Ο γνωστός νεοφιλελεύθερος αρθρογράφος Τάκης Μίχας, ζηλώσας δόξαν Καρατζαφέρη, με άρθρο του στο Protagon.gr προτείνει, με πρόσχημα την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, να επιτραπεί η γενικευμένη κατοχή όπλων και η εκπαίδευση των πολιτών στη χρήση… περιστρόφων! O Τάκης Μίχας δεν είναι ένας απλός δημοσιογράφος, είναι ο Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων της Δημοκρατικής Συμμαχίας της κυρίας Μπακογιάννη. Τις εξωφρενικές απόψεις του σχετικά με την οπλοκατοχή και οπλοχρησία δεν πρέπει να τις ξεπεράσουμε ως γραφικές, ασυλλόγιστες και επιπόλαιες. Εντάσσονται σε ένα γενικότερο κλίμα και αντανακλούν υπαρκτές τάσεις μέσα στους πιο σκληρούς και «ευαίσθητους» μηχανισμούς του κράτους. Είναι ενδεικτικό, από αυτή την άποψη, και πολύ ανησυχητικό ταυτόχρονα, ότι, σε συγκεκριμένους ιστοτόπους συνδεδεμένους με περιθωριακούς -προς το παρόν- κύκλους της ακροδεξιάς, αλλά και στα ηλεκτρονικά δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, πληθαίνουν τα δημοσιεύματα για την ανάπτυξη ενός κινήματος ακροδεξιού ακτιβισμού με πολύ επικίνδυνα χαρακτηριστικά. Πολύ πρόσφατα το «Έθνος» (http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22768&subid=2&pubid=63628607) δημοσίευσε πληροφορίες για τη δημιουργία και την εκπαίδευση σε μυστικές εγκαταστάσεις (;) «ταγμάτων εφόδου» γράφοντας χαρακτηριστικά: «Τον νόμο στα χέρια τους επιχειρούν να πάρουν ομάδες αυτόκλητων πολιτοφυλάκων, η λειτουργία και ο σκοπός των οποίων θυμίζουν έντονα παραστρατιωτικές οργανώσεις. Οργανωμένες ομάδες που ρέπουν προς την ακροδεξιά στρατολογούν πολίτες και τους εκπαιδεύουν. Τα επικίνδυνα αυτά φαινόμενα εξαπλώνονται θυμίζοντας παλαιότερες εποχές. Με καθαρή ακροδεξιά ρητορική τα μέλη των ομάδων αυτών επιχειρούν να εκμεταλλευθούν τα φαινόμενα εγκληματικότητας και να αναδείξουν τον δικό τους ρόλο ως ’συμπαραστάτη’ στα σώματα ασφαλείας και στις ένοπλες δυνάμεις».
Οι προειδοποιήσεις υπήρξαν εδώ και καιρό. Όλοι θυμόμαστε τις εικόνες από το Κιλκίς, που έδειχναν την εκπαίδευση ειδικού σώματος των ενόπλων δυνάμεων στην καταστολή διαδηλώσεων. Επίσης, όλη αυτή την περίοδο υπήρξε το φαινόμενο έγκυροι ή λιγότερο έγκυροι δημοσιολογούντες να υποστηρίζουν ανοιχτά ή να φλερτάρουν με την ιδέα αυταρχικών και αντιδημοκρατικών λύσεων, βλέποντας ότι η κοινωνική ερήμωση που προκαλούν οι πολιτικές των Μνημονίων προκαλεί τον τεμαχισμό και την κατάρρευση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος και πολιτικές μετατοπίσεις προς τα κόμματα της Αριστεράς. Mάλιστα, ήταν ο ίδιος ο κ. Μίχας ως εκπρόσωπος της ΔΗ.ΣΥΜ., που δημοσίευσε άρθρο στη «Wall Street Journal» στις 13 Απριλίου 2011 με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η Αθήνα βυθίζεται στην αναρχία», στο οποίο οι αναγνώστες της εφημερίδας του αμερικανικού υπερσυντηρητισμού πληροφορούνταν ότι οι σταλινικοί του ΚΚΕ και οι αναρχοσταλινικοί του ΣΥΡΙΖΑ (ο οποίος συναποτελείται από τις ομάδες Ρόζα, Οικοσοσιαλιστές και ΔΕΑ – αυτές έκρινε σκόπιμο να κατονομάσει ο κ. Μίχας) «καταλαμβάνουν χωριά», παρενοχλούν πολίτες και καταστρέφουν δημόσια περιουσία ατιμωρητί, ενώ ο ακροαριστερός όχλος (η «hard-left», σύμφωνα με τον αρθρογράφο) έκαψε εσκεμμένα τρεις εργαζόμενους της τράπεζας Marfin επειδή δεν απεργούσαν.
