Ακύρωση ή αναδιαπραγμάτευση;

Αγγελος Στάγκος 19 Μαϊ 2012

Για άλλη μια φορά, η χώρα βαδίζει με βήμα καμαρωτό προς τις εκλογές, αλλά και στο πλαίσιο μιας μυθοπλασίας γύρω από την κρίση. Για τα αίτιά της, την αντιμετώπισή της, αλλά και για τους δρόμους που έχουμε μπροστά μας για να βγούμε από αυτήν.

Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα έμαθε να ζει με μύθους, μεγαλεπήβολα σχέδια και μεγάλες ιδέες από τότε που έγινε κράτος. Ενα μεγάλο μέρος αυτών των φαντασιώσεων παρήχθη από το επίσημο κράτος και ενσωματώθηκε στην πολιτική και στην παιδεία του. Οι υπόλοιπες είναι προϊόντα λαϊκών δοξασιών και άγνοιας που στις μέρες μας πολλαπλασιάζονται και ακούγονται δυνατά με τη βοήθεια δημοσιογράφων και μίντια. Ετσι δημιουργείται η φαντασιακή πραγματικότητα…

Ας αφήσουμε όμως το παρελθόν και ας δούμε το μέλλον και ειδικά πώς μπορεί να γίνει η περίφημη αναδιαπραγμάτευση, ώστε το επώδυνο και αντιλαϊκό Μνημόνιο να προσαρμοστεί στα μέτρα και τις ανάγκες μας. Δίχως, υποτίθεται, να τίθεται σε αμφισβήτηση η παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη. Που σημαίνει ότι θα δείξουν πολύ καλή διάθεση οι δανειστές μας. Είτε γιατί δεν θέλουν να… αποκοπεί η Ευρώπη από την Ελλάδα είτε γιατί είναι τρομοκρατημένοι από τις ενδεχόμενες συνέπειες της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.

Το πρώτο σενάριο θέλει το τρισκατάρατο Μνημόνιο να καταγγέλλεται ή να ακυρώνεται, όπως διαλαλεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με την Ελλάδα να παραμένει στην Ευρωζώνη. Και αν τολμήσουν να μας κόψουν τα λεφτά, θα διαγράψουμε μονομερώς το χρέος, συμπληρώνουν κορυφαία στελέχη του!

Πώς μπορεί όμως να γίνει αυτό, όταν τα έσοδα δεν ισοσκελίζουν τις δαπάνες και η χώρα συνεχίζει να παράγει πρωτογενή ελλείμματα; Στην καλύτερη περίπτωση, οι δανειστές θα κόψουν τα χρήματα που προορίζονται για να καλύπτει το κράτος τις υποχρεώσεις του στο εσωτερικό.

Οι μισθοί του Δημοσίου και οι συντάξεις δεν θα μπορούν να διατηρηθούν στα σημερινά επίπεδα και θα μειωθούν δραματικά. Ταυτόχρονα, δεν θα υπάρχουν χρήματα για να ενισχυθεί η ρευστότητα στην αγορά, ούτε για να χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη και βέβαια, το τραπεζικό σύστημα θα καταρρεύσει… Σε αυτή την περίπτωση διαγράφεται ως όρος η «ανάπτυξη», ακόμη και με την έννοια της κατανάλωσης, όπως αρκετοί την αντιλαμβάνονται.

Το δεύτερο σενάριο είναι εκείνο της αναδιαπραγμάτευσης, γενικά και αόριστα, του επώδυνου Μνημονίου. Tίθεται λοιπόν το ερώτημα, τι θα αναδιαπραγματευτούμε.

Τα χρονικά περιθώρια της προσαρμογής, τα επιτόκια με τα οποία δανειζόμαστε, την περίοδο χάριτος της αποπληρωμής, το «κούρεμα» του υπόλοιπου χρέους, τον δανεισμό με μεγαλύτερα ποσά, την αναστολή των μεταρρυθμίσεων, το συμμάζεμα του κράτους, τη ματαίωση των ιδιωτικοποιήσεων, κάποια, ή όλα αυτά; Γιατί η χαλάρωση στα χρονικά περιθώρια επίτευξης των στόχων σημαίνει ότι θα πρέπει να μας δώσουν και άλλα λεφτά, τα επιτόκια με τα οποία δανειζόμαστε είναι εξαιρετικά χαμηλά, σχεδόν αστεία και το επόμενο βήμα είναι να δανειζόμαστε άτοκα, το «κούρεμα» του υπόλοιπου χρέους είναι μάλλον πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτό σε αυτή τη συγκυρία.

Οσο για το πισωγύρισμα στις μεταρρυθμίσεις, στο συμμάζεμα του κράτους και στις ιδιωτικοποιήσεις, εμάς θα βλάψει, καθώς η Ελλάδα είναι εκείνη που πρέπει αποκτήσει στοιχειώδη δημόσια διοίκηση και να ξεφύγει από το κρατικοδίαιτο μοντέλο του τέλματος, της διαφθοράς και των στρεβλώσεων.

Το αβίαστο συμπέρασμα από τα προηγούμενα είναι ότι η μονομερής καταγγελία, ή ακύρωση, του Μνημονίου οδηγεί χωρίς καμία αμφιβολία τη χώρα στο πλήρες οικονομικό αδιέξοδο και την απομόνωση.

Τα περιθώρια της αναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου είναι επίσης πολύ στενά, εκτός και αν η άλλη πλευρά, δηλαδή οι δανειστές μας, αποφασίσουν ότι στην Ελλάδα πρέπει να δοθεί βοήθεια κατά τα πρότυπα του Σχεδίου Μάρσαλ και με την ανάλογη επιτήρηση για να διοχετευθεί στην ανάπτυξη.

Ωστόσο, κάτι τέτοιο προϋποθέτει ότι οι λαοί και τα κοινοβούλια των εταίρων της Ευρωζώνης θα συμφωνήσουν ομόθυμα (μικρή η πιθανότητα στη σημερινή συγκυρία) και ότι θα πρυτανεύσει η λογική και η καλή θέληση στο εσωτερικό της χώρας (εξίσου μικρή πιθανότητα).