Αλέκος Κρητικός: Χρειάζεται μια εκ βάθρων αναθεώρηση των κανονισμών του ΕΣΠΑ

06 Μαϊ 2020

H κρίση της πανδημίας οδήγησε σε πολύ μεγαλύτερη ευελιξία στη διαχείρηση των προγραμμάτων ΕΣΠΑ, όπως διπιστωνει ο κ. Αλέκος Κρητικός, πρώην στέλεχοε ΕΕ, πρώην ΓΓ στα υπουργεία Ανάπτυξης και Εσωτερικών, Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Μιλώντας στη «Μ» και τον Αντώνη Τριφύλλη, ο κ. Κρητικός αναφέρει  ότι οι πιέσεις των κυβερνήσεων, μεταξύ των οποίων και της Ελληνικής,ανάγκασαν τους αρμόδιους της Επιτροπής να αποδεχθούν παρεκκλίσεις που μέχρι σήμερα ορκίζονταν ότι ήταν τεχνικά αδύνατον να εφαρμοσθούν. 

Τονίζει ωστόσο, ότι «απαιτείται μια εκ βάθρων αναθεώρηση των κανονισμών, ένα νέο ξεκίνημα από μηδενική βάση. «Πρέπει με θάρρος να αναγνωρίσουμε και να παραδεχθούμε ότι η μεταρρύθμιση του 1988 γέρασε πολύ, δεν μπορεί πιά να ανταποκριθεί στους νέους ρόλους που απαιτούνται. Χρειάζεται να γεννηθεί κάτι νέο. Θεωρώ ότι η κρίση του κορωνοϊού άνοιξε τα μάτια αρκετών από τους υπευθύνους στα κράτη μέλη, ελπίζω και στην Επιτροπή, και ότι αυτό θα αντανακλασθεί στις περαιτέρω συζητήσεις και αποφάσεις για την επόμενη προγραμματική περίοδο 2021-2027. Στο πλαίσιο αυτό οι παρεκκλίσεις που αποφασίσθηκαν προσωρινά θα πρέπει να πάρουν μόνιμο χαρακτήρα, αλλά αυτό δεν αρκεί»

Εμφανίζεται, πάντως αισιόδοξοςκαι θεωρεί ότι η τρέχουσα κρίση φαίνεται ότι επιταχύνει τις εξελίξεις. Η πρόταση για αύξηση του προϋπολογισμού της Ένωσης στο 2% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ) των 27 κρατών μελών, πριν δύο μήνες ήταν αδιανόητη, έστω και αυτή προτείνεται να διαρκέσει μόνο τρία χρόνια 

Σε ό,τι αγορά τη διελκυστίνδα μεταξύ μη επιστρεπτέων ενισχύσεων (grants) και δανείων, τονίζει ότι το βασικό εργαλείο της πολιτικής της συνοχής θα πρέπει να παραμείνουν τα grants. Το ίδιο ισχύει και για τις πρόσθετες, λόγω κρίσης κορωνοϊού, ενισχύσεις που αναμένεται να αποφασισθούν.

Τέλος, υποστηρίζει πως ακόμη και τα δάνεια μπορούν να παίζουν έναν πολύ θετικό ρόλο ως μέσον επί πλέον κινητοποίησης κεφαλαίων που, κατάλληλα επενδυόμενα, υπερκαλύπτουν το κόστος δανεισμού, αυξάνουν τον όγκο των επενδύσεων και αφήνουν ένα θετικό αποτύπωμα στην οικονομία. 