Συνεπώς, κατά τον κ. Μίχα, «αν η πολιτική ελίτ της Ελλάδας δεν συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα των όσων συμβαίνουν και δεν δράσει τώρα για να αποκαταστήσει την κυριαρχία του δημοκρατικού νόμου, οι προσπάθειες να αντιμετωπιστούν τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας θα αποδειχθούν μάταιες». Όπως εύστοχα παρατήρησε τότε σε σχόλιό της η «Αυγή» στις 22/4/2011: «Με δεδομένο το εξωπραγματικό των όσων καταγγέλλει ο κ. Μίχας (και το οποίο πρέπει να αντιλαμβάνεται και ο ίδιος), το όλο άρθρο μπορεί να εκληφθεί σαν πρόσκληση σε συνταγματική εκτροπή. Πίσω από τον πεφωτισμένο φιλελευθερισμό, ξεπροβάλλει η Μακρόνησος, ελάχιστα ανακαινισμένη».
Όλα τα παραπάνω και πολλά άλλα προετοίμασαν το έδαφος και τις τελευταίες ημέρες βλέπουμε να εξελίσσεται η επικίνδυνη στρατηγική της έντασης, να επιχειρείται μια συντονισμένη εκστρατεία κατατρομοκράτησης του λαού και να αναβιώνει με νέο περιτύλιγμα η αντικομμουνιστική και αντιαριστερή υστερία, με πρώτο και ευδιάκριτο στόχο τον ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι οι όροφοι της μνημονιακής πολυκατοικίας, εν όψει πιθανών εκλογών τον Μάιο καλλιεργούν την αυταπάτη της ανάπτυξης μετά την «επιτυχία» του PSI και βάλλουν εναντίον του κόσμου της εργασίας, των κινημάτων που αντιστέκονται και της Αριστεράς που επιμένει. Τώρα που αποδείχτηκε ότι το Μνημόνιο έφερε και επισήμως τη χρεωκοπία, αποθρασύνονται. Μονάχα εάν η οικονομία της χώρας βυθιστεί ακόμη περισσότερο στην ύφεση, η κοινωνία στην εξαθλίωση και η δημοκρατία αδειάσει από κάθε ουσιαστικό περιεχόμενο, τότε και μόνο τότε, μας λένε, θα διαμορφωθούν οι συνθήκες για επενδύσεις και το άνοιγμα ενός νέου -«ενάρετου» αυτή τη φορά- αναπτυξιακού κύκλου. Ενώ, αναφορικά με το παρελθόν, Σαμαράς και Καρατζαφέρης, Βενιζέλος και Πάγκαλος, ΔΟΛ και ΣΚΑΪ προσπαθούν να μας υποβάλουν σε λοβοτομή και να μας πείσουν ότι την Ελλάδα από τη μεταπολίτευση και μετά την κυβέρνησαν ο Κύρκος και ο Φλωράκης, ο Κωνσταντόπουλος κι ο Παπαγιαννάκης και τώρα τελευταία ο Κουβέλης, ο Τσίπρας και η Παπαρήγα. Πρόκειται για μια εντελώς νέα κατάσταση, που αλλάζει ριζικά τον τρόπο του πολιτικού ανταγωνισμού όπως τον είχαμε συνηθίσει μέχρι σήμερα. Ο μπαμπούλας του κομμουνιστικού και του αριστερού κινδύνου ανασύρεται από τα αραχνιασμένα μπαούλα της παλιάς εθνικοφροσύνης, αναμειγνύεται με τις πρωτοφανείς πολιτικές παρεμβάσεις των υπερσυντηρητικών ευρωπαϊκών διευθυντηρίων, τους νεοφιλελεύθερους μονοδρόμους, τον «μοντέρνο» σωτηριολογικό λόγο του δήθεν ουδέτερου τεχνοκρατισμού και του μισάνθρωπου ελιτισμού και όλο αυτό το αμάλγαμα αποτελεί το νέο ιδεολογικό ορμητήριο του ενιαίου κόμματος του Μνημονίου.
