Οι πρώτοι Φιλέλληνες που αποβιβάστηκαν το 1821 στο Ναυαρίνο, έτοιμοι να πεθάνουν για την ελευθερία σου, έτυχαν ελληνικής υποδοχής: Ληστεύτηκαν.
Ο γιατρός του σώματος των Φιλελλήνων, στο δρόμο για το Πέτα, κατά την πορεία τους δηλαδή προς το θάνατο για χάρη σου, έτυχε ελληνικής μεταχείρισης: Ληστεύτηκε. Μάλιστα, γλύτωσε τη ζωή του, παραδίδοντας στους προγόνους σου και τα όπλα που έφερε, με σκοπό να πολεμήσει για την ελευθερία σου.
Στο ίδιο το Πέτα, όταν οι πρόγονοί σου όχι μόνο «λάκισαν» αλλά, κατά πως λένε, πρόδωσαν τους Φιλέλληνες, οι τελευταίοι έμειναν εκεί για να πεθάνουν για χάρη σου.
Και όταν τα πάντα είχαν χαθεί, πάλι στο Ναυαρίνο, εκεί δηλαδή όπου οι πρόγονοί σου λήστεψαν τους πρώτους Φιλέλληνες, οι «κουτόφραγκοι» πολέμησαν και σου έδωσαν την ελευθερία σου. Και ήταν τόσο αμετανόητα «κουτόφραγκοι», ώστε να νομίζουν πως πεθαίνουν για τα παιδιά του Αριστοτέλη, του Σοφοκλή και του Περικλή!
Ενώ εσύ ξέρεις, πολύ καλά μάλιστα, ότι δεν έχεις καμία απολύτως σχέση με όλα αυτά, για τα οποία πέθαιναν οι Φιλέλληνες. Γι’ αυτό και μισείς ό, τι έρχεται από τη Δύση, εκτός των χρημάτων και των «εργαλείων». Και παραμένεις προσκολλημένος στην Ανατολή, παρ’ ότι από κει, κατά την ανατριχιαστική περιγραφή του Μαρξ, έρχεται «χολέρα και θρησκεία».
Κι έχεις δίκιο στο μίσος σου για τη Δύση. Διότι, στα μέρη της, αυτά που εσύ θεωρείς κόλαση, συμβαίνουν και τα εξής «θεότρελα» και «ανήκουστα»: Έχει δημιουργηθεί ένας νέος ανθρωπολογικός τύπος. Αυτός του ευρωπαίου πολίτη που, για πρώτη φορά μετά την Αθηναϊκή δημοκρατία, ανέτρεψε τη θρησκευτική παράσταση του κόσμου. Έχει δηλαδή δημιουργηθεί ο τύπος του ανθρώπου που συνειδητοποίησε ότι είναι ο ίδιος υπεύθυνος για την ιστορία του. Ο οποίος, ακριβώς γι’ αυτό, μπορεί να αμφισβητήσει την υπαρκτή εξουσία, να σκεφτεί ότι ο νόμος είναι άδικος, να το διακηρύξει δημόσια, να δράσει για να τον αλλάξει και να συμμετάσχει στον καθορισμό της μοίρας του.
Στη Δύση δηλαδή συμβαίνει το εξής φρικιαστικό για σένα: Δημιουργείται μία κοινωνία που όχι μόνον μπορεί να θέτει ερωτήματα στον εαυτό της, αλλά και να τον αμφισβητεί! Με άλλα λόγια, δημιουργείται μία κοινωνία που έχει την ικανότητα να αμφισβητεί τους δικούς της θεσμούς, επειδή συνειδητοποιεί ότι δημιουργός τους δεν είναι κάποιος απεσταλμένος του θεού ή της ιστορίας, αλλά η ίδια. Κάτι δηλαδή που είναι αδιανόητο σε κάθε άλλον πολιτισμό. (Και στον δικό σου).
Άσε που αυτοί οι θεσμοί της, επιτρέπουν στους πολίτες της να ζουν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή τους και να τη διαθέτουν κατά την κρίση τους. Να μην κόβουν δηλαδή τα χέρια αυτού που έκλεψε, να μην ακρωτηριάζουν τους παραβάτες, να μην θεωρείται η γυναίκα κατώτερο είδος, ούτε κτήμα του άνδρα, να μην ακρωτηριάζονται οι γυναίκες με την αποκοπή της κλειτορίδας, να μην εκτελούνται με λιθοβολισμό (ή με όποιο άλλο τρόπο) οι γυναίκες σε περίπτωση «μοιχείας», να μην δολοφονούνται δημοσιογράφοι επειδή ασκούν κριτική στον «τσάρο» (βλ. Ρωσία), να μην φυλακίζονται πολίτες επειδή διαφωνούν με τον ηγεμόνα (βλ. Βενεζουέλα), να μην εκτελούνται τέλος οι υπήκοοι, επειδή νύσταξαν μπροστά στον αρχηγό που έστειλε η ιστορία (βλ. Β. Κορέα) κ.ο.κ.