Ολόκληρη η συνέντρυξη


Είναι γνωστό ότι η απορροφητικότητα των ΕΣΠΑ καθώς και ο βαθμός ωριμότητας νέων προς ένταξη νέων έργων είχαν σημαντική καθυστέρηση. Πώς αντιμετώπισε η κυβέρνηση και η Ε. Επιτροπή το ζήτημα με το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού; 

Δυστυχώς χρειάσθηκε να ενσκήψει αυτή η πρωτόγνωρη κρίση για να αντιληφθεί και η Ε.Επιτροπή αυτό που κάποιοι φωνάζαμε εδώ και χρόνια: ότι, δηλαδή, η αιτία της απαράδεκτα χαμηλής απορρόφησης των ΕΣΠΑ σε όλες τις χώρες της ΕΕ βρίσκεται κυρίως μέσα στους ίδιους τους κανονισμούς και στο σύστημα διαχείρισής τους, που έχει πεισματικά εγκατασταθεί στην έδρα της ΕΕ και με αποστροφή απέρριπτε μέχρι σήμερα κάθε απόπειρα αμφισβήτησής του. Η κρίση όμως και οι φωνές των κυβερνήσεων των κρατών μελών, μεταξύ των οποίων, και με υψηλή ένταση, ήταν και τη φωνή της ελληνικής κυβέρνησης, ανάγκασαν τους αρμόδιους της Επιτροπής να αποδεχθούν παρεκκλίσεις που μέχρι σήμερα ορκίζονταν ότι ήταν τεχνικά αδύνατον να εφαρμοσθούν. Έπρεπε δηλαδή να επέλθει η κρίση για να δεχθούν αυτονόητες δυνατότητες, όπως μεταφορά πόρων μεταξύ ταμείων ή κατηγοριών περιφερειών στο εσωτερικό μιας χώρας, αλλά και άλλες ευελιξίες, που αν είχαν ήδη εφαρμοσθεί, δεν θα ήταν η απορρόφηση πανευρωπαϊκά, σήμερα, στον τελευταίο χρόνο της περιόδου 2014-2020  μόλις στο 40%! Μη βιαστεί κάποιος να υποστηρίξει ότι χάρις στο περίφημο ν+3 υπάρχει περιθώριο απορρόφησης μέχρι και το 2023. Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι ακόμη και η προ κρίσης κατάσταση επέτρεπε την πολυτέλεια τέτοιων καθυστερήσεων σε επενδύσεις ζωτικής σημασίας για πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες και ιδιαίτερα για τη δική μας. Για να μη θυμίσουμε ότι η ανάγκη απορρόφησης του μεγαλύτερου τμήματος του τρέχοντος ΕΣΠΑ κατά την τριετή παράταση, δυσκολεύει πολύ την έναρξη απορρόφησης του επόμενου, όπως δείχνει η εμπειρία των προηγούμενων προγραμματικών περιόδων.


Το μελλοντικό ΕΣΠΑ , τόσο αναγκαίο για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας λόγω της υγειονομικής κρίσης, νομίζετε ότι θα είναι λιγότερο γραφειοκρατικό οπό το σημερινό; 

