Όποιοι δεν αντιλαμβάνονται τη βοή των υπογείων ρευμάτων και των νέων ποταμών στον χώρο της πολιτικής, βρίσκονται σε διάσταση με τη ζώσα πραγματικότητα. Οι θεατές και αθέατες εξελίξεις στην αποκαλούμενη Κεντροαριστερά το επιβεβαιώνουν. Η αναζήτηση καινούργιας έκφρασης είναι σύνθετη και απαιτητική. Πρωτίστως προσκρούει στην κουλτούρα των δυνάμεων που το επιχειρούν. Πόσω μάλλον στις μονομέρειες, τις αυταρέσκειες, ακόμη και στις βιωματικές τους ενοχές, και «τοξίνες».
Εξ ου και το νεότοκο Κίνημα Αλλαγής βρίθει από αντιφάσεις και αμφιθυμίες. Η ενδογενής αδυναμία του να αποκρυσταλλώσει την ταυτότητά του και να αποσαφηνίσει τις πολιτικές του σε θεμελιώδη ζητήματα καθιστούν ατελέσφορη τη θεμελίωση νέας δομής. Κατ’ επέκταση, εύλογα απομειώνεται η απήχηση που θα μπορούσε να έχει. Έτσι εξηγείται και η υποχώρηση που εμφανίζει μετά την αναλαμπή του κατά την περίοδο εκλογής του επικεφαλής του ενιαίου φορέα.
‘Παράδοση είναι να δημιουργείς εκ του μηδενός’, έλεγε ο γνωστός τραγουδοποιός Διονύσης Σαββόπουλος. Φαίνεται πως η κυρία Γεννηματά δεν αντιμετωπίζει την παράδοση ως εφαλτήριο ανατροπής του παλιού, μέσω δημιουργικής αφομοίωσης και μετεξέλιξης. Τη θεωρεί ακίνητη, απολιθωμένη και στατική. Σ’ αυτήν ακριβώς την αντίληψη εδράζεται και η λεγόμενη «πασοκοποίηση» που έχει ήδη προκαλέσει εσωτερικές αντιπαραθέσεις και έριδες. Ο τρόπος που πολιτεύεται δείχνει ότι περισσότερο στηρίζεται στις κατεστημένες, συντηρητικές δυνάμεις του χώρου της, που επιμένουν -για λόγους δικής τους επιβίωσης- σε απολιθωμένες πολιτικές δομές και φαντασιακές κομματικές ιεραρχίες.
Έτσι, όμως, η ουσιαστική ενοποίηση των δυνάμεων που συμπαρατάχθηκαν στο Κίνημα Αλλαγής παραμένει ζητούμενο. Συνεπώς, το δίλημμα που τίθεται για το νεότευκτο σχήμα είναι συγκεκριμένο: Ή θα ενσαρκώσει μια υπαρκτή και διακριτή πολιτική αναζήτηση για έναν νέο φορέα των προοδευτικών δυνάμεων. Ή θα συνιστά συρραφή κομματικών μηχανισμών, αδυνατώντας να εκφράσει τις νέες ανάγκες και απαιτήσεις της εποχής μας.
Οι αρρυθμίες που παρουσιάστηκαν οφείλονται στην έλλειψη συνεκτικής και εμπροσθοβαρούς στρατηγικής, η οποία θα συνιστούσε τομή στο επίπεδο του λόγου, της δημόσιας εικόνας και της κομματικής διάρθρωσης. Αντιθέτως, κυριαρχούν ένας οργανωτικός ακτιβισμός και ο πολιτικός αταβισμός. Οι δε θέσεις και απόψεις που εκφράζονται αποπνέουν παρελθόν και παραπέμπουν στο αρχέγονο ΠΑΣΟΚ.
Η εγχώρια και η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει ότι τα πολιτικά ρεύματα αποκτούν υπόσταση και δυναμική αν εκφράζουν υπαρκτές ανάγκες μιας μερίδας πολιτών. Αλλά και αν ο αρχηγός τους διαθέτει την απαιτούμενη ηγετικότητα και το απαραίτητο βάθος. Αν είναι φορέας νέων ιδεών και μπορεί να έχει και να προβάλει τη δική του αφήγηση για το παρόν και το μέλλον του χώρου που ηγείται. Η κυρία Γεννηματά δυσκολεύεται να αφομοιώσει την ανάγκη ανατοποθέτησης του Κινήματος Αλλαγής σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον. Οι κοντόφθαλμες αντιλήψεις που εκφράζει αντιστρατεύονται το εγχείρημα ανασύνθεσης ενός ισχυρού κεντροαριστερού πόλου. Μάλιστα, ενέχουν τον κίνδυνο να τον αφυδατώσουν.
Ως εκ τούτου, το Κίνημα Αλλαγής έχει να αντιμετωπίσει καίρια ζητήματα που συνδέονται με τις πολιτικές, τη στρατηγική του, καθώς και με την ηγετικότητα της επικεφαλής του.