Άλλη Ευρώπη, άλλη Αριστερά

Κώστας Μποτόπουλος 05 Δεκ 2012

Σιγά-σιγά, όχι πάντα συνειδητά και όχι όσο θα άξιζε τολμηρά, η Ευρώπη αλλάζει. Με επιστέγασμα το τελευταίο Γιούρογκρουπ, αλλά πραγματικό σημείο καμπής το Συμβούλιο του Ιουλίου με τη θέση επί ποδός της Τραπεζικής Ένωσης και την παράλληλη αποδοχή της ανάγκης «πολιτικής βιωσιμότητας» της Ελλάδας, οι (συντριπτικά κεντροδεξιοί) ηγέτες των κρατών της Ένωσης φαίνονται να οδηγούνται, υπό την καθοδήγηση πάντα της Γερμανίας, σε μια αρκετά παραλλαγμένη εκδοχή της αρχικής μέσα στην κρίση στάση τους: ούτε η λιτότητα, ούτε μόνη η οικονομική διαχείριση φτάνουν, αναγκαίο αντίτιμο για την ενδυνάμωση της «πειθαρχίας» είναι πια η εκπόνηση και η πραγματοποίηση κοινών πολιτικών σχεδίων, που σε πολλές περιπτώσεις (Τραπεζική Ένωση, συζήτηση για κοινό «Υπουργό» και προϋπολογισμό της Ευρωζώνης) πηγαίνουν πέρα από τα νοητά όρια της «οικονομικής διακυβέρνησης» και αγγίζουν τον πυρήνα μιας νέας πολιτικής Ένωσης (που έχει βέβαια μπόλικες ωδίνες μπροστά της).

Στη διαμόρφωση αυτού του τοπίου, η αλλαγή ηγεσίας και προσανατολισμού της Γαλλίας, παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και το κυβερνών κόμμα, υπήρξε καθοριστική, αν όχι γενεσιουργός. Μια «σοσιαλιστική» κυβέρνηση αμιγώς ρεφορμιστική αλλά και απόλυτα προσγειωμένη, που έχει επηρεάσει περισσότερο τον τόνο παρά τις ισορροπίες εντός της Ένωσης, αλλά και που, πέρα από την πραγματική στήριξη που παρέχει στη χώρα μας, ξανάφερε την πολιτική και τις ιδέες (Σύμφωνο Αλληλεγγύης, φόρο χρηματοπιστωτικό συναλλαγών) στο ευρωπαϊκό προσκήνιο -πολύ περισσότερο μάλιστα από όσο το πέτυχε στο εσωτερικό μέτωπο. Πολλούς σοσιαλιστές συμμάχους σε κυβερνητικό επίπεδο ο Ολάντ δεν έχει (οι Δανοί είναι πρώτα Σκανδιναβοί, μετά φιλελεύθεροι υπό πολιτική έννοια κι αρκετά μετά σοσιαλδημοκράτες), όμως εμπνέει έμμεσα αρκετά αδελφά κόμματα, που ονειρεύονται, περισσότερο ή λιγότερο ρεαλιστικά, εξουσία. Κι έτσι (συνεχίζουν να) ψάχνονται.

Οι Ιταλοί βγήκαν ενισχυμένοι από τις πρόσφατες εσωκομματικές τους εκλογές, διάλεξαν (ευτυχώς θα έλεγα, αν μου έπεφτε λόγος) κάτι λίγο πιο καθαρό και πιο πολιτικό από το φλου αρτιστίκ της «ανανέωσης (μόνο) μέσα από τη νεότητα» και είναι πολύ πιθανό να βγουν πρώτο κόμμα στις εκλογές της ερχόμενης άνοιξης. Για να κάνουν όμως τη διαφορά δεν αρκεί να ξεπεράσουν τον μπερλουσκονισμό. Οι Ολλανδοί ξεπέρασαν κάθε προσδοκία στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση, συμμετέχουν σε μια κυβέρνηση φιλευρωπαϊκού συνασπισμού, αλλά, ίσως και λόγω αυτής της συμμετοχής, από τη θέση μάλιστα του συνοδηγού, έχασαν γρήγορα τη φρεσκάδα τους και βρίσκονται ήδη σε ελεύθεροι πτώση. Οι Άγγλοι Εργατικοί, πάνε αρκετά καλά, ελέω Κάμερον και Κλεγκ, αλλά δεν νομίζω ότι χρειάζεται ειδική επιχειρηματολογία για το ότι δεν είναι ούτε απόλυτα σοσιαλιστές, ούτε καν απόλυτα Ευρωπαίοι (ήθελαν κι άλλες μειώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό…). Οι Πορτογάλοι υιοθετούν σταδιακά, αντίθετα από τους Ισπανούς, αντι-μνημονιακή στάση, που τους αποφέρει δημοσκοπικά οφέλη αλλά μεγαλώνει μια πολιτική αμηχανία, που κι εμείς πολύ καλά γνωρίζουμε: πώς είσαι ή ξαναγίνεσαι σοσιαλιστής, και μαζί πειστικός, όταν κυβέρνησες μέσα στην κρίση κι όταν δέχτηκες ή αναγκάστηκες να δεχτείς την ακύρωση βασικών αρχών της πολιτικής σου κοσμοθεωρίας; Πώς ενσωματώνεις στο λόγο και στην πρακτική σου εργαλεία από την εργαλειοθήκη της κρίσης, δηλαδή της Δεξιάς (κρατική λιτότητα, μοίρασμα χωρίς πλούτο, ανάπτυξη χωρίς πλεονάσματα, εργασιακή απορρύθμιση, προφύλαξη αντί κατάκτηση);

Παρόμοια αναπάντητα (και πιθανότατα μη απαντήσιμα) ερωτήματα ταλανίζουν και τα συρρικνωμένα κόμματα της δημοκρατικής φιλευρωπαϊκής Αριστεράς στην Ελλάδα. Με μόνο ορίζοντα, προς το παρόν, την υπομονή. Και την πρόσδεση, ίσως, στις εξελίξεις της ευρωπαϊκής τους οικογένειας που πορεύεται με θολή πυξίδα.