ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ, στις 6 Φεβρουαρίου του 1515, έφυγε από τη ζωή ο λόγιος τυπογράφος Άλδος Μανούτιος (Aldus Pius Manutius, όπως είναι η εκλατινισμένη μορφή του ιταλικού ονόματος Aldo Manuzio).
Αντιγράφουμε από το βιβλίο Η ιστορία της ανάγνωσης του Alberto Manguel (μετάφραση Λύο Καλοβυρνάς, «Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη», Αθήνα 1997) ένα απόσπασμα που αναφέρεται στον σημαντικό αυτό αναγεννησιακό λόγιο, στον οποίο οφείλει πάρα πολλά η ελληνική και λατινική φιλολογία.
Το 1453 έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους και πολλοί Έλληνες λόγιοι που είχαν ιδρύσει σχολεία στις ακτές του Βοσπόρου κατέφυγαν στην Ιταλία. Η Βενετία έγινε το καινούριο κέντρο των κλασικών γραμμμάτων. Περίπου σαράντα χρόνια αργότερα, ο Ιταλός ανθρωπιστής Άλδος Μανούτιος, που δίδασκε λατινικά και ελληνικά σε λαμπρούς μαθητές όπως ο Πίκο ντε λα Μιράντολα, δυσκολευόταν να διδάξει χωρίς λόγιες εκδόσεις των κλασικών συγγραμμάτων σε πρακτικό σχήμα, κι έτσι αποφάσισε να μάθει την τέχνη του Γκούτενμπεργκ και να ιδρύσει ένα δικό του τυπογραφείο, όπου θα μπορούσε να φτιάχνει βιβλία όπως τα χρειαζόταν για τη διδασκαλία του. Ο Άλδος επέλεξε να ιδρύσει το πιεστήριό του στη Βενετία προκειμένου να εκμεταλλευθεί την εκεί παρουσία των εκδιωγμένων λογίων εξ Ανατολής· κατά πάσα πιθανότητα προσέλαβε ως διορθωτές και στοιχειοθέτες και άλλους εξορίστους, όπως Κρήτες πρόσφυγες που στο παρελθόν ήταν γραφείς. Το 1494 ο Άλδος ξεκίνησε το φιλόδοξο τυπογραφικό εγχείρημά του, που έμελλε να δημιουργήσει μερικά από τα ομορφότερα βιβλία στην ιστορία της τυπογραφίας: κατ’ αρχάς στα ελληνικά —Σοφοκλής, Αριστοτέλης, Πλάτωνας, Θουκυδίδης— και κατόπιν στα λατινικά — Βιργίλιος, Οράτιος, Οβίδιος. Κατά την άποψη του Άλδου, όλοι οι λαμπροί συγγραφείς έπρεπε να διαβάζονται «χωρίς μεσάζοντες» — στην πρωτότυπη γλώσσα και ως επί το πλείστον χωρίς σχολιασμούς ή υπομνηματισμούς· προκειμένου δε ο αναγνώστης να μπορεί να «συνδιαλλαγεί ελεύθερα με τους ένδοξους νεκρούς», εξέδωσε βιβλία γραμματικής και λεξικά παράλληλα με τα κλασικά συγγράμματα. Όχι μόνο προσέλαβε στην υπηρεσία του ντόπιους ειδικούς, αλλά προσκάλεσε και επιφανείς ανθρωπιστές απ’ όλη την Ευρώπη —συμπεριλαμβανομένων και διαπρεπών προσωπικοτήτων όπως ήταν ο Έρασμος από το Ρότερνταμ— να μείνουν μαζί του στη Βενετία. Μία φορά τη μέρα όλοι αυτοί οι λόγιοι συγκεντρώνονταν στο σπίτι του Άλδου για να συζητήσουν ποιους τίτλους θα τύπωναν και ποια χειρόγραφα θα χρησιμοποιούσαν ως αξιόπιστες πηγές, εξετάζοντας προσεκτικά τα κλασικά συγγράμματα που είχαν συλλεχθεί κατά τους προηγούμενους αιώνες.«Οι μεσαιωνικοί ανθρωπιστές συσσώρευαν», σημειώνει ο ιστορικός Άντονι Γκράφτον, «ενώ οι ανθρωπιστές της Αναγέννησης διέκριναν». Ο Άλδος διέκρινε με μάτι αλάθητο. Στον κατάλογο των κλασικών συγγραφέων πρόσθεσε και τα έργα των μεγάλων Ιταλών ποιητών Δάντη και Πετράρχη, μεταξύ άλλων.
Διαβάστε την συνέχεια στο dim/art