Τώρα, που Σαμαράς και Βενιζέλος θα μοιράζονται τα ίδια διαμερίσματα στο πλαίσιο του μεγάλου μνημονιακού συνασπισμού, έχουν ανάγκη όσο τίποτα άλλο από έναν αντίπαλο δέος που να δημιουργεί αναχώματα στη ριζοσπαστικοποίηση του κόσμου, να συσπειρώνει τα υπολείμματα του δικομματισμού και να αποτελεί το φόβητρο για τη μικροαστική μάζα, που μπροστά στο φάσμα της ολοσχερούς οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής «απειθαρχεί» και τείνει να καταλύσει τις παραδοσιακές πολιτικές ταυτίσεις της με τα κόμματα του δικομματισμού όπως αυτές διαμορφώθηκαν τα χρόνια του πελατειακού κράτους, της συναλλαγής και της διαφθοράς. Η Αριστερά -έτσι νομίζουν τα επιτελεία του μνημονιακού μπλοκ- προσφέρεται γι’ αυτόν τον ρόλο, ειδικά σήμερα, που, παρ’ ό,τι δυναμώνει η επιρροή της, αδυνατεί να προσφέρει άμεση και πειστική εναλλακτική λύση εξαιτίας της πολυδιάσπασης και του κατακερματισμού της.
Συνεπώς, ας μην έχουν αυταπάτες όσοι/ες νομίζουν ότι η Αριστερά σε όλες τις συνιστώσες της θα αφεθεί από την άρχουσα τάξη και τα πανίσχυρα στηρίγματά της εντός και εκτός της χώρας να κάνει εκλογικό περίπατο. Πρέπει να δούμε την πραγματικότητα κατάματα: η Αριστερά, για πρώτη φορά μετά την πτώση της χούντας, επιχειρείται να απαξιωθεί κοινωνικά, να απονομιμοποιηθεί ιδεολογικά και πολιτικά και να τεθεί εκτός των δυνάμεων του «συνταγματικού τόξου» όπως αυτό αναδιαμορφώνεται υπό την πίεση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που έχει επιβάλει το μνημονιακό πλαίσιο. Πρόκειται για εγχείρημα με πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά, που θα προσλάβει πρωτοφανή έκταση την επόμενη περίοδο και θα γιγαντώνεται όσο πλησιάζουν οι εκλογές. Ο κόσμος της Αριστεράς και όλοι οι δημοκρατικοί και προοδευτικοί πολίτες οφείλουν να αναλύσουν τα στοιχεία αυτής της νέας κατάστασης, ώστε να ορθώσουν με αποφασιστικό και αποτελεσματικό τρόπο την απάντηση που πρέπει να αντιστοιχεί στην ιστορικών διαστάσεων πρόκληση που αντιμετωπίζουμε.
Το ίδιο πρέπει να κάνουν και οι ηγεσίες όλων των κομμάτων και κινήσεων της Αριστεράς. Αυτόν τον παράγοντα, της διαρκούς και αυξανόμενης πίεσης πάνω στο σύνολο της αριστερής παράταξης, που μετά από πολλά χρόνια ονοματίζεται ως ο βασικός αντίπαλος και ο κεντρικός στόχος των δυνάμεων της συστημικής δικομματικής εναλλαγής, ας τον λάβουν σοβαρά υπόψη τους. Ιδίως εκείνες οι ηγεσίες που επαναπαύονται στις δημοσκοπικές δάφνες ή εκείνες που με αδικαιολόγητη αλαζονεία, αμεριμνησία και διάφορα προσχήματα τάσσονται εναντίον του διαλόγου, της συντονισμένης κοινής δράσης και της διαμόρφωσης ενωτικής-εναλλακτικής πρότασης εξουσίας. Και ας αντιληφθούν ότι οι ευθύνες τους θα είναι ιστορικές αν -πραγματικά ή μεταφορικά- «μας πιάσουν πάλι με τις πιτζάμες».