Και προσοχή! Αυτά τα δικαιώματα δεν ήταν αυτονόητα, ούτε «φύτρωσαν». Ούτε τα πήραν ως εμφυτεύματα από κάπου αλλού, όπως καλή ώρα στην περίπτωσή σου. Αντίθετα, στηρίζονται σε τεράστιους δημοκρατικούς αγώνες διαδοχικών γενεών. Ούτε βεβαίως είναι «τυπικά» δικαιώματα, όπως ανόητα ισχυρίζονται όσοι τα υποτιμούν. Διότι μπορεί μεν να είναι «μερικά», αλλά είναι βαθύτατα ουσιαστικά. Άλλωστε, είναι ακριβώς αυτά που οδηγούν όλους τους κατατρεγμένους της γης, να δίνουν ακόμη και τη ζωή τους στα κύματα, προκειμένου να φτάσουν στην Ευρώπη.
Ξέρω πως εσύ βλέπεις μόνο την άλλη πλευρά της Ευρώπης, η οποία είναι εξ ίσου υπαρκτή. Εκείνη δηλαδή που έκανε πολέμους, που προκάλεσε αδικίες και αιματοχυσίες, που έκανε στρατόπεδα συγκέντρωσης κ.ο.κ.
Γι’ αυτό, άκου και πάλι: «Δεν εφεύρε η Ευρώπη τον πόλεμο, το μίσος προς τους άλλους, το ρατσισμό, την υποδούλωση, τις σφαγές εξόντωσης, την αναγκαστική πολιτιστική αφομοίωση: η καταγραμμένη ιστορία ξεχειλίζει απ’ αυτά. Η Ευρώπη τα εφάρμοσε και αυτή. Μα η ιδιαιτερότητά της είναι πως όλα αυτά στην Ευρώπη αμφισβητήθηκαν και πολεμήθηκαν από μέσα». (Κ. Καστοριάδης, «Καιρός»).
Και εδώ ανελλήνιστε ελληναρά είναι η διαφορά μας. Με άλλα λόγια, η δυνατότητά μας να αμφισβητούμε τους θεσμούς μας, θεωρώντας ότι είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας, δημιουργεί αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στη δική μας Ευρώπη και στην κοινωνία της Ανατολής που εσύ υπερασπίζεσαι. Και γι’ αυτήν ακριβώς τη διαφορά μισείς θανάσιμα την Ευρώπη. Και τώρα, στην τραγωδία που μας ήρθε, αυτό το μίσος έβγαλες με όλους τους τρόπους. Από τη μεμψιμοιρία για τη Γαλλική σημαία και τις αναφορές στην αποικιοκρατία, μέχρι το συμψηφισμό της στυγνής αυτής δολοφονίας με άλλες τραγωδίες. Σαν να μην μπορείς να το κρύψεις ότι το «φχαριστήθηκες» κι από πάνω. Κι έχεις δίκιο. Γιατί με το μαζικό αυτό φόνο επιχειρήθηκε να προσβληθεί ο ελληνοδυτικός πολιτισμός, με τον οποίο, ανελλήνιστε ελληναρά, είσαι ξένος και εχθρός.
Τελειώνω με μία διευκρίνιση: Είναι αυτονόητο ότι δεν προσπαθώ να σου αποδείξω την αξία του ελληνοδυτικού πολιτισμού και των μεγάλων θεσμικών δημιουργιών της Ευρώπης. Δηλαδή της ελευθερίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης. Διότι, όπως ξέρεις, πείθονται μόνον οι πεισμένοι. Αντίθετα, την απόφασή μας να υπερασπιστούμε αυτές τις ευρωπαϊκές αξίες, χωρίς περιστροφές και υποσημειώσεις, περιγράφω. Διότι, για να παραφράσω το λόγο μιας από τις τραγικότερες προσωπικότητες της ελληνικής αριστεράς, ανάμεσα στην ναζιστική θηριωδία, τη σταλινική βαρβαρότητα και τον ισλαμοφασισμό που εσύ τώρα κρυφοκοιτάζεις, εμείς επιλέγουμε την Ευρώπη.