Επειδή μέρα παρά μέρα δουλεύω τώρα με τα όψιμα μυθιστορήματά μου, απέκτησα και την συνήθεια να το χαίρομαι λιγάκι στη λιακάδα που επιμένει, με ένα ποτήρι από το κρασί που ό ίδιος φτιάχνω, αλλά δυστυχώς χωρίς τσιγάρο αφού μου το έχουν κόψει δια ροπάλου εδώ και χρόνια. Κάτι τέτοιες μέρες νιώθω χαλαρός, εντελώς απελευθερωμένος από την πειθαρχία των αυστηρών κανόνων της επιστημονικής δουλειάς και αφήνω την φαντασία μου να οργιάζει. Δυστυχώς δεν μπορώ να ξεκολλήσω και από την επικαιρότητα. Να λοιπόν τι φαντάστηκα τώρα τελευταία.
Η αισιοδοξία
Φυσικά συγκλονίστηκα όπως και άλλα εκατομμύρια συνάνθρωποί μας από το κτηνώδες τρομοκρατικά χτύπημα στο Παρίσι. Προσωπικά είχα και έναν πρόσθετο λόγο να αισθανθώ τον κρύο ιδρώτα της αγωνίας. Γιατί, σε περίπου ανύποπτο χρόνο, υπήρξα αυτόπτης μάρτυρας μιας τερατώδους δυνητικής απειλής. Στα μέσα της δεκαετίας του 80, όταν έκανα συχνά ταξίδια στην τότε Σοβιετική Ένωση με την οποία η ΕΤΒΑ συνεργάζονταν σε μια σειρά από μεγάλα επενδυτικά σχέδια, απέκτησα σιγά- σιγά μια παρέα επιστημόνων ελληνοποντιακής καταγωγής που μερικοί από αυτούς εργάζονταν σε εργαστήρια προηγμένης επιστήμης της Ακαδημίας Επιστημών. Κάποτε τόλμησαν και με προσκάλεσαν να επισκεφτώ τον τόπο της δουλειάς τους όπου ό ένας εξ αυτών με περηφάνια με ξενάγησε στο εργαστήριο «μεγαδηλητηρίων» που διεύθυνε. Στο τέλος της ξενάγησης, προφανώς για να με εντυπωσιάσει, μου έδειξε μια κάψουλα, λίγο μεγαλύτερη από τις κάψουλες των συνηθισμένων αντιβιοτικών, μέσα σε μια γυάλινη κατασκευή ασφαλείας και μου είπε ότι περιείχε ένα εκατομμύριο θανατηφόρες δόσεις για άνθρωπο. Μου εξήγησε ότι η σχετική έρευνα αφορούσε τη χρήση τέτοιων ουσιών στην βιομηχανία φυτοφαρμάκων αλλά και «για άλλες χρήσεις», προφανώς εννοώντας πολεμικές. Με έλουσε κρύος ιδρώτας καθώς φαντάστηκα αμέσως κάποιον τρελό τρομοκράτη (ήταν η εποχή που δρούσε η 17 Νοέμβρη) να παίρνει στα χέρια του μια τέτοια κάψουλα και να την ρίχνει με διαβολικό γέλιο στη Λίμνη του Μαραθώνα. Από το επεισόδιο εκείνο μπήκα βαθιά στη σχέση τρομοκρατίας με τις νέες τεχνολογίες. Στην προηγούμενη από εμένα γενιά, για να σκοτώσει ο Χίτλερ ένα εκατομμύριο ανθρώπους έπρεπε να κινητοποιήσει εγκαταστάσεις ορατές ακόμη και από τον Άρη. Τώρα, το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να το προκαλέσει ένας άρρωστος νους χωρίς κανείς τον παρατηρήσει καν. Αυτή η εικόνα μου ήλθε επιπλέον στο νου μετά τα Παρισινά και σχεδόν απελπίστηκα.
