«Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·
διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.»
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Τα τείχη του φόβου κρατούν περίκλειστη την ελληνική Παιδεία. Φόβος για τον τσαμπουκά του συνδικαλιστή, φόβος για τη χειροδικία του ευέξαπτου γονιού, φόβος για τις συνέπειες του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», φόβος για τη γκρίνια και τα νεύρα του ίδιου του παιδιού, φόβος για εκείνους που θα κρίνουν την εξέλιξη σου στο Πανεπιστήμιο, φόβος για το φοιτητοπατέρα που μπορεί να μπουκάρει στο μάθημα, φόβος για τον αναρχοαυτόνομο που θα σου χτίσει την πόρτα, φόβος για τις συνέπειες που θα έχει η απλή εφαρμογή των νόμων. Πως αλήθεια αισθάνονται οι άνθρωποι που διοικούν μια μονάδα δημόσιας ή ιδιωτικής εκπαίδευσης από το νηπιαγωγείο μέχρι ένα ΑΕΙ; Πως νομίζουν πως μπορούν να πάνε τα πράγματα λίγο πιο μπροστά αν δεν κάνουν το μεγάλο βήμα της εφαρμογής των κανόνων; Τι πιστεύουν πως θα παραδώσουν στην κοινωνία; Τίποτε άλλο από ένα μικρό στρατό κακομαθημένων γκεμπελίσκων που θα εκφοβίζει και θα τρομοκρατεί τη μεγάλη μερίδα των πολιτών που επιθυμούν διακαώς την πρόοδο αλλά δεν έχουν το σθένος να τη διεκδικήσουν και να την κερδίσουν
. Πόσο μελάνι χύνεται για την αναβάθμιση της Παιδείας και πόσο μάταια φαίνονται όλα αυτά όταν θεσμοί και πρόσωπα εξευτελίζονται από ενέργειες που τολμούν να αποκαλούνται «κινηματικού χαρακτήρα»;. Όταν το μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας αδυνατεί να απελευθερώσει τους χώρους του γιατί φοβάται, όταν αδυνατεί να πραγματοποιήσει έστω και διαδικτυακά τις εξετάσεις του, γιατί μια μειονότητα φοιτητών και διοικητικών υπαλλήλων του αποφασίζει να ρίξει με δολιοφθορά το server σα να είναι το τσιφλίκι του. Και για να λέμε την πικρή αλήθεια: Ναι είναι το τσιφλίκι τους! Γιατί ελάχιστοι αντιδρούν, γιατί η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων του ιδρύματος κοιμάται ήσυχη το βράδυ αναμασώντας το κοινότοπο «Πού να μπλέκουμε τώρα…», γιατί όλα θα κρυφτούν ήσυχα, ήσυχα κάτω από το χαλί ενώ δε θα ακούσουν ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον. Δε θα τον ακούσουν γιατί ποτέ δε θέλησαν να τον ακούσουν. Ας συνεχίσουμε λοιπόν τη συζήτηση για την αναβάθμιση του σχολείου, του Λυκείου, του Πανεπιστημίου…
Μόνο λίγο πιο σιγά αγαπητοί! Μην ξυπνήσετε κανέναν από τους από μέσα και έχουμε ιστορίες! «Πού να μπλέκουμε τώρα…»