Ακατάλυτη Δημοκρατία

Δημήτρης Σκουρέλλος 09 Μαρ 2018

Σημειώσεις για την όραση της δημοκρατίας, 1

«Αριστερό μου παρελθόν πάρ’ το χαμπάρι το κοινοβούλιο μυρίζει Φραντς Τσαγκάρη». Αν τη συγχρονικότητα στην οποία το άσμα παραπέμπει τη συγκρίνει κανείς με το σκιερό σήμερα θα μείνει έκπληκτος με  την αλλαγή των πρωταγωνιστών και των όρων σύγκρουσης μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχίας. Η ανάκαμψη των εθνικισμών στην Ευρώπη διαμορφώνει το κατάλληλο υπόβαθρο για να εκκολαφθεί ο ανορθολογισμός στην ούτως ή άλλως μισο- ή μιξοπαράλογη χώρα μας.

Η κυβέρνησή μας, συνδυασμός ιστορικοτήτων όλου του φαιού φάσματος της πολιτικής, Γκουλάκ-Γκόλι Ότοκ-Μακρονήσος και Γυάρος, δεν μπορεί παρά να διαπρέπει σε ένα τέτοιο διεθνές περίγραμμα. Δεν είναι ανάγκη κανείς να θυμίζει στον αναγνώστη/στρια φράσεις και πεπραγμένα των κυβερνώντων. Αρκεί να υπογραμμίσει τη συμβολική και ουσιαστική αξία που είχε (στην αλήστου μνήμης θερινή συγκυρία του 2015) το να επικρίνεται η χώρα μας, για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά, από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Ή να επαναφέρει στα μάτια του το άδολο (sic) και παρατεταμένο χειροκρότημα σύσσωμης της ακροδεξιάς στην ομιλία Τσίπρα στο Στρασβούργο τότε πάλι. Κινδυνεύει η δημοκρατία μας; Μπόρα ή μάλλον σίφουνας είναι θα περάσει!

Αυτή απλοποιημένα είναι ή άποψη που αξιόπιστοι πολιτικοί, έγκυροι αναλυτές εκφράζουν εδώ και καιρό, ακόμη και ένα η Ελλάδα «έπαψε να είναι κράτος δικαίου», όπως πρόσφατα συνήγαγε ο συνήθως έγκυρος Ε.Βενιζέλος. «Συνωμότες του Κατιλίνα», ο χαρακτηρισμός που θα ταίριαζε στους ραδιούργους μας εξουσιαστές. Οι καλά εδραιωμένοι θεσμοί της Γ΄ ελληνικής δημοκρατίας, καθώς και η αναντιστοιχία ιδίως του φαντασιακού της κομματικής βάσης ΣΥΡΙΖΑ με τα πεπραγμένα (όχι όμως και τη συμπεριφορά) της κυβέρνησης είναι από μόνοι τους παράμετροι αποτυχίας των υπονομονευτών της δημοκρατικής πολιτείας Οπότε, λίγο έως πολύ το ζητούμενο για τους εναργείς μελετητές είναι η διάρκεια της αναμονής μας ενόψει της ομαλής διαδοχής στην εξουσία, η απομείωση των αρνητικών σημείων, της μούγκρας που θα επικαθήσει σε κοινωνία, οικονομία και θεσμούς από τους εθνολαϊκιστές τυχοδιώκτες και, βέβαια –το ουσιωδέστερο, η προετοιμασία μας ώστε να αποφύγουμε τη συμμετοχή τους στην καθιερωμένη εναλλαγή της εξουσίας.

Πολύ θα ήθελα τα πράγματα να έλθουν ακριβώς έτσι. Προσπερνώ την κομβική και δυσοίωνη περίσταση ενός ενδεχόμενου φιάσκου της δραχμής, δε θα το λάβω υπόψη στο σκεπτικό μου (το οποίο απλώς θέλει να συμπληρώσει τη μη διαμφισβητήσιμη συλλογιστική όσων έγκυρων και σεβαστών υπαινίχθηκα παραπάνω). Ακόμη και στον πλέον στενότερο ορίζοντα πιθανοτήτων το ερώτημα για το στέρεο των δημοκρατικών θεσμών παραμένει. Οφείλουμε άλλωστε να προβληματιστούμε όταν εμφανίζεται ως δόκιμη η, ελάχιστη έστω, αμφιβολία μας σχετικά ή καθώς στεκόμαστε για λίγο πριν δώσουμε την,  άλλοτε αυτόματη, καταφατική απάντησή.

«Αλλάζουμε την Ευρώπη – Θα χορεύουν [οι Ευρωπαίοι] στο νταούλι μας». Αν σταθούμε απροκατάληπτοι απέναντι σε όσα βιώνουμε, η όντως υπερβολική και αλαζονική επιδίωξη, που εξέφρασε αλλοτινά ο πρωθυπουργός, πρέπει να παραδεχθούμε ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έγινε πράξη: ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συν αυτώ πέτυχαν. Σε πόσα ζητήματα η ελληνική κυβέρνηση την τελευταία τριετία δεν έσυρε την Ευρώπη στην αυτοαναίρεση ή την αποδυνάμωσή της! Προσφυγικό, οικονομία, ασφάλεια, ενέργεια. Πόσες ευρωπαϊκές κατακτήσεις δε διέσυραν ή περιέπαιξαν οι κυβερνώντες μας! Τέλος, πόσο πλήγωσαν το, ομολογουμένως εδώ και κάποια χρόνια σχεδόν στάσιμο, θεσμικό-δημοκρατικό κεκτημένο διαμορφώνοντας το ειδικό ευρωπαϊκό περιθώριο, στο οποίο έχουν σπεύσει να εγγράψουν τη χώρα μας, περιθώριο στο οποίο η Ελλάδα προσβλέπει σε συγκατοίκους.

Η πολιτική ανοχής των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων έναντι των φανερά υπονομευτών της από κοινού με τη μετατόπιση της ατζέντας κυβερνήσεων και κομμάτων σε μια φιλικότερη προς το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εκδοχή επιβεβαιώνει την επιτυχία του διαλυτικού παράγοντα, που αποτελούν για τη δημοκρατική ολοκλήρωση της Ευρώπης. Ας έχουμε κατά νου στο προκείμενο σημείο ότι η εδραίωση της δημοκρατίας στη χώρα μας υπήρξε ένα εγχείρημα παράλληλο προς την ένταξη στους (δυτικο)ευρωπαϊκούς θεσμούς, ήδη από τη δεκαετία του 1960. Τώρα η Ευρώπη καθοδηγείται από τη χωλαίνουσα δημοκρατία στην Ελλάδα, δεν παρουσιάζεται ως στήριγμα και καταλύτης με ζωογόνο πολιτειακή επίδραση.

Η στο όριο αποβολής από Ευρώ και Σέγκεν Ελλάδα δίνει τον τόνο στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα με την παρελκυστική και αυτοκαταστροφική πολιτική της δυστυχώς να είναι σχεδόν η μόνη αναγνωρίσιμη πανευρωπαϊκά πρόταση αντί της αμυντικής και πολλές φορές φοβικής διαχείρισης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Στη χώρα μας η φθορά της κυβέρνησης, ας σημειωθεί, δεν απευλεθέρωσε ευρωπαϊστική ορμή στην ελληνική κοινωνία. Ο εθνικισμός και το σκότος παρουσιάζονται οι ορμητικοί γνώμονες της μαζικής συμπεριφοράς. Πλειονότητα ή μειονότητα ο θλιμμένος ευρωπαϊσμός (μας) μόλις που ακούγεται.