, τοπία που φέρνουν ίλιγγο, αποχρώσεις, φαντασίες, εξωτικές λεωφόρους, τολμηρές ποικιλίες, ακόμα και παράξενα καπρίτσια: τα βιβλία μπορείς να τα τακτοποιείς σύμφωνα με τον τίτλο, κατ’ αλφαβητική σειρά του ονόματος του συγγραφέως, βάσει σειρών και εκδοτικών οίκων, χρονολογικά, σύμφωνα με τη γλώσσα, θεματικά, κατά τομέα, ακόμα και σύμφωνα με τον τόπο που τυπώθηκαν. Υπάρχουν πάμπολλοι τρόποι.

Έτσι έμαθα τα μυστικά της ποικιλομορφίας: η ζωή είναι φτιαγμένη από διάφορες λεωφόρους. Το καθετί μπορεί να διαδραματιστεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, με διαφορετικές νότες και παράλληλες λογικές. Καθεμία από τις παράλληλες λογικές έχει ειρμό και είναι συνεπής από τη δική της άποψη, είναι καθαυτή άρτια, αδιάφορη για όλες τις άλλες.

Τις επόμενες μέρες πέρασα ολόκληρες ώρες βάζοντας τάξη στη μικρή μου βιβλιοθήκη, είκοσι ως τριάντα βιβλία• τα τακτοποιούσα, τα έκοβα σαν να ήταν τράπουλα, τα ανακάτευα και τα ξανατακτοποιούσα από την αρχή, με διάφορους τρόπους, με διάφορες μεθόδους.

Έτσι, από τα βιβλία έμαθα την τέχνη της σύνθεσης: όχι από το τι ήταν γραμμένο σ’ αυτά αλλά από τα ίδια τα βιβλία: από τη φυσική τους ύπαρξη. Έτσι τα βιβλία μου έμαθαν για τις αδέσποτες ζώνες που προκαλούν ζάλη, για τη σκοτεινή ζώνη ανάμεσα στο απαγορευμένο και το επιτρεπτό, ανάμεσα στο δικαιολογημένο και το εκκεντρικό, ανάμεσα στο κανονικό και το παράλογο. Αυτό το μάθημα με συνόδευε όλα τα χρόνια. Όταν έφτασα στον έρωτα, δεν ήμουν ένας εντελώς άπειρος ατζαμής. Ήξερα ότι υπάρχουν διάφορα μενού, υπάρχει ο κεντρικός δρόμος, υπάρχουν δρόμοι πολύχρωμοι και γραφικοί, υπάρχουν και απόμακρα μονοπάτια που πόδι ανθρώπου δεν τα έχει πατήσει. Υπάρχει το επιτρεπτό που σχεδόν απαγορεύεται και το απαγορευμένο που σχεδόν επιτρέπεται. Και τι δεν υπάρχει; …»

Άμος Οζ, (4.5.1939 – 28,12.2018), «Ιστορία αγάπης και σκότους» (μετ. Ιακώβ Σιμπή, Καστανιώτης)

………………

«Η Ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση υπήρξε μια τραγωδία, η σύγκρουση μιας πολύ ισχυρής, πολύ πειστικής, πολύ οδυνηρής διεκδίκησης αυτής της γης και μιας άλλης, που δεν είναι λιγότερο ισχυρή, λιγότερο πειστική διεκδίκηση. Μια τέτοια σύγκρουση μεταξύ δίκαιων διεκδικήσεων μπορεί να επιλυθεί με δύο τρόπους. Υπάρχει η σαιξπηρική παράδοση, σύμφωνα με την οποία μια τραγωδία επιλύεται με τη σκηνή γεμάτη νεκρά σώματα και με την επικράτηση κάποιου είδους δικαιοσύνης. Υπάρχει, ωστόσο, και η παράδοση του Τσέχωφ. Στην κατάληξη μιας τσεχωφικής τραγωδίας οι πάντες είναι απογοητευμένοι, πικραμένοι, συντετριμμένοι, αλλά ζωντανοί. Οι συνάδελφοί μου κι εγώ εργαζόμαστε και προσπαθούμε… όχι να βρούμε ένα συναισθηματικό χάπι εντ, μια αδελφική αγάπη, έναν αναπάντεχο μήνα του μέλιτος στην Ισραηλινο-παλαιστινιακή τραγωδία, αλλά ένα τσεχωφικό τέλος, που σημαίνει έναν συμβιβασμό με σφιγμένα τα δόντια».

Ο μεγάλος Ισραηλινός συγγραφέας Άμος Οζ μπορεί να έμαθε από τα βιβλία πως «υπάρχει το επιτρεπτό που σχεδόν απαγορεύεται και το απαγορευμένο που σχεδόν επιτρέπεται», αλλά δεν έζησε για να δει τη συντριπτική ήττα που υπέστη ο ίδιος και οι αγωνιζόμενοι συνάδελφοι του «για ένα συμβιβασμό με σφιγμένα δόντια» εξαιτίας της τρομοκρατικής, ολοκληρωτικής, επίθεσης των ισλαμοφασιστών και της πολεμοχαρούς «ανταπάντησης» του Νετανιάχου, που δεν οδηγεί παρά μόνο σε μια «σαιξπηρική τραγωδία, γεμάτη νεκρά σώματα». Πέθανε σαν σήμερα, στις 28 Δεκεμβρίου του 2018.