Υπήρξαν καλές και κακές κυβερνήσεις σ’ αυτή τη χώρα. Κυβερνήσεις που την πήγαν – ή προσπάθησαν να την πάνε – μπροστά και κυβερνήσεις που την πισωγύρισαν. Υπήρξαν πολιτικοί που ξεχώρισαν για την τόλμη που έδειξαν αγνοώντας το πολιτικό κόστος των αποφάσεών τους και λαϊκιστές πολιτικοί που δεν υπολόγισαν παρά την προσωπική τους καριέρα. Η διαφθορά, η διαπλοκή, η πολιτική συναλλαγή και το πελατειακό κράτος δεν εμφανίστηκαν τώρα στην Ελλάδα. Εκείνο που εμφανίστηκε τώρα είναι η αλαζονεία και η θρασύτητα με την οποία οι κυβερνώντες επισημοποιούν χωρίς πρόσχημα την αξιοποίηση όλων αυτών προς όφελός τους.
Ο τελευταίος ανασχηματισμός δεν είναι παρά ένα ακόμα δείγμα των προθέσεων Τσίπρα να παρατείνει την παραμονή του στην εξουσία με κάθε αθέμιτο τρόπο. Δεν είναι βέβαια οι πρώτοι πολιτικοί που υπουργοποιούνται αφού έχουν εκφραστεί στο πρόσφατο παρελθόν για τον πρωθυπουργό και την πολιτική του με τον πιο υβριστικό κι απαξιωτικό τρόπο. Η ίδια η κυβέρνηση άλλωστε στηρίζει την δεδηλωμένη της σε ένα αλλοπρόσαλλο τσούρμο βουλευτών που δεν τους συνδέουν μαζί της παρά κεκτημένα και υπεσχημένα αξιώματα.
Η χωρίς αρχές κι ενδοιασμούς αυτή πρακτική δεν περιορίζεται μόνο σε επίπεδο προσώπων. Η εργαλειοποίηση κρίσιμων θεμάτων όπως το Μακεδονικό, ακόμα και η αναθεώρηση του συντάγματος, είναι χαρακτηριστικά δείγματα του κλίματος της ακραίας πόλωσης που σχεδιάζεται εν όψει της προσεχούς εκλογικής αναμέτρησης.
Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα δεν έχει κανέναν ιδεολογικό, πολιτικό ή προγραμματικό δεσμό. Ακροδεξιοί, δεξιοί, κεντροαριστεροί και αριστεροί λαϊκιστές δεμένοι με το νήμα της εξουσίας δημιουργούν ένα επικίνδυνο μείγμα αμοραλισμού που τις συνέπειές του θα πληρώσει η χώρα πολύ πιο ακριβά και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από οποιαδήποτε άλλη συνέπεια της βαθιάς κρίσης που διανύει.