Δεν γνωρίζουμε ποιες ήταν οι προσδοκίες της κυβέρνησης από την αμερικανική παρέμβαση, αλλά αυτά που είπε ο υπουργός Οικονομικών της υπερδύναμης, ο Τζ. Λιου, στην ομιλία του στο London School of Economics και στη δήλωσή του μετά, μάλλον θα την απογοήτευσαν. Ειδικά οι αναφορές του περί ανάγκης να παρουσιάσει η Ελλάδα ένα αξιόπιστο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, που θα είναι ασφαλώς πολύ δύσκολο και ταυτόχρονα θα αποτελεί πρόκληση για τον πρωθυπουργό, Αλ. Τσίπρα, να πείσει την ελληνική κοινή γνώμη να το δεχτεί. Μία μέρα πριν, στην εξαιρετικά αποκαλυπτική και σημαντική συνέντευξή του στο πρακτορείο MNI, ο πρόεδρος της Κομισιόν και φίλος της Ελλάδας –το δηλώνει ο ίδιος και το αποδέχεται η κυβέρνηση–, Ζ. Κ. Γιουνκέρ, περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια το κλίμα που επικρατεί στις διαπραγματεύσεις, τη μέχρι τώρα στάση της Αθήνας, όπως την αντιλαμβάνονται οι δανειστές και, κυρίως, τα μέτρα που θεωρούν απαραίτητο να εφαρμοστούν.
Αναμφίβολα, ο Αλ. Τσίπρας γνωρίζει πια την πραγματική κατάσταση και η θέση του δεν είναι ζηλευτή. Ισως και να καταριέται την ώρα και τη στιγμή που επεδίωξε την εξουσία (και την κατέλαβε) με τη γνωστή ρητορική και τις αντίστοιχες συμπεριφορές, το συγκεκριμένο πρόγραμμα και το φοβερό «τσούρμο» (κατά Βαρουφάκη) που φρόντισε να μαζέψει γύρω του. Αν δεν τα αντιλαμβάνεται όλα αυτά ή αν δεν απασχολούν τη σκέψη του, τόσο το χειρότερο για τον ίδιο και για όλους μας. Θα το κρίνει η… νεκροψία ή η ιστορία. Εκείνο που σίγουρα βασανίζει τώρα τον πρωθυπουργό είναι πώς θα παρουσιάσει τη συμφωνία που βρίσκεται στα σκαριά στους δικούς του και στην κοινή γνώμη. Γιατί άλλο η αισιοδοξία για την υπογραφή της και εντελώς άλλο η υποδοχή που θα έχει στο εσωτερικό, αφού αποκλείεται να μην περιλαμβάνει μέτρα, αρκετά έως πάρα πολύ, επώδυνα. Οταν, μάλιστα, είναι νωπές στη μνήμη οι καταγγελίες, οι εξαγγελίες και οι υποσχέσεις με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε στην εξουσία και την ασκεί σήμερα…
Καθώς πλησιάζει η ημέρα της υπογραφής, αν όντως είναι τόσο κοντά, όσο η κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας, τα εσωκομματικά και ενδοκυβερνητικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Αλ. Τσίπρας βγαίνουν στην επιφάνεια. Αρκετοί τα υποψιάζονταν, αλλά τώρα γίνονται φανερά και ενισχύουν την ανησυχία και την ανασφάλεια του πρωθυπουργού και του στενού επιτελείου του. Στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, το περασμένο Σαββατοκύριακο, η εσωκομματική αντιπολίτευση έκανε επίδειξη δύναμης, που δεν μπορεί να αγνοηθεί, ειδικά σε ένα κόμμα που αυτοχαρακτηρίζεται «αριστερό». Οταν, μάλιστα, περίπου το 40% του ανώτατου οργάνου του επιθυμεί ουσιαστικά ρήξη και δραχμή. Το διαπιστώνουμε, άλλωστε, καθημερινά από τις δηλώσεις και τις ενέργειες πολλών υπουργών της κυβέρνησης. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν και διάφορα μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας που έχουν δικό τους μπαϊράκι, όπως η Ραχήλ Μακρή, τη διαδρομή που χαράσσει η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ως πρόεδρος της Βουλής, την απασφαλισμένη χειροβομβίδα που κρατά, περιφερόμενος και κάνοντας συνεχώς αντιφατικές δηλώσεις, ο Γ. Βαρουφάκης. Χωρίς να ξεχνούμε τους Ανεξάρτητους Ελληνες με τις δοξασίες τους.
Από την άλλη πλευρά, πολλοί εκτιμούν ότι οι ΣΥΡΙΖαίοι της Αριστερής Πλατφόρμας θα «καταπιούν» τη συμφωνία και δεν θα διασπάσουν το κόμμα ούτε οι Ανεξάρτητοι Ελληνες στο σύνολό τους θα παραιτηθούν από την εξουσία. Ενδεχομένως να έχουν δίκιο, αλλά θα δημιουργηθεί οπωσδήποτε ένα «αντάρτικο» που θα κατατρώει τα σπλάχνα της κυβέρνησης και δεν θα επιτρέπει την εφαρμογή των όρων. Για να φτάσουμε εκεί, ωστόσο, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία. Και τα μηνύματα απ’ έξω δεν συμβαδίζουν με την αισιοδοξία που εκπέμπει η κυβέρνηση στην Αθήνα.