Αισιοδοξία και πολλές αμφισημίες στο διάγγελμα του Πρωθυπουργού.

Γιάννης Μαγκριώτης 15 Απρ 2020

Ο Πρωθυπουργός, όταν έγραφε το τελευταίο του διάγγελμα, σίγουρα θα γνώριζε τις  προβλέψεις του ΔΝΤ και της Κομισιόν, για την παγκόσμια, την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία. Ύφεση 10% του ΑΕΠ για φέτος, από πρόβλεψη 2.8% αύξηση στον προϋπολογισμό της κυβέρνησης και αύξηση κατά 5% περίπου το 2021, και αυτό είναι το μετριοπαθές σενάριο, γιατί το δυσμενές, δίνει πτώση 13% για το 2020 και 8% για το 2021, σε σύγκριση με την ευρωζώνη η πτώση είναι περίπου διπλάσια. Αυτές οι μονάδες του ΑΕΠ αθροιστικά, λαμβάνοντας τις προβλέψεις για ανάπτυξη το 2020-2021, μπορεί να ξεπερνούν τα 40 δις ευρώ, σε απόλυτους αριθμούς. Οι δε επιπτώσεις στην απασχόληση μπορεί να μας πάνε σε ανεργία του 2015 και το ισοζύγιο των εξωτερικών συναλλαγών να αυξηθεί υπερβολικά και πάλι, θυμίζοντας την ζοφερή πραγματικότητα του 2009. Φυσικά το δημόσιο χρέος θα ξεπεράσει ως ποσοστό του ΑΕΠ, τις πιο δύσκολες ημέρες της υπερδεκαετούς οικονομικής κρίσης, και θα είναι αφελής κάποιος, αν πιστεύει, ότι τα κενά αυτά θα καλυφθούν τα επόμενα χρόνια από τους Κοινοτικούς πόρους και τον χαμηλότοκο δανεισμό από τους ευρωπαϊκούς φορείς. Να σκεφτούμε ακόμη ότι, τα επιδόματα που θα πάρουν εργαζόμενοι και επαγγελματίες τους επόμενους μήνες, μπορεί να μην τα καταναλώσουν και αυτά, μπροστά στις μεγάλες αβεβαιότητες που βλέπουν ότι θα ακολουθήσουν. Το ίδιο και οι τράπεζες, με την φθηνή ρευστότητα που θα αποκτήσουν θα καλύψουν, όπως έκαναν μέχρι τώρα, παλιές και νέες επισφάλειες και κόκκινα δάνεια. 


Σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον ο Πρωθυπουργός προσπάθησε με το τελευταίο του διάγγελμα και σωστά, να δώσει ένα τόνο αισιοδοξίας τόσο για την υγειονομική κρίση όσο για την οικονομική και κοινωνική, ζητώντας την απόλυτη εφαρμογή των μέτρων, ειδικά τις ημέρες του Πάσχα, για να μην χαθεί το κεκτημένο της συλλογικής προσπάθειάς μας. 


Όμως, αν διαβάσουμε πιο προσεκτικά το διάγγελμά του, θα εντοπίσουμε και μερικές άλλες σημαντικές πτυχές που επιδέχονται εναλλακτικές ερμηνείες, όπως.


1. «Μέσα στην υγειονομική κρίση άλλαξαν πολλά, αλλάξαμε και εμείς. Ένα νέο Εθνικό Σύστημα Υγείας χτίζεται. Η αναμόρφωση του ΕΣΥ δεν σταματά εδώ». 


Τι εννοεί ο Πρωθυπουργός; Θα ενισχύσει το ΕΣΥ, χτίζοντας πάνω στην βασική του φιλοσοφία της καθολικότητας, και θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις για να ενισχύσει την ποιότητα και την παραγωγικότητά του, την οποία από την αρχή η ΝΔ  είχε καταψηφίσει ή θα συνεχίζει πάνω στην φιλοσοφία που προεκλογικά διακήρυξε, ότι δεν μπορούμε να καταργήσουμε τις ανισότητες που υπάρχουν στην ζωή. 