Απελπίστηκα; Ναι μεν αλλά, είδα αμέσως και κάποιο φως, όταν συνειδητοποίησα ότι η τραγωδία του Παρισιού οδήγησε χωρίς πολλές συζητήσεις το σύνολο των μεγάλων δυνάμεων της εποχής μας να δηλώσουν σύμμαχοι απέναντι στην κτηνωδία του ISIS. Κάτι ανάλογο χρειάστηκε πάνω από πέντε χρόνια να γίνει στην περίπτωση της κτηνωδίας του Ναζισμού και όταν έγινε ήταν ήδη αργά, αφού Χίτλερ και οι σύμμαχοί του είχαν αιματοκυλίσει ολόκληρο τον πλανήτη. Μικρή ανάσα, λοιπόν, βλέποντας ότι κάτι φαίνεται ότι διδάχτηκε η ανθρωπότητα από την Ιστορία.
Δεύτερη μεγαλύτερη ανάσα, όταν με την βοήθεια του ευεργετικού κρασιού μου, η φαντασία προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Μήπως, σκέφτηκα, αυτή η υπό εκκόλαψη συμφωνία των Μεγάλων, που αναγκαστικά θα τους ακολουθήσουν και πολλοί μικρότεροι, αποτελέσει μια καλή αρχή για παγκόσμια διακυβέρνηση των μεγάλων ζητημάτων από όπου πηγάζει η σύγχρονη αναταραχή; Μήπως, λέω. Γιατί φαίνεται πολύ λογικό να υπάρξει συνέχεια. Άλλωστε τα πράγματα έχουν ωριμάσει για κάτι τέτοιο με μια σειρά από παγκόσμιες συμφωνίες (περίπου 200 μέχρι τώρα) ή διαπραγματεύσεις για τα μεγάλα ζητήματα που εγκυμονούν κινδύνους για την πλανητική κοινωνία μας η αποτελούν αιτίες μεγάλων εντάσεων. Ποτέ στην νεώτερη Ιστορία δεν εμφανίστηκε τέτοια εργώδης προσπάθεια παγκόσμιας συνεννόησης. Μήπως κάτι τέτοιο δεν έγινε και με την διαχείριση των πυρηνικών εξοπλισμών στις μέρες μας; Να μη το ξεχνάμε.
Και ο συναγερμός
Όταν καταλαγιάσουν οι υδρατμοί του μυρωδάτου οινοπνεύματος θα εκτιμήσω την σοβαρότητα της σκέψης μου. Γιατί αμέσως μετά, η αισιοδοξία μου εκδιώχτηκε βιαίως καθώς ο ατίθασος και απρόβλεπτος νους με μετακίνησε στη δική μας καθημερινότητα και ειδικότερα στα όσα με πονούν σαν πάθη του κέντρου της ζωής μου. Δηλαδή, στην εκπαίδευση, αφού σαράντα χρόνια με αυτή και από αυτή ζω. Αυθόρμητα ανέβηκε από τα σωθικά μου η έμμονη ιδέα ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς του Τίποτα, μεθοδικά απεργάζεται αλλαγή πολιτισμικού παραδείγματος. Είναι ένας κρυφός πολιτισμικός τσιχαντιστής καλυμμένος κάτω από τον μανδύα της δημοκρατίας. Γιατί αυτό κάνει συνειδητά, ενεργώντας με την ίδια αυθαιρεσία αλλά και κρυψίνοια με την οποία ενεργούν οι τσιχαντιστές. Μηδενιστική γαρ και η ίδια. Εξ ου και ο συνειρμός. Δεν με ξενίζει η προοπτική αυτή γιατί κάτι τέτοιο πρέπει να περιμένει κανείς από εθνικολαϊκιστές τυχοδιώκτες. Με τρομάζει όμως, οφείλω να ομολογήσω. Έχουν δώσει δείγματα του καταστροφικού έργου τους εκεί που τους δόθηκε η ευκαιρία: Στην εκπαίδευση, πολύ πριν υφαρπάσουν την εξουσία. Για, λοιπόν, να δούμε λιγάκι αυτό το ζήτημα που μπορεί να διευκολύνει να καταλάβουμε τα φαινομενικά ανόητα του σημερινού υπουργείου (και όχι μόνο του Υπουργού) Παιδείας.
Εισαγωγικά θέλω να ξεκαθαρίσω ότι αναφέρομαι στην πολιτική/πολιτισμική ή ιδεολογική πλευρά της εκπαίδευσης και όχι στην τυπική εκπαίδευση. Όχι πως η αναφορά στη δεύτερη έχει μικρότερη σημασία, αλλά απλώς επειδή τώρα θέλω να επικεντρώσω τη σκέψη μου στο καθαρά πολιτικό ιδεολογικό σκέλος. Για τα άλλα ίσως μας δοθεί άλλη ευκαιρία για συζήτηση.
