Ο καθρέφτης αν δεν είναι παραμορφωτικός δεν λέει ψέμματα…
Συνήθως, προεκλογικά παραμορφώνει τα λόγια και την πραγματικότητα, όπως βολεύει κάθε φορά. Τώρα όμως η πραγματικότητα δεν κρύβεται, ούτε στρεβλώνεται.
Η ελληνική κυβέρνηση την τελευταία στιγμή αποφάσισε να αποφύγει τη μετωπική σύγκρουση με τους «Θεσμούς».
Τα κέρδη μας σε αυτήν την αναμέτρηση εκτός από τη μετονομασία της «Τρόικα» σε «Θεσμοί» και του «μνημονίου» σε «πρόγραμμα» είναι μια (δημιουργικά…) ασαφής ακόμη διαβεβαίωση για μείωση του απαιτούμενου πρωτογενούς πλεονάσματος καταρχάς για το 2015 περί το 1,5% του ΑΕΠ.
Ανάλογες διαβεβαιώσεις βέβαια είχε λάβει και η προηγούμενη κυβέρνηση το Νοέμβριο του 2012, περί αναδιάρθρωσης του χρέους όταν θα προκύψει πρωτογενές πλεόνασμα, κάτι που όμως ατόνησε, καθώς η χώρα γέμισε success stories και έσκιζε τα Μνημόνια μέρα – μέρα.
Κερδίσαμε 4 μήνες παραμονής στο Ευρώ και κυρίως αποφύγαμε προς το παρόν, αβάσταχτους κλυδωνισμούς στο τραπεζικό σύστημα.
Με τη λίστα των μεταρρυθμίσεων η κυβέρνηση Τσίπρα, επιβεβαίωσε – έως νεωτέρας – την προσήλωσή της στη δέσμευση να διατηρήσει τη χώρα στο κοινό νόμισμα και να αποφύγει τη ρήξη με την Ευρώπη, όπως άλλωστε ήταν και το νόημα της εντολής που της έδωσε ο λαός.
Οι τελευταίες εξελίξεις αλλάζουν πολλά από τα δεδομένα των τελευταίων χρόνων σε σχέση με την υπόθεση της ελληνικής κρίσης. Η προσπάθεια μεταστροφής του Σύριζα δημιουργεί νέα διπολικά δεδομένα που πλέον δεν κρύβονται και αλλάζουν το σκηνικό εντός της Κυβέρνησης και της χώρας.
- Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο: Η αντίθεση της πολιτικής ζωής της χώρας με την ακραία πόλωση μεταξύ μνημονιακών – αντιμνημονιακών ολοκληρώνεται, καθώς ο Σύριζα υιοθετεί τμήμα της μνημονιακής ατζέντας, έστω και ασαφώς παραφρασμένο. Η εξέλιξη αυτή ξεμπλοκάρει την πολιτική ζωή από μια στείρα αντιπαράθεση που επί 5 χρόνια υπέστημεν, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο και με την ψευδαίσθηση πως τη χρεοκοπία την έφερε το μνημόνιο και όχι το αντίστροφο.
- Αριστερά – Δεξιά: Τόσο η σύμπραξη Σύριζα – ΑΝΕΛ, όσο κυρίως η αποκρυσταλλωμένη σταδιακά σύμπλευση απροσέγγιστων θυλάκων της Αριστεράς με τη Δεξιά σε θέματα που άπτονται του Ευρώ, της εξωτερικής πολιτικής και της οικονομικής διαχείρισης, δημιουργούν συνθήκες αφενός ιδεολογικού επαναπροσδιορισμού αφετέρου πολιτικών ανακατατάξεων, που θα εξελίσσονται το επόμενο 4μηνο με αποκορύφωμα τις εξελίξεις του καλοκαιριού και την υιοθέτηση ενός νέου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου.
- Ακούσιες μεταρρυθμίσεις – Εκούσιες αντιμεταρρυθμίσεις: Η νέα κυβέρνηση δεσμεύτηκε να φέρει σε πέρας μια σειρά ριζικών μεταρρυθμίσεων που καμιά από τις προηγούμενες δεν κατάφερε να πράξει λόγω των σφοδρών αντιδράσεων νυν κυβερνητικών στελεχών. Την ίδια ώρα Υπουργοί υπόσχονται σειρά αντιμεταρρυθμιστικών Νόμων ως κομμάτι του προγράμματος του κόμματος που πρέπει να τηρηθεί. Η ανάγκη εφαρμογής έστω και αλλοιωμένων μεταρρυθμίσεων φέρνει αντιμέτωπους κατάματα τους Υπουργούς της Κυβέρνησης Σύριζα – ΑΝΕΛ με την αδιαμφισβήτητη δύσκολή κατάσταση της χώρας.
Από την εξέλιξη της διελκυστίνδας ανάμεσα σε αυτά τα αντιθετικά δίπολα θα κριθεί μεταξύ άλλων και η πορεία της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, έως το κρίσιμο καλοκαίρι.