2. «Η κυβέρνηση διαθέτει περισσότερα από  14 δις για να στηριχθούν εργαζόμενοι και επιχειρήσεις. Και εξασφαλίζει ακόμη 10 δις ευρώ ρευστότητας και πρόσθετα ευρωπαϊκά κονδύλια».


Εδώ τα ερωτήματα είναι περισσότερα.


α) Γιατί δεν διευκρινίζει ότι, τα κονδύλια αυτά είναι αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων και μόνοι μας δεν θα τα είχαμε, ειδικά με αυτό το χαμηλό κόστος; 


β) Πώς θα τα διαθέσει η κυβέρνηση και με ποιους μηχανισμούς διαχείρισης και ελέγχου, για να μην υπάρξει σπατάλη και αδιαφάνεια;


γ) Τι μέρος των αναγκών θα καλυφθεί, με βάση τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης για την διάρκεια της πανδημίας και τα προβλήματα που θα δημιουργηθούν στην οικονομία και την κοινωνία, με πιο σχέδιο και που θα βρει τα πολύ περισσότερα που όλοι εκτιμούν ότι, θα χρειαστούν;


δ) Πως θα αποπληρωθούν τα πρόσθετα δάνεια, από τα οποία προέρχονται οι πόροι, δεδομένου ότι θα χαθεί πλούτος ανάλογος της προηγούμενης κρίσης;


3. «Μετά την κρίση, κάθε εξουσία οφείλει να εγκαταλείπει το απυρόβλητο της ανάγκης, δυναμώνοντας την λογοδοσία. Γιατί καμία έκτακτη συνθήκη δεν μπορεί να αμφισβητεί τη δημοκρατική ευαισθησία». 


Εδώ οι διαφορετικές ερμηνείες μπορεί να οδηγήσουν σε τελείως διαφορετικές πολιτικές επιλογές. 


α) Η κυβέρνηση να κάνει και αυτοκριτική για τα λάθη και τις αδυναμίες που παρουσίασε στην διαχείριση της κρίσης, κάτι που δεν μπορεί να κάνει όσο κρατά η κρίση, για να μην πληγεί το φρόνημα της κοινωνίας και δεν εφαρμόσει τα περιοριστικά μέτρα με κίνδυνο να οξυνθεί η υγειονομική κρίση. Μια τέτοια επιλογή θα είναι επανάσταση για το πολιτικό σύστημα και λυτρωτική για την χαμηλή αξιοπιστία του. 


β) Να προκηρύξει εκλογές, μπροστά στις δυσκολίες της νέας πραγματικότητας τόσο υγειονομικές όσο οικονομικές και κοινωνικές και την αδυναμία αντιμετώπισής τους, για να προλάβει την γρήγορη πολιτική φθορά της. 


Εκείνη την στιγμή θα κριθεί, αν κάτι έχει πραγματικά διδαχθεί από τις δύο κρίσεις, αυτήν του 2008, που κρατάει μέχρι σήμερα, και αυτή του κορονοιού, με τα οδυνηρά αποτελέσματα στην υγεία, την οικονομία και την κοινωνία.


Τότε θα δούμε, αν επαναλάβει τις επιλογές του Κώστα Καραμανλή το 2009, που αντί να πάρει μέτρα πήγε σε εκλογές, για να φορτώσει την κρίση στην επόμενη κυβέρνηση και εκείνη του Αλέξη Τσίπρα το 2015, που όταν είδε ότι οι προεκλογικές του «αυταπάτες» οδηγούν στην απόλυτη καταστροφή, πήγε την χώρα, σε συνθήκες διάλυσης, σε δημοψήφισμα για να δικαιολογήσει την ριζική αλλαγή της πολιτικής του και μετά σε εκλογές, για να ρευστοποιήσει εκλογικά την "γενναία διαπραγμάτευση", πριν ο κόσμος συνειδητοποιήσει ότι θα έχει και νέες απώλειες, με την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, «Πρόγραμμα με τους θεσμούς», το ονόμασε για να κρύψει το επώδυνο περιεχόμενό του. 


Μένουμε σπίτι και σκεφτόμαστε, για να μην σκέφτονται οι άλλοι για εμάς, χωρίς εμάς.