Αν η τυπική εκπαίδευση παρέχεται δια μέσου των πάσης φύσεως επίσημων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ( νηπιαγωγεία, σχολεία, πανεπιστήμια κλπ.) που εφαρμόζουν το καθένα τους ένα προδιαγεγραμμένο και ορατό εκπαιδευτικό πρόγραμμα (πρόγραμμα σπουδών), το κοινωνικό σώμα «εκπαιδεύεται» και δια μέσου μιας αφανούς λειτουργίας που εξελίσσεται τόσο στις εκπαιδευτικές μονάδες όσο, όμως, και έξω από αυτές στα πεδία όπου λέμε ότι αναπαράγεται η κουλτούρα ή το πολιτισμικό υπόδειγμα. Στην καθημερινή μας γλώσσα αναφερόμαστε σε αυτό με τον όρο «παιδεία». Αυτή την αφανή παιδεία στις μεν σχολικές μονάδες την παρέχει το λεγόμενο «κρυφό πρόγραμμα (hidden curriculum)», στο δε εκτός εκπαίδευσης χώρο, την παρέχουν κατ’ εξοχήν οι πολιτικοί θεσμοί αλλά και όλοι οι υπόλοιποι θεσμοί που συγκροτούν την συγκεκριμένη κοινωνία (εκκλησία, οικογένεια κ.α.). Εδώ θα επικεντρωθούμε μόνο στο κρυφό πρόγραμμα σπουδών καθώς και στην πολιτική παιδεία που παρέχει το συγκεκριμένο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ έξω από τα τείχη της τυπικής εκπαίδευσης. Και τούτο επειδή σκοπός μας είναι να ασκήσουμε πολιτική κριτική σε αυτόν που σήμερα ασκεί την εξουσία. Αλλιώς θα καταλήγαμε σε πολυσέλιδη διατριβή. Θα μιλήσουμε, λοιπόν, για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται και συμβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ (και η ευρύτερη παράταξη που εκπροσωπεί) στο κρυφό πρόγραμμα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, και μιαν άλλη φορά θα καταπιαστούμε με το κομμάτι του άλλου «κρυφού προγράμματος», δηλαδή της πολιτικής παιδείας, που του αναλογεί.
Όσοι ζούμε εντός των ακαδημαϊκών τειχών έχουμε άκρες μέσες κοινές εμπειρίες για το πώς η Αριστερά του Τίποτα έχει χτίσει συστηματικά μια μηδενιστική συντεχνιακή κουλτούρα που κατέχει πλέον θέση ηγεμονεύουσας ιδεολογίας στα πανεπιστήμια, αλλά και στα υπόλοιπα επίπεδα της δημόσιας εκπαίδευσης με τις αναγκαίες, βέβαια, προσαρμογές. Η ιστορία άρχισε αμέσως μετά την μεταπολίτευση με το ψευδώνυμο του εκδημοκρατισμού της εκπαίδευσης και ειδικά του πανεπιστημίου. Σε μια περίοδο που η κοινωνία περίμενε την αποκατάσταση της δημοκρατίας μετά από τα εφτά χρόνια της Χούντας, οι συνδικαλιστές της ανανεωτικής αριστεράς στα πανεπιστήμια φόρεσαν την λεοντή του εκδημοκρατισμού και κατάφεραν να εξαπατήσουν ένα ευρύ φάσμα διανοουμένων που από επιπολαιότητα δεν είχαν εμβαθύνει στην κατανόηση των επιφαινομένων. Όσοι εκείνη την εποχή διατυπώσαμε αντιρρήσεις, περιθωριοποιηθήκαμε ως αντιδραστικοί. Ποιος τολμούσε να μιλήσει ενάντια στον «εκδημοκρατισμό»;