O κίνδυνος να χάσουμε την Ευρώπη…
Το ζήτημα που τίθεται τώρα στην ευρωζώνη είναι η ταχεία εφαρμογή της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Αυτό σημαίνει με απλά λόγια και αριθμούς, να πέσουν σε 1,5 χρόνο, περίπου 1,1 τρισ. ευρώ στην αγορά για να τονωθεί η ανάκαμψη. Από αυτά στην Ελλάδα αντιστοιχούν θεωρητικά περί τα 30 δισ. ευρώ. Πόσα θα πάρουμε; Προς το παρόν και μέχρι τον Αύγουστο τίποτα από τα 500 δισ. ευρώ που θα έχουν πέσει στην αγορά, επειδή δεν πληρούμε τα κριτήρια.
Η ζόρικη και σε πολλές περιπτώσεις διπλωματικά οριακή διαπραγμάτευση του Σύριζα, έχει αδιόρατες πολιτικές συνέπειες. Η χώρα κινδυνεύει να μείνει πίσω και εκτός των εξελίξεων στην ευρωζώνη. Αντί να χτίζονται συμμαχίες, ανεβαίνουν οι τόνοι με εν δυνάμει συμμάχους. Αντί να αποτελέσει η πολιτική αλλαγή στη χώρα εμβρυουλκό επιτάχυνσης των προοδευτικών αλλαγών στη διακυβέρνηση του Ευρώ, κάτι το οποίο σχεδόν όλα τα μέλη της Ένωσης επιθυμούν, ενδεχομένως συμβάλει στο πάγωμα τους, υπό τον κίνδυνο της διάλυσης από την αντιδραστική – αντισυμβατική στάση της Ελλάδος. Η στάση αυτή δημιουργεί αστάθεια και έλλειψη βούλησης καθώς η σταθερότητα σε ένα σαθρό αλλά σταθερό σύστημα, προτιμάται από ένα νέο, αλλά ριψοκίνδυνο.
Δεν υπάρχει η πολυτέλεια να χαθεί η ευκαιρία αυτή επειδή το εγχώριο πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να είναι κατώτερο των περιστάσεων και να παραμένει προσκολλημένο σε αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Η εξέλιξη του πολιτικού συστήματος
Παρ’ όλη την αστάθεια η οποία εξακολουθεί να επικρατεί στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, υφίστανται ακόμα μεταξύ άλλων, τα χαρακτηριστικά της τιμωρητικής ψήφου, απέναντι στα κόμματα που κυβέρνησαν. Αυτήν τη στιγμή, ο πιο σημαντικός άγνωστος Χ στο πολιτικό σύστημα είναι ο βαθμός της συνοχής του ΣΥΡΙΖΑ, υπό το βάρος των κυβερνητικών ευθυνών. Δύσκολα θα βρει κανείς παράδειγμα εν ενεργεία Πρόεδρος της Βουλής, που προέρχεται από το κυβερνών κόμμα , να απορρίπτει σημαντικές αποφάσεις της κυβέρνησης. Δεν έχει ξανασυμβεί, επίσης, υπουργοί να απορρίπτουν μια συμφωνία που έκανε ο συνάδελφός τους Υπουργός Οικονομικών.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αυτές σημασία έχει, επίσης, πώς θα εξελιχθεί ο χώρος μεταξύ της κεντροδεξιάς και του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κοινός τόπος, ότι ο μόνος λόγος που δεν απειλείται ακόμα η πολιτική κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις ισχυρές υπαναχωρήσεις των τελευταίων εβδομάδων, είναι η παραμονή του Αντώνη Σαμαρά και του Ευάγγελου Βενιζέλου στο πολιτικό προσκήνιο. Με τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει πλέον ενταχθεί στη διαχείριση και όχι στο σκίσιμο του Μνημονίου, το μόνο ισχυρό επιχείρημα που έχει κάποιος υπέρ της κυβέρνησης, είναι το: «είδαμε πως τα έκαναν και οι προηγούμενοι». Όσο αυτοί οι πολιτικοί δεν αποφασίζουν άμεσα να αποχωρήσουν από την ηγεσία των κομμάτων τους, τόσο η ανερμάτιστη πολιτική του Α. Τσίπρα θα συνιστά σχεδόν μονόδρομο για τους πολίτες. Η αλλαγή ηγεσίας σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ θα απελευθέρωνε εγκλωβισμένες δυνάμεις είτε στην απουσία από το πολιτικό γίγνεσθαι είτε φιλοξενούμενες σε άλλους χώρες και σε κάθε περίπτωση ασφυκτιούσες.
Το επιχείρημα ότι οι εξελίξεις στη χώρα δεν επιτρέπουν κομματικές αψιμαχίες είναι έωλο. Τα κόμματα ως θεσμικοί παράγοντες και ως συστατικά στοιχεία του πολιτεύματος και ειδικότερα η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που προσβλέπουν στη σταθερότητα της χώρας, πρέπει να γνωρίζουν ότι η συμβολή ενός κόμματος απαιτεί τη δυνατότητα του να ακούγεται ο λόγος του. Σε αντίθετη περίπτωση, όπως τώρα, κάθε προσπάθεια συμβολής ακυρώνεται από την πλήρη άρνηση των πολιτών να δείξουν προσοχή σε όσα σωστά λένε – κυρίως το ΠΑΣΟΚ – το τελευταίο διάστημα.
