Δεν άλλαξε μόνο στην Ελλάδα το πολιτικό και το οικονομικό σκηνικό, η πραγματικότητα και η πρόσληψή της, με τη δικομματική πλέον κυβέρνηση, την εκ νέου αυστηροποίηση της τρόικας και τη διαρκώς ανοιχτή πια πιθανότητα αναδιάταξης του κομματικού σκηνικού και ανατροπής της εύθραυστης εκεχειρίας σε επίπεδο «μεγάλης εικόνας». Σε λίγες μέρες μέσα, και σχεδόν εξίσου αναπάντεχα, άλλαξαν τα δεδομένα και στο διεθνή χώρο, με έμφαση –αλλά όχι επίκεντρο- την Ευρώπη. Βρισκόμαστε ξαφνικά μπροστά σε μια νέα σελίδα, γεμάτη ερωτηματικά, κινδύνους και άλλες, πιο περίπλοκες, προκλήσεις.
Συνοπτικά, θα μπορούσαμε να πούμε πως βρισκόμαστε, με τα πρόσφατα γεγονότα, μπροστά σε μια Ευρώπη λιγότερο «αμερικανική», διαφορετικά «μνημονιακή» και ακόμα πιο αμφίβολα «ευρωπαϊκή». Λιγότερο αμερικανική, λόγω του χτυπήματος που δέχτηκαν οι αμερικανο-ευρωπαϊκές σχέσεις από τις αποκαλύψεις γύρω από την (νιοστή) «υπόθεση υποκλοπών» (ελέω Σνόουντον), μόνο που αυτή τη φορά συνοδεύεται από τη βαριά σκιά της κυβέρνησης Ομπάμα και της αντιμετώπισης των Ευρωπαίων -κυβερνήσεων, κρατών και πολιτών- ως οιονεί θανάσιμων ανταγωνιστών: γιατί το κρίσιμο «μυστικό» του μεγάλου αδελφού του 21ου αιώνα είναι ότι η κατασκοπεία έχει ως πρόφαση την ασφάλεια και ως πραγματική αιτία τον οικονομικό πόλεμο –εμπορικό, ερευνητικό, βιομηχανικό. Διαφορετικά, εκ των πραγμάτων, μνημονιακή, γιατί δεν μένει πια κανείς, ούτε καν η Γερμανία, για να υπερασπιστεί τις συνταγές των αρχικών μνημονίων στις τρεις χώρες και την εξάπλωση της λογικής τους σε όλες τις άλλες: η πρόσφατη ελληνική πολιτική κρίση φαντάζει αίφνης ασήμαντη μπροστά στην ακόμα πιο φρέσκια πορτογαλική, με την συμμαχία κοινωνίας-συνδικαλιστικών δυνάμεων και εργοδοσίας να αναγκάζει σε παραίτηση τον αμύντορα της λιτότητας Υπουργό Οικονομικών και να παρασέρνει στη δίνη όλη την κυβέρνηση: το μάθημα είναι ότι χωρίς άμεσα αναπτυξιακά και «αντικυκλικά» μέτρα, η υπερβολική λιτότητα θα σπρώξει, παντού, σε γρήγορη και πλήρη απονομιμοποίηση όλη την προσπάθεια των τελευταίων χρόνων. Και ακόμα πιο αμφίβολα «ευρωπαϊκή» έγινε η Ευρώπη, γιατί ακριβώς αυτές οι αλλαγές –η πτώση των γεωστρατηγικών βεβαιοτήτων, που επιτείνει ο νέος άγνωστος κύκλος της Μέσης Ανατολής, και των οικονομικών σταθερών της μετά την κρίση εποχής- καθιστούν κάθε μέρα και πιο επιτακτικό έναν επαναπροσανατολισμό σκοπού και μέσων, τον οποίο, την ίδια στιγμή, μπλοκάρουν η άνοδος των εθνικισμών, των λαϊκισμών και του αντιευρωπαϊσμού.
Οι δυσκολίες αυτές, ακόμα και τόσο πολλές, ακόμα και τόσες μαζεμένες, θα μπορούσαν ίσως να ξεπεραστούν ως συγκυριακές, αν δεν έρχονταν στην τελική ευθεία προς τις ευρωεκλογές. Η αναμονή των γερμανικών εκλογών και το ξαναμοίρασμα της τράπουλας μεταξύ των «δυνάμεων της Δύσης» (ο πάλαι ποτέ «τρίτος κόσμος» παίζει από καιρό με τα δικά του χαρτιά και δεν ζητάει την άδεια για να τα σπρώξει μπροστά) θα ήταν μοιραία αν οδηγούσαν και σε άλλο χάσιμο στα τρία μέτωπα που είναι ολοφάνερο ότι χρειάζεται επανασχεδιασμός και επανεκκίνηση. Μια πολιτικότερη, «ευρωπαϊκότερη» (δηλαδή λιγότερο εθνοκεντρική) και «αναπτυξιακότερη» (όχι στα λόγια) Ευρώπη ή θα αρχίσει να αναπνέει τώρα ή θα πνιγεί –από το βαρύ χέρι ή την αδιαφορία των Ευρωπαίων πολιτών- πριν καν αναπνεύσει. Μεγάλο θέμα, που απαιτεί, ως τις ευρωεκλογές, σειρά εξειδικεύσεων. Με πρώτο-και διαρκές- κάλεσμα την εγρήγορση και την αποφυγή ομφαλοσκόπησης.