Η λεοντή που χρησιμοποίησαν για να εξαπατήσουν τους φύλακες (αν υπήρχαν και όσοι υπήρχαν) ήταν η περίφημη ιδεολογική κατασκευή του «ενιαίου φορέα διδασκόντων». Και, στρατηγική οργάνωση του ρεσάλτου ήταν το διαβόητο «κίνημα των βοηθών και παρασκευαστών». Η απάτη είχε δύο σκέλη: Από τη μία αυτό που περιέγραφαν ως «κίνημα» εμφανίζονταν μεν ότι επιδιώκει τον εκδημοκρατισμό του πανεπιστημίου μέσα από την αναγνώριση της ισότητας και των δικαιωμάτων των «ομάδων» που συνιστούν την ακαδημαϊκή «κοινότητα», αλλά στην πραγματικότητα διεκδικούσαν ρόλο στην διακυβέρνηση για να διασφαλίσουν τα όχι και τόσο καθαρά συμφέροντά τους: Ήγουν, την μονιμοποίηση των «αδικηθέντων» παρακατιανών της ακαδημαϊκής ιεραρχίας από τους καταπιεστές «καθηγητές». Έτσι κατασκευάστηκε το διαβόητο ιδεολόγημα του «πανεπιστημίου των ομάδων». Από την άλλη, το δεύτερο σκέλος, ήταν ο προσεταιρισμός των συνδικαλιστών του φοιτητικού κινήματος που μέσα από αυτούς το ευνούχισαν από κάθε ιδεολογικό χυμό και το έκαναν κομμάτι του ευρύτερου συντεχνιακού συστήματος που στήνονταν. Μέσα από αυτή την στρεβλωτική διαδικασία, ιδεολόγοι νέοι που έδιναν το χρώμα της ηθικής στους φοιτητικούς αγώνες, μεταβλήθηκαν πολύ σύντομα σε καριερίστες φοιτητοπατέρες που βάδιζαν σε έναν δρόμο πολιτικού αριβισμού σέρνοντας από τη μύτη το ανυποψίαστο πλήθος των συμφοιτητών τους. Ξεπεράστηκαν οι όποιες αγνές προθέσεις και κυριάρχησαν οι συντεχνιαστές ως πιο καπάτσοι στην τακτική των «μαζικών αγώνων».
Μέσα σε ελάχιστα χρόνια, τα πανεπιστήμια μεταβλήθηκαν σε αναρχούμενες κοινότητες όπου η κάθε ομάδα προσπαθούσε να διασφαλίσει το μέγιστο της προσόδου που μπορούσε να της αποδώσει η συμμετοχή της στην διακυβέρνηση. Η προσοδοθηρία υποκατέστησε το ακαδημαϊκό ήθος. Στον αγώνα αυτό το συντεχνιακό συμφέρον προσδιορίζονταν στην κατώτερη βαθμίδα της προσιδιάζουσας σε κάθε περίπτωση κλίμακας απαιτήσεων. Με τον τρόπο αυτόν εξασφαλίζονταν η εξυπηρέτηση του μέγιστου δυνατού αριθμού, ώστε οι αρχηγεύοντες να μπορούν να παρουσιάζουν ισχυρά στρατεύματα στους αγώνες τους. Έτσι, το φοιτητικό συμφέρον προσδιορίστηκε ως δικαίωμα ήσσονος προσπάθειας (πολλαπλές προσπάθειες να περάσουμε το μάθημα, διάλυση της εκπαιδευτικής διαδικασίας ώστε να μην ελέγχεται η παρουσία στη τάξη και αμφιθέατρο ούτε και η διδακτική ικανότητα των διδασκόντων, ανάπτυξη πελατειακών δικτύων στις φοιτητικές παρατάξεις που εξασφάλιζαν στα μέλη τους προνομιακή μεταχείριση από τους διδάσκοντες που πρόσκεινται στο αντίστοιχο δίκτυο κ.ο.κ.). Η έννοια της αριστείας εκβλήθηκε από τον ακαδημαϊκό πολιτισμό πολύ πριν την αποκηρύξει ο Μπαλτάς.
Σε επόμενο στάδια, τα δίκτυα της Αριστεράς του Τίποτα, οργάνωσαν εξαιρετικά αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την επιλογή και εξέλιξη του διδακτικού προσωπικού. Εγκαθιστούσαν πυρήνες σε κάθε ακαδημαϊκό τμήμα, και μέσα από τον πλήρη εκφυλισμό της σύνθεσης των εκλεκτορικών σωμάτων, προσπαθούσαν να ανοίξουν τις πόρτες στους ομοϊδεάτες τους και να τις κλείσουν ερμητικά στους υπόλοιπους. Κατέληξαν στο διατυπώσουν και ανοιχτή θεωρία για την αναγκαία ηγεμονία της αριστεράς (βλ. το διαβόητο άρθρο του αφελούς Γαβρόγλου που δεν κατάλαβε τι ακριβώς αποκάλυπτε με το γραφτό του).