Η εκλογή ΣΥΡΙΖΑ μηδένισε το κοντέρ για όλους κι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει όσο εκκωφαντικά και αν αποτύχει στο τέλος η σημερινή κυβέρνηση.
Το επόμενο διάστημα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ζήσουμε και άλλες συγκυριακές συναινέσεις σε επίπεδο κομμάτων. Είτε αυτές προκύψουν στο πλαίσιο της παρούσας Βουλής είτε προκύψουν από νέες εκλογές. Η πορεία προς το καλοκαίρι θα θέσει τις βάσεις για την τελική ανασύνταξη του πολιτικού συστήματος, καθώς κανένα πλέον κόμμα της αστικής δημοκρατίας δεν θα μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν γνώριζε και δεν έμαθε.
Όσοι πανηγυρίζουν αφρόνως, για την υπαναχώρηση του Σύριζα, προτάσσοντας μόνο χαιρεκακία και όχι διάθεση συνδρομής, ως δήθεν «δικαίωσης» τους, δεν αντιλαμβάνονται ότι μία παταγώδης αποτυχία του Σύριζα, θα δημιουργήσει ένα τσουνάμι που θα παρασύρει και εκείνους και το Σύριζα, με απροσδιόριστες πολιτικές προεκτάσεις.
Η μόνη σωτήρια λέμβος πρέπει να είναι ένα νέο ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό κέντρο που θα συλλέξει πολιτικό απόθεμα από το χώρο ανάμεσα στο Σύριζα και τη ΝΔ. Η άλλη εναλλακτική, αν δεν γίνει αυτό, θα είναι η πλήρης ριζοσπαστικοποίηση προς τα άκρα.
«Η Ιστορία είναι πινακοθήκη με λίγα πρωτότυπα και πολλά αντίγραφα.»
Alexis de Tocqueville
Η προεκλογική μαξιμαλιστική ρητορεία του Σύριζα υποχώρησε σε λιγότερο από 1 μήνα. Λογικό και εν μέρει αναμενόμενο. Η ελπίδα μπορεί να ήρθε, η Επανάσταση σίγουρα όχι.
Η χώρα έπασχε και πάσχει από ψυχοπολιτικό αταβισμό, άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας και δευτερευόντως από οικονομική καχεξία. Από αυτήν άλλωστε πάσχει από το 1830 και μετά…
Από το 2010, όμως, και μετά το πολιτικό σύστημα με ελάχιστες εξαιρέσεις, αρνείται να κατανοήσει, να αποδεχθεί και να εξηγήσει στους πολίτες, ότι άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Το Μνημόνιο μπορεί μεν να απέτυχε, αλλά η ανάγκη να φτιάξουμε από την αρχή τη χώρα μας είναι αδήριτη. Και αυτό είναι δουλειά όλων, όχι μερικών.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ύστερα από σκληρές διαπραγματεύσεις κατέληξε σε ένα συμβιβασμό με τους πιστωτές. Σε κάθε περίπτωση, μετά τον συμβιβασμό ενός ακόμα αντιμνημονιακού μπλοκ με τους εταίρους, έχει έλθει η ώρα και για έναν εσωτερικό πολιτικό συμβιβασμό.
Θα πρόκειται για ένα ιστορικό, όσο και απαραίτητο γεγονός. Όμως, όπως έγινε κατανοητό από το αποτέλεσμα της πρόσφατης διαπραγμάτευσης της κυβέρνηση με τους πιστωτές, το δίλημμα δεν είναι μνημόνιο ή όχι. Το δίλημμα είναι μέσα ή έξω από το ευρώ. Πλέον είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η παραμονή στο ευρώ σημαίνει συμβιβασμούς. Όχι μόνο της κάθε πολιτικής δύναμης που βρίσκεται στην κυβέρνηση με τους πιστωτές. Αλλά και μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στο εσωτερικό της χώρας.
Είναι καιρός οι πολιτικές δυνάμεις που κυβέρνησαν και κυβερνούν τη χώρα να πορευθούν μαζί ,στο πλαίσιο συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων στις οποίες πλέον, όλοι συμφωνούν, τουλάχιστον στις βασικές αρχές τους.
Το έκαναν πριν από εμάς άλλες χώρες που αντιμετώπιζαν παρόμοια προβλήματα, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία και σήμερα απεμπλέκονται από τα μνημόνια, ενώ εμείς συζητάμε για τρίτο πρόγραμμα.
Όσο πιο σύντομα η χώρα προχωρήσει σε ένα εθνικό σχέδιο με εθνική σύμπραξη τόσο το καλύτερο. Συναίνεση δεν σημαίνει ακύρωση της πλειοψηφίας, όπως εκτιμά ο Σύριζα, συναίνεση δεν συνιστά απεμπόληση των κεκτημένων της νίκης για το Σύριζα. Η συναίνεση αποτελεί τη βούληση όλων να συνδράμουν στο χτίσιμο της χώρας και η πρωτοβουλία ανήκει στο νικητή.