Αλληλεγγύη ή εθνικό συμφέρον

Ελίζα Παπαδάκη 07 Φεβ 2014

Πολλοί στην Ελλάδα έχουμε συνηθίσει να προσβλέπουμε με ελπίδες στους σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης, όταν μάλιστα αναλαμβάνουν θέσεις κυβερνητικής ευθύνης. Και δικαιολογημένα. Διότι από την ιστορική τους παράδοση αλλά και με τις σημερινές προγραμματικές τους θέσεις τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα τάσσονται υπέρ της αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και με τους ασθενέστερους, υπέρ της διαφύλαξης του κοινωνικού κράτους, υπέρ των δυνάμεων της εργασίας. Αντιμάχονται την ανεξέλεγκτη δράση των αγορών, την υπερβολική ισχύ των τραπεζών, επιζητώντας την αποτελεσματική τους ρύθμιση σε παγκόσμιο και ειδικότερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και καταπολεμούν τον ακραίο εθνικισμό που αναβιώνει στις συνθήκες της κρίσης απειλώντας να διαλύσει την Ευρώπη, τον ρατσισμό και τις διακρίσεις που τρέφει αυτός ο εθνικισμός, τις ανισότητες γενικότερα.

Ομως στην πράξη τα πράγματα αποδεικνύονται πολύ πολύπλοκα για να επιβεβαιώσουν τέτοιες ελπίδες με άμεσα θετικά αποτελέσματα στη δική μας δύσκολη κατάσταση. Δεν πρόκειται άλλωστε μόνο για εμάς. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως εξελίχθηκε, το όραμα της ομοσπονδίας που θα ενοποιούσε πολιτικά και κοινωνικά την Ευρώπη έχει απομακρυνθεί, καθοριστικό ρόλο στις αποφάσεις παίζουν τα κράτη όπου το καθένα προβάλλει τη δική του εθνική οπτική, το δικό του εθνικό συμφέρον. Με τη διακυβερνητική διαδικασία που ακολουθείται επικρατούν φυσικά τα ισχυρότερα, με πρώτη τη Γερμανία, και η Ευρώπη όλη μαζί καθηλώνεται ασθενέστερη, πολύ πιο άνιση από όσο δυνητικά θα μπορούσε. Σε αυτό το πλαίσιο ωστόσο ασκούν την πολιτική τους και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα εφόσον αποτελούν κυβερνητική δύναμη στις χώρες τους, με αντιφάσεις οπωσδήποτε, αλλά μην έχοντας έως τώρα κατορθώσει να το υπερβούν στη βάση των αρχών που πρεσβεύουν. Το είδαμε μετά την εκλογή του Φρανσουά Ολάντ και μιας ικανής σοσιαλιστικής πλειοψηφίας στη γαλλική Εθνική Συνέλευση. Μπροστά στις εσωτερικές δυσκολίες μια σειρά από – πρόχειρες ίσως – εξαγγελίες πάρθηκαν πίσω. Και το παρακολουθούμε συνεχώς στο αρχαιότερο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το SPD, το οποίο μετέχει και πάλι στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας.

Ηταν αναμφίβολα ενοχλητική – αλλά και ανόητη και επιπόλαιη – η αναφορά του προέδρου του SPD, αντικαγκελαρίου και υπουργού Οικονομίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ στη χώρα μας, όπως μεταφέρθηκε δημοσιογραφικά από την πρόσφατη σύνοδο της ηγεσίας του κόμματος στο Πότσνταμ ενόψει των ευρωεκλογών: η Ελλάδα, είπε, «είναι μάλλον θέμα για την Παγκόσμια Τράπεζα παρά για το ΔΝΤ, διότι δεν υπάρχουν εκεί διόλου κρατικές δομές» (!). Μονάχα «αλλοιώνοντας όλα τα στατιστικά στοιχεία» κατάφερε η Ελλάδα να μπει στην ευρωζώνη (ρεπορτάζ «Ντι Βελτ», 2/2/14). Αντίθετα, σαν βάλσαμο ήρθε η αυστηρή κριτική του φιλοσόφου Γιούργκεν Χάμπερμας, καλεσμένου των Σοσιαλδημοκρατών, για την εγκατάλειψη εκ μέρους τους της μερικής αμοιβαιοποίησης του χρέους (ευρωομόλογα) και άλλων αιτημάτων, η εμμονή του στην ανάγκη των μεταβιβάσεων, στην ανάγκη να αλλάξει η πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στην κρίση καθώς οδηγεί στον πολιτικό εξευτελισμό ολόκληρων εθνών, στην κατάρρευση γενεών και περιφερειών. Αλλά εδώ βρίσκεται η ουσία. Διότι ακόμα και αν ο Γκάμπριελ είχε αποφύγει ανόητες αναφορές στην Ελλάδα, η υποστήριξή του στην πολιτική της κυβέρνησης στην οποία μετέχει – οι Χριστιανοδημοκράτες διδάχθηκαν πολλά από το 2010, είπε εκεί – προφανώς παραμένει. Πριν από λίγο καιρό η υπεράσπιση γερμανικών συμφερόντων τον έφερε αντιμέτωπο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στον τομέα της ενέργειας.

Σημαίνουν άραγε τα παραπάνω ότι δεν έχουμε να ελπίζουμε από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, ότι αλλού θα έπρεπε να στραφούμε; Οχι, διότι το «αλλού», μια άλλη πολιτική δύναμη που συνεπέστερα, πιο πραγματικά αλληλέγγυα θα προωθούσε την υπέρβαση της κρίσης και την ευρωπαϊκή ενοποίηση με ρεαλιστική προοπτική και ηπειρωτική εμβέλεια, απλώς δεν υπάρχει: μόνο δυνατές φωνές προσώπων και ομάδων, εντός της σοσιαλδημοκρατίας και γύρω από αυτήν κυρίως. Και διότι κάθε εκδοχή εκτός Ευρώπης θα ήταν απείρως χειρότερη. Ομως σημαίνουν ότι η ευρωπαϊκή πραγματικότητα είναι πολυσύνθετη, με πλήθος συμφερόντων, αντιλήψεις και κουλτούρες να αντιπαρατίθενται, με άλυτα ακόμη βασικά ζητήματα που θέτουν σε κίνδυνο την υπόσταση της Ενωσης, όπου πάντως γίνονται βήματα, έστω και με ρυθμό «σαλιγκαριού» που είπε στο Πότσνταμ ο Μάρτιν Σουλτς, υποψήφιος επικεφαλής στις ευρωεκλογές. Χωρίς αυταπάτες να τη μελετάμε, να μετέχουμε, να επηρεάζουμε όσο καλύτερα γίνεται, καταρτίζοντας επιτέλους ένα ξεκάθαρο, ολοκληρωμένο σχέδιο. Ουσιαστικά μπορεί να συμβάλει μια ελληνική δημοκρατική προοδευτική παράταξη, αξιόπιστη εδώ και στην Ευρώπη, όπως επιχειρείται να συγκροτηθεί αυτόν τον καιρό.