Το πανεπιστήμιο κατέληξε να γίνει μια αρένα αδυσώπητων ατομικών διεκδικήσεων που οδηγούσαν σε συγκρούσεις κάτω από συντεχνιακή κάλυψη. Οι συνάδελφοι που αρνήθηκαν να παίξουν σε αυτό το πολεμικό πεδίο, βρήκαν καταφυγή κυρίως σε δικτυώσεις τους με τις υγιείς κοινότητες του διεθνούς ακαδημαϊκού χώρου, και κλείστηκαν ό καθένας στο γραφείο ή το εργαστήριο του νιώθοντας περίπου ανεπιθύμητοι καθώς έβλεπαν διαφωνούντες συναδέλφους τους να δέρνονται, να προπηλακίζονται, να χτίζονται και να λοιδορούνται από τους πραιτοριανούς της Αριστεράς του Τίποτα.
Μετά το σύντομο διάλειμμα του ν.4009 σε αυτή την ζούγκλα συντεχνιακής λαφυραγωγίας, η τωρινή κυβέρνηση προσπαθεί να οδηγήσει ξανά τα πανεπιστήμια, με την πολιτική που απεργάζεται ο αιώνιος φοιτητής που σήμερα κάθεται στην καρέκλα του Υπουργού Παιδείας. Οι φοιτητές και οι φοιτήτριές μας εκόντες άκοντες έχουν βουτηχτεί σε αυτή την εφιαλτική ατμόσφαιρα που ως «κρυφό πρόγραμμα σπουδών» τους εκπαιδεύει να γίνουν χείριστοι πολίτες. Και, όπως δείχνουν πάμπολλες ενδείξεις, το πετυχαίνουν οι αρχιτέκτονές του, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Έτσι, κρυφά και ύπουλα, η Αριστερά του Τίποτα, στρατεύει τις νέες γενεές στην δημιουργία της εφιαλτικής κοινωνίας των πολιτών που δεν αισθάνονται ότι έχουν κανένα καθήκον καθώς ως πρόβατα ακολουθούν όποιον δημαγωγό τους τάξει περισσότερα «δικαιώματα». Αυτό είναι το γκρίζο πρόγραμμα σπουδών και έχει επιβάλλει η κυβερνώσα σήμερα παράταξη. Καιρός να το καταλάβουμε και να αντιδράσουμε.
Το δημόσιο πανεπιστήμιο χρησιμοποιήθηκε ως εργαστήριο για την σφυρηλάτηση της εκπαιδευτικής ιδεολογίας από την οποία δεν γλύτωσε η εγκύκλια εκπαίδευση με την οποία θα ασχοληθούμε σε άλλο μας κείμενο. Και έτσι ολοκληρώθηκε ένας εκπαιδευτικός πολιτισμός που λειτουργεί στην γκρίζα ζώνη του «κρυφού προγράμματος σπουδών», όπου η ζημιά γίνεται πολύ ευκολότερα και είναι καθολικότερη αφού καλύπτει όλες τις ηλικίες της νεολαίας μας.
Σταματάει άραγε εδώ η ζημιά που προκαλούν τα «κρυφά προγράμματα σπουδών» της κυβερνώσας παράταξης; Προφανώς όχι. Μα είναι μακρά η ιστορία από εδώ και πέρα και η ευφορία που μου χάρισε ο μοσχάτος οίνος μου έχει ήδη εξαντληθεί. Άλλωστε μακρηγόρησα ήδη. Γιαυτό βάζω εδώ τελεία, και θα γράψω την συνέχεια σε επόμενο κείμενό μου σε αυτή την τόσο φιλόξενη Μεταρρυθμιστική σελίδα.
- Το κείμενο γράφτηκε πριν την κατάρριψη του Ρώσικου αεροπλάνου από τους Τούρκους. Παρά ταύτα εξακολουθώ να σκέφτομαι αισιόδοξα για το πιθανό μέλλον. Τα πράγματα στριμώχνουν τους πρωταγωνιστές να βρουν ανθρώπινες λύσεις. Την Τουρκία δεν την λογαριάζω μεταξύ των πρωταγωνιστών.