Σύμφωνα με τα δεδομένα μέχρι τη στιγμή που μιλάμε, δεν προβλέπονται αξιοσημείωτες απλουστεύσεις  στο επίπεδο των υπό διαπραγμάτευση κανονισμών της περιόδου 2021-2027. Διαφημίστηκαν από την Ε. Επιτροπή κάποιες απλουστεύσεις, οι οποίες όμως δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική. Απλουστεύουν ίσως εν μέρει τη ζωή των υπηρεσιών που τις διαχειρίζονται, αλλά δεν αίρουν τα αίτια των καθυστερήσεων υλοποίησης των έργων και άλλων παρεμβάσεων. Κατά την άποψή μου απαιτείται μια εκ βάθρων αναθεώρηση των κανονισμών, ένα νέο ξεκίνημα από μηδενική βάση. Και σας τα λέει αυτά – ας μου συγχωρηθεί η αυτοαναφορικότητα -ο άνθρωπος που προήδρευσε στην ομάδα του Συμβουλίου που επεξεργάσθηκε πριν τριάντα χρόνια την τότε μεγάλη μεταρρύθμιση των Διαρθρωτικών Ταμείων, η οποία ισχύει μέχρι σήμερα ως προς τις βασικές αρχές αλλά έκτοτε φορτώθηκε με εφιαλτικών διαστάσεων διαδικασίες, σε μεγάλο βαθμό, υπεύθυνες για τις σημερινές δυσκολίες. Με την πάροδο των ετών οι διαδικασίες αυτές αυτοαναγορεύθηκαν σε αυτοσκοπό. Πρέπει με θάρρος να αναγνωρίσουμε και να παραδεχθούμε ότι η μεταρρύθμιση του 1988 γέρασε πολύ, δεν μπορεί πιά να ανταποκριθεί στους νέους ρόλους που απαιτούνται. Χρειάζεται να γεννηθεί κάτι νέο. Θεωρώ ότι η κρίση του κορωνοϊού άνοιξε τα μάτια αρκετών από τους υπευθύνους στα κράτη μέλη, ελπίζω και στην Επιτροπή, και ότι αυτό θα αντανακλασθεί στις περαιτέρω συζητήσεις και αποφάσεις για την επόμενη προγραμματική περίοδο 2021-2027. Στο πλαίσιο αυτό οι παρεκκλίσεις που αποφασίσθηκαν προσωρινά θα πρέπει να πάρουν μόνιμο χαρακτήρα, αλλά αυτό δεν αρκεί. Οι αλλαγές θα πρέπει να είναι πολύ ευρύτερες και να δίνουν νέες απαντήσεις στις νέες και πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις. Και να δίνουν ένα νέο περιεχόμενο στην πολιτική της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, ώστε αυτή να απευθύνεται στο σύνολο των ευρωπαίων πολιτών και, με τον τρόπο αυτό, να μπορέσει να παραμείνει μια μεγάλη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης.


Τα διαρθρωτικά ταμεία είναι στην πραγματικότητα η συγκολλητική ουσία –για πολλούς το αντιστάθμισμα - της Εσωτερικής Αγοράς. Οι Γεωργικές επιδοτήσεις, η πολιτική Συνοχής κλπ ήταν  στο στόχαστρο των πλουσίων  της Ε.Ε. Πιστεύετε ότι η υγειονο -οικονομική κρίση θα στηριχτεί βασικά σε υποστήριξη μέσω δανεισμού; Και τι επιπτώσεις θα έχει σε χώρες ήδη υπερχρεωμένες;

Η ενίσχυση μέσω επιχορηγήσεων θα παραμείνει, πρέπει να παραμείνει, το βασικό μέσο της παρέμβασης των Διαρθρωτικών Ταμείων. Ακόμη και σε μια sui generis ένωση, όπως η ΕΕ, η μεταφορά πόρων είναι συστατικό στοιχείο, συνδεδεμένο με την ίδια την ύπαρξή της. Αυτό βέβαια ισχύει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στις ομοσπονδίες. Η τρέχουσα κρίση φαίνεται ότι επιταχύνει τις εξελίξεις. Η πρόταση για αύξηση του προϋπολογισμού της Ένωσης στο 2% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ) των 27 κρατών μελών, πριν δύο μήνες ήταν αδιανόητη, έστω και αυτή προτείνεται να διαρκέσει μόνο τρία χρόνια (θα δούμε βέβαια αν θα είναι πολιτικά εφικτό να μειωθεί στη συνέχεια) . Ας μη λησμονούμε ότι μέχρι χθες η διαμάχη  βορρά-νότου ήταν αν ο προϋπολογισμός θα αντιπροσωπεύει το 1,07% ή το 1,10% του ΑΕΕ της Ένωσης. Φαίνεται ότι οι καθαροί συνεισφορείς στον προϋπολογισμό της ΕΕ άρχισαν να κατανοούν ότι υπάρχουν κάποια όρια που αν τα υπερβούν θέτουν εν αμφιβόλω την ίδια τη συνέχιση της ύπαρξης της ΕΕ. Η καγκελλάριος Μέρκελ ήταν σαφής προς τους συμπατριώτες της: χωρίς ενωμένη Ευρώπη δεν υπάρχει Γερμανία ! Ισως ξαναρχίζουν να παίρνουν υπόψη τους και ότι το 40-50% των ενισχύσεων προς τις χώρες «συνοχής» επιστρέφει στον ευρωπαϊκό βορρά υπό μορφή εισαγωγών καθώς και ότι το συνολικό όφελος από τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς αποτιμάται σε περίπου 500 δισ. ευρώ ετησίως για το σύνολο των χωρών της ΕΕ , το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αφορά και πάλι τον βορρά. Χάριν συγκρίσεως, οι ετήσιοι συνολικοί πόροι για την πολιτική συνοχής της ΕΕ δεν ξεπερνούν τα 50 δισ.ευρώ.                                                                             

