Καταναλώνουμε πολλές φορές μεγαλύτερο «πολιτικό κεφάλαιο» απ’ ό,τι χρειάζεται σε ορισμένα θέματα που κυριαρχούν στην επικαιρότητα. Επιπλέον τα «θέματα» αυτά λειτουργούν και σαν «παγίδες» που εγκλωβίζουν τα πολιτικά κόμματα και αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη. Βλέπουμε το «δέντρο» και χάνουμε το «δάσος».
Τι είναι λ.χ. η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ; Είναι μια κλασική περίπτωση απαράδεκτης πολιτικής και υπηρεσιακής διαχείρισης μιας λίστας Ελλήνων καταθετών σε μία τράπεζα του εξωτερικού που βάσιμα υπολογίζεται ότι μαζί με τους νόμιμους καταθέτες «κρύβει» φοροδιαφυγή και μαύρο πολιτικό χρήμα. Την έχουν οι υπεύθυνοι στα χέρια τους δυόμισι περίπου χρόνια και δεν έχουν κάνει τίποτα! Οι πολιτικές κυρίως ευθύνες, όλων των αρμόδιων χειριστών της, είναι προφανείς και αυταπόδεικτες.
Αντί λοιπόν οι αποκαλύψεις να χρησιμοποιηθούν σαν «εργαλείο» ευρύτερων πολιτικών διεργασιών και έντασης της προσπάθειας καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και του μαύρου χρήματος -πράγμα που καμία πολιτική δύναμη δεν μπορεί να αποφύγει-, η όλη ιστορία «μετατρέπεται» σ’ ένα απίθανο αστυνομικοπολιτικό θρίλερ όπου η ουσία του ζητήματος περιορίζεται στη διαγραφή από το αρχικό CD τριών ονομάτων και ποιος το έκανε… Σημαντικό, δεν λέω. Αλλά αυτή είναι η κύρια πλευρά του θέματος;
Η δε αξιωματική αντιπολίτευση, που δίνει κυρίως τον «τόνο», εγκλωβίζεται σε μία αστόχαστη διεύρυνση των ποινικών ευθυνών με «δικηγορίστικη λογική», πράγμα που δημιουργεί μια τεχνητή πολιτική πόλωση, που τελικά «μπλοκάρει», αντί να διευκολύνει ευρύτερες πολιτικές εξυγιαντικές διεργασίες. Για να το πούμε διαφορετικά, στον ΣΥΡΙΖΑ τι νομίζουν; Σε μεγαλύτερη δυσκολία βρίσκεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απολογούμενος πολιτικά ή ποινικά; Δυστυχώς όταν δώσουν την απάντηση, θα τους έχει ήδη «κοστίσει ακριβά»…
Το ίδιο ισχύει και με τον «φόβο» του ΣΥΡΙΖΑ να καταδικάσει απερίφραστα και χωρίς… επιφυλάξεις πράξεις βίας και ανομίας. Ακατανόητο για ένα «κόμμα εξουσίας» που αποδέχεται ένα ευρωπαϊκό πολιτικό δημοκρατικό πλαίσιο, αλλά κατανοητό για ένα αντισυστημικό κίνημα με περιορισμένη εκτίμηση στην «αστική δημοκρατία».
Δυστυχώς ή ευτυχώς όμως και οι δύο εκδοχές δεν μπορούν να υπηρετηθούν ταυτοχρόνως. Είναι πολύ κακό να συγχέει ένας πολιτικός φορέας τα κινήματα «εναλλακτικής κουλτούρας και χειραφέτησης» και τα «αυτοδιαχειριστικά κινήματα αστέγων» ή «τα κοινωνικά δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης» με καταστάσεις που έχουν «εκφυλιστεί» και εκπέσει σε «εστίες» οργανωμένης παρανομίας, με… αραχνοΰφαντο, σχεδόν ανύπαρκτο, ιδεολογικό μανδύα, και να «διστάζει» να τις καταδικάσει.
Οι συγχύσεις αυτές βλάπτουν την Αξιωματική Αντιπολίτευση και την κάνουν «συμμέτοχο» σ’ έναν πλήρη πολιτικό και κοινωνικό αποπροσανατολισμό, που πολιτικά… πληρώνεται! Ηδη αποτυπώνεται και στις τελευταίες έρευνες κοινής γνώμης, όπου η κυβέρνηση συνεργασίας -παρά τις αντιδράσεις των πολιτών στα μέτρα- «κερδίζει πόντους» έναντι μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ στην εκτίμηση εκλογικής επιρροής (Public Issue) ενισχύεται η ΝΔ και η ΔΗΜΑΡ, το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ παραμένουν σταθερά, ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ανακοπή της μετεκλογικής τάσης ανόδου που είχε, με απώλειες, όπως και οι Ανεξάρτητοι Ελληνες και η Χρυσή Αυγή.
Εχουμε μια «ανατροπή των τάσεων», έστω μικρή, που έχει όμως ιδιαίτερη αξία στην παρούσα συγκυρία. Αναμφισβήτητα είναι πολύ νωρίς για ολοκληρωμένα συμπεράσματα. Εχουμε μπροστά μας «μεγάλο και δύσκολο δρόμο»… Το σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση, αφού πέρασε τις «συμπληγάδες πέτρες» των μέτρων και της εκταμίευσης της δόσης, δείχνει μεγαλύτερη σταθεροποίηση, ενώ παράλληλα ο ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύεται να προβάλει μια αξιόπιστη εναλλακτική επιλογή διακυβέρνησης, από πλευράς ουσίας και πολιτικών συμμαχιών. Πάντως η… απόσταση από τη βίλα Αμαλία μέχρι το… γραφείο του Σόιμπλε δεν καλύπτεται εύκολα!
.
Ο Παναγιώτης Παναγιώτου είναι δημοσιογράφος