Σε ό,τι αγορά τη διελκυστίνδα μεταξύ μη επιστρεπτέων ενισχύσεων (grants) και δανείων, επαναλαμβάνω ότι το βασικό εργαλείο της πολιτικής της συνοχής θα πρέπει να παραμείνουν τα grants. Το ίδιο ισχύει και για τις πρόσθετες, λόγω κρίσης κορωνοϊού, ενισχύσεις που αναμένεται να αποφασισθούν. Ας μη δαιμονοποιούμε όμως υπερβολικά τα δάνεια. Μπορούν να παίζουν έναν πολύ θετικό ρόλο ως μέσον επί πλέον κινητοποίησης κεφαλαίων που, κατάλληλα επενδυόμενα, υπερκαλύπτουν το κόστος δανεισμού, αυξάνουν τον όγκο των επενδύσεων και αφήνουν ένα θετικό αποτύπωμα στην οικονομία. Υπάρχει βεβαίως η δυσκολία των υπερχρεωμένων χωρών, όπως η Ελλάδα. Εκτιμώ όμως ότι θα βρεθεί, και για το θέμα αυτό,  μια  ισορροπία που θα  θα απηχεί την κοινή αντίληψη  των κρατών μελών ως προς την ισορροπία μεταξύ κόστους και ωφέλειας για όλους. Και που θα λαμβάνει υπόψη τη δυσκολία των ήδη υπερχρεωμένων χωρών, όπως η χώρα μας, να αυξήσουν το χρέος τους. Ας είμαστε όμως πραγματιστές και ας μην προσδίδουμε στις –  ενδεχομένως θεμιτές -  επιθυμίες μας διαστάσεις ρεαλιστικών προοπτικών. Όλο το παιχνίδι είναι τελικώς ένα παιχνίδι κόστους-ωφέλειας. Για όλους. Που μπορεί, υπό προϋποθέσεις να εξελίσσεται και σε ένα «παιχνίδι θετικού αθροίσματος». Και που, ενίοτε, γίνεται και συναρπαστικό.Το θέμα είναι να έχουμε όλοι σωστή αντίληψη για το πραγματικό κόστος και τις πραγματικές ωφέλειες. Και αυτό, δυστυχώς, δεν είναι  προφανές, όπως τουλάχιστον έχει δείξει η ιστορία , τόσο η απώτερη, όσο και η πιο πρόσφατη


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Αλέκος Κρητικός έχει υπηρετήσει, επί σειρά ετών, σε ανώτερες θέσεις στο δημόσιο τομέα, μεταξύ των οποίων ως Γενικός Γραμματέας στα Υπουργεία Εσωτερικών και Ανάπτυξης, Περιφερειάρχης Αττικής και Πρόεδρος του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. Εργάσθηκε επίσης στον τραπεζικό χώρο, ασχολούμενος κυρίως με διεθνείς χρηματοδοτήσεις αναπτυξιακών προγραμμάτων. ?Εχει ακόμη εργασθεί για πολλά χρόνια στις Βρυξέλλες ως ανώτερο στέλεχος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία. Είναι Διπλωματούχος Αρχιτέκτων Μηχανικός Ε.Μ.Π. και κάτοχος D.E.A. Χωροταξίας του Πανεπιστημίου Paris I, Pantheon-Sorbonne.